Σε δημοσίευμά του το CNBC εξετάζοντας τις οικονομίες και τις πολιτικές των χωρών όπου θα δοθούν οι μεγάλες εκλογικές μάχες του 2017 – Ολλανδία, Γαλλία, Γερμανία και πιθανόν Ιταλία – αναλύσει ποια χώρα θα δεχόταν το ισχυρότερο πλήγμα αν κέρδιζε τις εκλογές ένα λαϊκιστής ηγέτης.
Οικονομικές διαφορές
Η Ολλανδία, Γαλλία, Γερμανία και Ιταλία έχουν ακολουθήσει παρόμοια τάση όσον αφορά την οικονομική ανάπτυξη από το 2008, παρότι η Ολλανδία και η Γερμανία εμφανίζουν καλύτερες επιδόσεις έναντι των άλλων δύο χωρών, σύμφωνα με την Eurostat.
Στην πραγματικότητα, η Ολλανδία κατέγραψε ταχύτερους ρυθμούς ανάπτυξης σε σχέση με την Γερμανία το 2015 και το 2016. Σε κάθε περίπτωση ωστόσο, η Γερμανία είναι με διαφορά η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης με το ετήσιο ΑΕΠ της να ανέρχεται σε 3,1 τρις. ευρώ έναντι του ΑΕΠ της Ολλανδίας που διαμορφώνεται στα 696 εκατ. Ευρώ, σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία της Eurostat.
Όσον αφορά την ανεργία, η κατάσταση είναι σαφώς χειρότερη στην Ιταλία. Το ποσοστό των ανέργων έχει αυξηθεί αισθητά σε σχέση με τις άλλες τρεις χώρες μετά το 2011. Το 2015 το 11,9% των Ιταλών ήταν άνεργοι, έναντι ποσοστού 10,4% στην Γαλλία, 6,9% στην Ολλανδία και 4,6% στην Γερμανία.
"Οι τέσσερις χώρες δεν είναι ίδιες. Γερμανία και Ολλανδία είναι οικονομικά πολύ ισχυρότερες από την Γαλλία και την Ιταλία", σχολίασε ο Carsten Brzeski, επικεφαλής αναλυτής της ING. "Ειδικότερα, η Ολλανδία έχει εφαρμόσει πολλές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα δώσουν την δυνατότητα στην οικονομία να αναπτυχθεί τα επόμενα χρόνια", πρόσθεσε ο ίδιος.
"Η Γερμανία εξακολουθεί να επωφελείται από τις μεταρρυθμίσεις που έχει κάνει παλαιότερα, τα χαμηλά επιτόκια και το αδύναμο ευρώ. Η Γαλλία τα πηγαίνει καλύτερα από τις εκτιμήσεις αλλά όχι αρκετά καλά. Η έλλειψη μεταρρυθμίσεων και ο αδύναμος διεθνής ανταγωνισμός θα συνεχίσει να επιβαρύνει τις προοπτικές τις προοπτικές τα επόμενα χρόνια. Η Ιταλία είναι η πιο περίπλοκη περίπτωση με οριακή ανάπτυξη την τελευταία δεκαετία και χωρίς ξεκάθαρο αναπτυξιακό μοντέλο για το σύνολο της οικονομίας", εξήγησε ο ίδιος.
Κοινωνικές παροχές
Κοιτάζοντας το επίπεδο του δημοσίου χρέους και τα ποσά που έχει ξοδέψει η κάθε κυβέρνηση για κοινωνική πρόνοια (ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ανεργία, εστίαση κλπ), η Ολλανδία φαίνεται να υπεραποδίδει και πάλι έναντι των άλλων τριών χωρών. Το δημόσιο χρέος της διαμορφώνεται στο 61,5% του ΑΕΠ της (το 2015), πολύ χαμηλότερο σε σχέση με το ιταλικό χρέος (132,5% του ΑΕΠ).
Ωστόσο, σε αντίθεση με το τι θα περίμενε κανείς, η Ιταλία είναι η χώρα που δαπανά τα λιγότερα την κοινωνική πρόνοια. Η Ολλανδία δαπάνησε πάνω από 11.000 ευρώ ανά πολίτη το 2014, ακολουθούμενη από την Γαλλία (πάνω από 10.000 ευρώ), ενώ η Ιταλία έρχεται τελευταία με τις δαπάνες της για κοινωνική πρόνοια να διαμορφώνονται μόλις στα 7.600 ευρώ ανά πολίτη την εξεταζόμενη περίοδο.
Ενωμένες στην δυσαρέσκεια
Ωστόσο, παρά τις όποιες οικονομικές τους διαφορές, υπάρχει ένας κοινός παράγοντας όλων αυτών των χωρών καθώς οδεύουν προς τις εκλογές: η αυξανόμενη δυσαρέσκεια προς την συστημική πολιτική.
"Οι ομοιότητες έχουν να κάνουν με την εξουθένωση από τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα… Το πρόβλημα χτιζόταν εδώ και καιρό", σχολίασε από την πλευρά του ο Erik Jones, καθηγητής Ευρωπαϊκών Πολιτικών στο Johns Hopkins University, ενώ πρόσθεσε "οι ψηφοφόροι έχουν ελάχιστη ή καθόλου πίστη στα κόμματα και οι πολιτικοί έχουν χάσει την εμπιστοσύνη του εκλογικού σώματος".
Μεγαλύτερος ο κίνδυνος ανάδειξης λαϊκιστικών κομμάτων σε Γαλλία και Ιταλία
Καθώς οι πολίτες "μπουχτίζουν" με τις εθνικές πολιτικές, το αντιευρωπαϊκό αίσθημα κερδίζει έδαφος.
Από το 2006 ο αριθμός των ανθρώπων που έχουν θετική άποψη για την Ευρώπη έχει υποχωρήσει. Στις οικονομικά δοκιμαζόμενες Γαλλία και Ιταλία, το ποσοστό του πληθυσμού που έχει μια αισιόδοξη άποψη για τις προοπτικές της ΕΕ είναι μικρότερο σε σχέση με τα αντίστοιχα ποσοστά στην Γερμανία και την Ολλανδία.
"Οι άνθρωποι που είναι δυσαρεστημένοι με την κατάστασή τους μπορεί να ψηφίζουν για αλλαγή", ξήγησε ο Erik Jones.
Αυτό σημαίνει ότι ο κίνδυνος ανάδειξης ενός λαϊκιστή ηγέτη είναι υψηλότερος στην Γαλλία και την Ιταλία, με τους Μαρί Λε Πεν και Μπέπε Γκρίλο να κερδίζουν έδαφος σε σχέση με την Ολλανδία και την Γερμανία.
Ποιος θα πληγεί περισσότερο;
Οι δύο χώρες με τις χαμηλότερες οικονομικές επιδόσεις ενέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο ύφεση αν η κάλπη του βγάλει ευρωσκεπτικιστή ηγέτη, σημειώνει το CNBC.
"Από οικονομικής σκοπιάς, είναι φανερό πως η Γαλλία με πρόεδρο την Λε Πεν θα αντιμετώπιζε τα μεγαλύτερα προβλήματα" δεδομένου ότι η ακροδεξιά ηγέτης επιθυμεί την έξοδο από το ευρώ, αναφέρει ο Brzeski της ING.
"Θεωρητικά, οι δύο χώρες με τις καλύτερες οικονομικές επιδόσεις (Γερμανία και Ολλανδία) θα είχαν λιγότερα προβλήματα στο να ανταπεξέλθουν στις οικονομικές πολιτικές λαϊκιστών ηγετών καθώς θα κατευθύνονταν κυρίως προς τις κοινωνικές μεταβιβάσεις και τις μεγαλύτερες κρατικές δαπάνες", πρόσθεσε ο ίδιος.
Την ίδια άποψη συμμερίζεται και ο Jones από το Johns Hopkins University, σημειώνοντας μάλιστα πως η Γαλλία θα είχε όχι μόνο τις μεγαλύτερες οικονομικές αλλά και πολιτικές συνέπειες. Και τούτο διότι οι θεσμοί της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας της ΕΕ δεν είναι κατάλληλα σχεδιασμένοι για καταμερισμό εξουσίας. Όπως εξηγεί, σύμφωνα με το γαλλικό πολιτικό σύστημα ο πρόεδρος θα πρέπει να συνεργάζεται με τον πρωθυπουργό που έχει την πλειοψηφία στην εθνοσυνέλευση. Και αν ο πρωθυπουργός δεν είναι φίλα προσκείμενος στο κόμμα της Λε Πεν, τότε η τελευταία θα αντιμετωπίσει προβλήματα διακυβέρνησης.
Όσον αφορά την Ιταλία, παρότι δεν έχουν προκηρυχθεί ακόμα εκλογές, η πολιτική αβεβαιότητα που επικρατεί μετά την παραίτηση Ρέντσι δείχνει πως μάλλον δεν απέχουμε πολύ από τις κάλπες, αναφέρει το CNBC. Μάλιστα, η χώρα θα δεχθεί ισχυρό πλήγμα αν στις κάλπες επικρατήσει το Κίνημα Πέντε Αστέρων, εκτιμά ο Jones. Σύμφωνα με τον ίδιο, τα υψηλά επίπεδα χρέους της χώρας θα βάλουν την Ιταλία στο στόχαστρο των κερδοσκόπων σε μια τέτοια περίπτωση.
Γερμανία και Ολλανδία δεν είναι απόλυτα ασφαλείς
Παρά την ισχυρότερη οικονομική θέση της Γερμανίας και της Ολλανδίας, οι δύο χώρες δεν είναι απόλυτα ασφαλείς, αναφέρει το CNBC.
"Τα άσχημα νέα είναι πως και οι τέσσερις χώρες αντιμετωπίζουν σημαντικούς κινδύνους τόσο εσωτερικούς (λόγω εκλογών) όσο και εξωτερικούς. Προσωπικά, θεωρώ τους εξωτερικούς κινδύνους πιο ανησυχητικούς", δηλώνει ο Jones. "Προς το παρόν δεν γνωρίζουμε πως θα εξελιχθεί το θέμα του Brexit και εάν η φούσκα του Τραμπ θα σκάσει", πρόσθεσε ο ίδιος.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr