Τα μέλη της ΕΚΤ δεν κρύβουν την ανησυχία τους για το γεγονός ότι ο πληθωρισμός βρίσκεται σε υψηλά ρεκόρ, με την οικονομία, όμως, την ίδια ώρα να επιβραδύνεται και όλο και περισσότερους να προβλέπουν ύφεση ακόμα και πριν το τέλος του έτους.
Αν, λοιπόν, η ΕΚΤ υιοθετήσει μια πολύ επιθετική στάση στην αύξηση των επιτοκίων για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού, υπάρχουν κίνδυνοι να οδηγήσει την οικονομία σε μεγαλύτερα προβλήματα.
Σε αυτό το πλαίσιο, θεωρείται σχεδόν δεδομένο ότι η απόφαση θα είναι για αύξηση των επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσης, μια δεύτερη συνεχόμενη σημαντικά μεγάλη αύξηση για τρίτη φορά φέτος.
«Η ΕΚΤ πιθανότατα θα αυξήσει τα τρία επιτόκια πολιτικής της κατά 75 μονάδες βάσης και θα δείξει ότι θα προχωρήσει περαιτέρω στις επόμενες συνεδριάσεις της, χωρίς να παρέχει σαφή καθοδήγηση για το μέγεθος και τον αριθμό των βημάτων που θα ακολουθήσουν», είπε ο Χόλγκερ Σμίντινγκ, επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg στο CNBC.
Δεν την αφήνει να ηρεμήσει ο πληθωρισμός
Δεδομένων των πληθωριστικών πιέσεων, με τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή να φτάνει το 10% τον Σεπτέμβριο, οι αναλυτές ποντάρουν σε τουλάχιστον άλλη μια αύξηση 50 μονάδων βάσης τον Δεκέμβριο. Το βασικό επιτόκιο της τράπεζας είναι αυτή τη στιγμή στο 0,75%.
Η ΕΚΤ στοχεύει σε πληθωρισμό στο 2%, ωστόσο είναι πολύ μακριά από αυτόν τον στόχο. Οι εκτιμήσεις είναι ότι ο ΔΤΚ θα φτάσει κατά μέσο όρο στο ανώτατο όριο του 9,6% αυτό το τρίμηνο, υψηλότερο από ό,τι αναμενόταν τον περασμένο μήνα, προτού αρχίσει σταδιακά να υποχωρεί, αλλά δεν θα φτάσει τον στόχο μέχρι τα τέλη του 2024, σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση του Reuters.
«Ο πληθωρισμός είναι πολύ υψηλός. Απαιτούνται ραγδαίες αυξήσεις επιτοκίων. Ωστόσο, η ΕΚΤ πρέπει επίσης να παρακολουθεί τα spreads των ομολόγων, επομένως (μια αύξηση) περισσότερο από 75 bps φαντάζει απίθανη», επεσήμανε ο Μπράιαν Μάρτιν της ANZ.
Μεγάλο μέρος της πίεσης των τιμών προέρχεται από το ενεργειακό κόστος. Χωρίς να διαφαίνεται τέλος στη σύγκρουση Ρωσίας-Ουκρανίας, σχεδόν το 65% των 34 ερωτηθέντων στη δημοσκόπηση του Reuters δήλωσε ότι το κόστος ζωής στην ευρωζώνη θα επιδεινωθεί ή θα επιδεινωθεί σημαντικά. Μόνο 12 είπαν ότι θα βελτιωθεί.
«Οι χειρότερες επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης στον τομέα των νοικοκυριών θα φανούν το 4ο τρίμηνο του 2022 και το πρώτο τρίμηνο του 2023, όταν η ζήτηση για φυσικό αέριο είναι εποχικά υψηλότερη», εξήγησε ο Λούκα Μετσόμο της Intesa Sanpaolo.
Ενόψει του χειμώνα, οι αναλυτές αναμένουν ότι η ΕΚΤ θα είναι πιο επιθετική όσον αφορά τη σύσφιξη της πολιτικής.
Η συντριπτική πλειοψηφία των ερωτηθέντων θεωρεί ότι η κεντρική τράπεζα θα ανεβάσει το επιτόκιο καταθέσεων στο 1,50% και το επιτόκιο αναχρηματοδότησης στο 2%.
Τα τρία τέταρτα των ερωτηθέντων σε μια πρόσθετη ερώτηση, 27 από τους 36, είπαν ότι η τράπεζα πρέπει να επιλέξει μια αύξηση κατά 75 μονάδες βάσης στο επιτόκιο καταθέσεων, ενώ δύο είπαν ότι θα πρέπει να προχωρήσει περισσότερο με μια αύξηση 100 μονάδων βάσης. Μόνο επτά συνιστούν 50 μονάδες βάσης.
«Όλο και περισσότεροι (εντός ΕΚΤ) φέρονται να τάσσονται υπέρ ενός επιτοκίου καταθέσεων στο 2% μέχρι το τέλος του έτους, κάτι που συνεπάγεται αύξηση 50 μονάδων βάσης τον Δεκέμβριο, με επαναξιολόγηση των οικονομικών και πληθωριστικών προοπτικών στις αρχές του 2023», δήλωσε ο Φρεντερίκ Ντουκροζέτ, επικεφαλής μακροοικονομικής έρευνας της Pictet Wealth Management.
Πολιτικές πιέσεις
Αν και η πλειοψηφία, λοιπόν, στοιχηματίζει σε μια δεύτερη συνεχόμενη αύξηση κατά 75 μ.β., η κίνηση δεν αναμένεται να είναι ευπρόσδεκτη από ορισμένες κυβερνήσεις που έχουν προειδοποιήσει την ΕΚΤ για ενέργειες που θα μπορούσαν να αποδυναμώσουν την ανάπτυξη ακόμη περισσότερο.
Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, για παράδειγμα, είπε ότι «ανησυχεί» για «ορισμένους Ευρωπαίους διαμορφωτές νομισματικής πολιτικής που μας εξηγούν ότι πρέπει να ανακόψουμε τη ζήτηση στην Ευρώπη για να συγκρατήσουμε καλύτερα τον πληθωρισμό».
Η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ είναι μεταξύ εκείνων των πολιτικών που προειδοποίησαν ότι τα επιτόκια μπορεί να χρειαστεί να αυξηθούν σε επίπεδα όπου περιορίζουν ενεργά την ανάπτυξη.
Η αξιολόγηση της ΕΚΤ για το πόσο τρομακτικές είναι αυτές οι προοπτικές ανάπτυξης θα αποτελέσει βασικό επίκεντρο της συνεδρίασης αυτής της εβδομάδας. Ο αντιπρόεδρος Λουίς ντε Γκίντος δήλωσε νωρίτερα αυτό το μήνα ότι τα πράγματα έχουν επιδεινωθεί πολύ, περισσότερο από ό,τι αναμενόταν σύμφωνα με τις προβλέψεις της κεντρικής τράπεζας τον Σεπτέμβριο.
«Αυτό που θεωρήσαμε ως το πιο αρνητικό τον Σεπτέμβριο, πλησιάζει περισσότερο στο βασικό σενάριο», είπε νωρίτερα αυτό το μήνα.
Ενώ το βασικό σενάριο της κεντρικής τράπεζας τον Σεπτέμβριο προέβλεπε ανάπτυξη 0,9% για το επόμενο έτος, το καθοδικό σενάριο βλέπει τη δραστηριότητα να συρρικνώνεται σχεδόν κατά 1%. Οι κορυφαίοι οικονομικοί δείκτες δείχνουν επίσης συρρίκνωση το τελευταίο τρίμηνο του τρέχοντος έτους.
Πότε θα αρχίσει η ποσοτική σύσφιξη
Πέρα από τα επιτόκια, υπάρχουν και κάποια μεγάλα ερωτήματα στο μυαλό των παραγόντων της αγοράς που χρήζουν απάντησης. Δύο βασικά είναι το πότε θα αρχίσει η ΕΚΤ να εξισορροπεί τον τεράστιο ισολογισμό της, σε μια διαδικασία γνωστή ως ποσοτική σύσφιξη (QT), και το τι θα συμβεί με τους όρους δανεισμού για τις τράπεζες στο εγγύς μέλλον.
«Όταν πρόκειται για το QT, το βαρετό είναι όμορφο», είπε ο Ντουκροζέτ, προσθέτοντας ότι αναμένει ότι η διαδικασία θα ξεκινήσει το δεύτερο τρίμηνο του 2023. Το QT αναμένεται «να είναι προβλέψιμο, σταδιακό και παθητικό, ξεκινώντας με το τέλος των επανεπενδύσεων στο πλαίσιο του Προγράμματος Αγοράς Περιουσιακών Στοιχείων (APP), αλλά όχι πουλώντας ενεργά ομόλογα σύντομα».
Η Καμίλ Ντε Κουρσέλ, επικεφαλής στρατηγικής επί των ευρωπαϊκών επιτοκίων στην BNP Paribas, δήλωσε τη Δευτέρα στο CNBC ότι η κεντρική τράπεζα ενδέχεται να περιμένει μέχρι τη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου για να παράσχει λεπτομέρειες για το QT, αλλά είναι πιθανό να αρχίσει να μειώνει τον ισολογισμό της κατά περίπου 28 δισεκατομμύρια ευρώ κατά μέσο όρο τον μήνα όταν αρχίσει να συμβαίνει.
Τι θα γίνει με τους όρους δανεισμού για τις τράπεζες
Το μεγαλύτερο ερώτημα, όμως, σε αυτή τη φάση, όπως επισημαίνουν οι αναλυτές, είναι αν θα αλλάξουν οι όροι δανεισμού για τις ευρωπαϊκές τράπεζες.
«Πιστεύουμε ότι την Πέμπτη (η ΕΚΤ) θα αποκαλύψει τις προθέσεις της για το TLTRO. Πιστεύουμε ότι το νέο μέτρο θα τεθεί σε ισχύ τον Δεκέμβριο», δήλωσε η Ντε Κουρσέλ.
Οι στοχευμένες πράξεις πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης, ή αλλιώς TLTRO, είναι ένα εργαλείο που παρέχει στις ευρωπαϊκές τράπεζες ελκυστικούς όρους δανεισμού, με την ελπίδα να δώσει σε αυτά τα ιδρύματα περισσότερα κίνητρα για δανεισμό στην πραγματική οικονομία.
Επειδή η ΕΚΤ αυξάνει τα επιτόκια γρηγορότερα από ό,τι αρχικά η ίδια ανέμενε, οι Ευρωπαίοι δανειστές επωφελούνται από τα ελκυστικά επιτόκια δανείων μέσω των TLTRO, ενώ παράλληλα κερδίζουν περισσότερα χρήματα από τα υψηλότερα επιτόκια.
Η ΕΚΤ δάνεισε περισσότερα από 2 τρισεκατομμύρια ευρώ στις τράπεζες με τα λεγόμενα δάνεια TLTRO υπό εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους. Η τρέχουσα δομή αυτών των πράξεων συνεπάγεται ότι ακόμη και αν οι τράπεζες δεν χρησιμοποιούν τα κεφάλαια για να δανείσουν την πραγματική οικονομία, μπορούν να αποκομίσουν κέρδη απλώς σταθμεύοντάς τα στην κεντρική τράπεζα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Barclays, επί του παρόντος περίπου 1,1 τρισεκατομμύριο ευρώ παραμένουν σε αδράνεια στην ΕΚΤ, αποκομίζοντας κέρδη χωρίς κινδύνους.
Όπως επισημαίνει το Politico, αν και μπορεί να είναι νομικά δύσκολο να αλλάξουν οι όροι των δανείων, είναι εξίσου πολιτικά αβάσιμο για τις τράπεζες να κερδίσουν ένα τέτοιο απροσδόκητο κέρδος από τη δημόσια πολιτική σε μια εποχή που οι πολίτες δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα καθώς η τρέχουσα συμφωνία συνεπάγεται επίσης πλήγμα στην κερδοφορία της κεντρικής τράπεζας.
Αυτό σημαίνει ότι οι εθνικές κεντρικές τράπεζες, ως μέτοχοι της ΕΚΤ, θα έχουν λιγότερα κέρδη για να μεταφέρουν στις κυβερνήσεις που έχουν απόλυτη ανάγκη από μετρητά.
Οι αναλυτές θεωρούν δεδομένο ότι το συγκεκριμένο ζήτημα θα τεθεί επί τάπητος στη συνεδρίαση αυτού του μήνα, δίνοντας, έτσι, στις τράπεζες άφθονο χρόνο για να προσαρμόσουν τα σχέδια αποπληρωμής τους υπό το φως των νέων συνθηκών για την προγραμματισμένη πρόωρη αποπληρωμή τον Δεκέμβριο.
Αγωνία για το ευρώ
Ένας ακόμα μεγάλος «πονοκέφαλος» για την ΕΚΤ είναι και η τύχη του ευρώ. Το ενιαίο νόμισμα καταγράφει σημαντικές απώλειες έναντι του δολαρίου το τελευταίο διάστημα, αλλά ενόψει της συνεδρίασης της ΕΚΤ δείχνει να ανακάμπτει, με την ελπίδα να μην υπάρξει νέα… βουτιά μετά τις ανακοινώσεις.
Παρόλα αυτά, αποδεικνύεται ότι, παρά τις κινήσεις της ΕΚΤ στις τελευταίες συνεδριάσεις, ο θετικός αντίκτυπος στο ευρώ ήταν μηδενικός. Μάλιστα, ενδεικτικό είναι ότι, όπως παρουσιάζει η ING, η αναλογία ευρώ/δολαρίου κυρίως υποχώρησε τις έξι ώρες μετά τις πέντε τελευταίες ανακοινώσεις της ΕΚΤ.
Η ING σημειώνει ότι αμφιβάλλει ότι θα υπάρξει μεγάλη υποστήριξη στο ευρώ μετά την ανακοίνωση του Οκτωβρίου, ακόμα κι αν η ΕΚΤ αυξήσει τα επιτόκια γενναία κατά 75 μονάδες βάσης, καθώς μεταξύ άλλων οι αγορές παραμένουν απαισιόδοξες για τις εγχώριες προοπτικές της ευρωζώνης παρά την πρόσφατη πτώση των τιμών του φυσικού αερίου•και η επιθετικότητα της Fed συνεχίζει να τροφοδοτεί ένα ισχυρό δολάριο.
Η αδυναμία του κοινού νομίσματος έχει απασχολήσει την κεντρική τράπεζα, αν και δηλώνει επανειλημμένα ότι δεν στοχεύει τη συναλλαγματική ισοτιμία.
Οι προσπάθειες της ΕΚΤ να στηρίξει το ευρώ μέσω μεγαλύτερης σύσφιξης θα εξακολουθήσουν να είναι ανεπιτυχείς βραχυπρόθεσμα, εκτιμά η ING, η οποία συνεχίζει να στοιχηματίζει στο 0,92 ως τιμή στο τέλος του έτους για το EUR/USD, με οποιαδήποτε ανοδική διόρθωση να αποδεικνύεται μόνο προσωρινή.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr