Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της PwC και με βάση το ΑΕΠ σε όρους ισοτιμίας αγοραστικής δύναμης (PPP):
- Έως το 2050, οι έξι από τις επτά μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου αναμένεται να είναι αναδυόμενες
- Η παγκόσμια οικονομία αναμένεται να διπλασιαστεί σε μέγεθος έως το 2042
- Η Κίνα έχει ήδη ξεπεράσει τις ΗΠΑ με βάση το ΑΕΠ σε όρους PPP και αναμένεται να αναδειχθεί στη μεγαλύτερη οικονομία παγκοσμίως και σε όρους συναλλαγματικών ισοτιμιών πριν το 2030
- Η Ινδία αναμένεται να εκτοπίσει τις ΗΠΑ από τη 2η θέση και η Ινδονησία να αναρριχηθεί στην 4η θέση έως το 2050, ξεπερνώντας προηγμένες οικονομίες όπως η Ιαπωνία και η Γερμανία
- Το Βιετνάμ αναμένεται να αναδειχθεί στην ταχύτερα αναπτυσσόμενη μεγάλη οικονομία έως το 2050 και να αναρριχηθεί έως τότε στην 20ή θέση της παγκόσμιας κατάταξης βάσει ΑΕΠ
- Το μερίδιο της ΕΕ27 στο παγκόσμιο ΑΕΠ αναμένεται να υποχωρήσει κάτω από το 10% έως το 2050
- Μακροπρόθεσμα, η Βρετανία αναμένεται να αναπτυχθεί με ταχύτερους ρυθμούς από τον μέσο όρο της ΕΕ27, εφόσον παραμείνει ανοιχτή στο εμπόριο, τις επενδύσεις και το ταλαντούχο ανθρώπινο δυναμικό μετά το Brexit
- Η Τουρκία αναμένεται να εκτοπίσει την Ιταλία έως το 2030, εφόσον ξεπεράσει την πολιτική αστάθεια και καταγράψει πρόοδο σε επίπεδο οικονομικών μεταρρυθμίσεων
- Η Νιγηρία έχει τις προοπτικές να αναρριχηθεί ψηλότερα στη παγκόσμια κατάταξη με βάση το ΑΕΠ, αλλά μόνο εάν διαφοροποιήσει την οικονομία της και αναβαθμίσει τα πρότυπα διακυβέρνησης και τις υποδομές της
- Η Κολομβία και η Πολωνία έχουν τη δυνατότητα να εξελιχθούν στις ταχύτερα αναπτυσσόμενες μεγάλες οικονομίες στην περιοχή τους, δηλαδή στη Λατινική Αμερική και την ΕΕ.
Η μακροχρόνια μετατόπιση της παγκόσμιας οικονομικής δύναμης από τις εδραιωμένες προηγμένες οικονομίες αναμένεται να συνεχιστεί έως το 2050, καθώς το μερίδιο των αναδυόμενων κρατών στο παγκόσμιο ΑΕΠ εξακολουθεί να αυξάνεται παρά τις ανάμικτες επιδόσεις που έχουν σημειωθεί τελευταία σε κάποιες από αυτές τις οικονομίες.
Αυτό είναι ένα από τα βασικά συμπεράσματα που εξάγουν οι οικονομολόγοι της PwC από την τελευταία έκθεση με θέμα πώς θα είναι ο κόσμος το 2050 «The long view: how will the global economic order change by 2050». Η έκθεση παρουσιάζει τις εκτιμήσεις σε όρους αύξησης του ΑΕΠ έως το 2050 για 32 από τις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου, οι οποίες αναλογούν συνολικά στο 85% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Οι εκτιμήσεις βασίζονται στην τελευταία επικαιροποίηση του αναλυτικού μοντέλου μακροχρόνιας παγκόσμιας ανάπτυξης που ανέπτυξε πρώτη η PwC το 2006.
Στην έκθεση διατυπώνεται η εκτίμηση ότι η παγκόσμια οικονομία θα διπλασιαστεί σε μέγεθος έως το 2042, με μέσο ρυθμό ετήσιας αύξησης 2,5% για τα έτη 2016-2050. Η ανάπτυξη αυτή θα προέλθει κυρίως από τις αναδυόμενες και τις αναπτυσσόμενες χώρες, με τα κράτη του E7 –Βραζιλία, Κίνα, Ινδία, Ινδονησία, Μεξικό, Ρωσία και Τουρκία– να αναπτύσσονται με μέσο ετήσιο ρυθμό 3,5% τα επόμενα 34 χρόνια, έναντι μόλις 1,6% που θα είναι ο ρυθμός ανάπτυξης των κρατών του G7 –Καναδάς, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ιαπωνία, Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ.
Ο John Hawksworth, επικεφαλής οικονομολόγος της PwC και ένας εκ των συντακτών της έκθεσης, αναφέρει σχετικά:
«Θα συνεχίσουμε να βλέπουμε μετατόπιση της παγκόσμιας οικονομικής δύναμης από τις εδραιωμένες προηγμένες οικονομίες προς τις αναδυόμενες οικονομίες στην Ασία και αλλού. Τα κράτη του E7 θα παράγουν το 50% περίπου του παγκόσμιου ΑΕΠ έως το 2050, ενώ το μερίδιο των κρατών του G7 οριακά θα υπερβαίνει το 20%».
Εάν εξετάσουμε το ΑΕΠ σε όρους συναλλαγματικών ισοτιμιών (MER), δεν προκύπτει δραστική μετατόπιση της παγκόσμιας οικονομικής δύναμης. Και πάλι, όμως, η Κίνα αναμένεται να αναδειχθεί στη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου πριν το 2030 και η Ινδία θεωρείται αρκετά βέβαιο ότι θα καταλάβει την τρίτη θέση έως το 2050.
Στο επίκεντρο της προσοχής, όμως, θα βρεθούν αναμφίβολα οι νεότερες αναδυόμενες αγορές που θα αναλάβουν κεντρικό ρόλο. Έως το 2050, η Ινδονησία και το Μεξικό αναμένεται να ξεπεράσουν σε μέγεθος την Ιαπωνία, τη Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο ή τη Γαλλία, ενώ η Τουρκία θα ξεπεράσει την Ιταλία. Σε όρους ανάπτυξης, το Βιετνάμ, η Ινδία και το Μπαγκλαντές θα είναι οι ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες τα έτη έως το 2050, με ρυθμό ανάπτυξης 5% κατά μέσο όρο, όπως φαίνεται στο Σχήμα 1. Επίσης, παρουσιάζεται ο επιμερισμός της ανάπτυξης μεταξύ πληθυσμού και κατά κεφαλήν ΑΕΠ.
Η Νιγηρία έχει τη δυνατότητα να κάνει άλμα οκτώ θέσεων στην κατάταξη βάσει ΑΕΠ και να καταλάβει τη 14η θέση έως το 2050. Για να γίνει αυτό, όμως, χρειάζεται διαφοροποίηση της οικονομίας της με δραστηριότητες πέραν του πετρελαίου και ενίσχυση των θεσμών και των υποδομών της.
Η Κολομβία και η Πολωνία παρουσιάζουν, επίσης, εξαιρετικές προοπτικές και αναμένεται να αναδειχθούν στις μεγάλες οικονομίες με τον ταχύτερο ρυθμό ανάπτυξης στην περιοχή τους –τη Λατινική Αμερική και την ΕΕ– (αν και η Τουρκία αναμένεται να αναπτυχθεί με μεγαλύτερο ρυθμό, εάν δώσουμε έναν ευρύτερο ορισμό στην Ευρώπη).
Σύμφωνα με τον John Hawksworth:
«Σε πολλές αναδυόμενες οικονομίες, η ανάπτυξη θα προέλθει από τη ραγδαία αύξηση του πληθυσμού, την εκτίναξη της εγχώριας ζήτησης και του εργατικού δυναμικού. Παράλληλα, όμως, θα πρέπει να γίνουν επενδύσεις στην εκπαίδευση και να βελτιωθούν τα μακροοικονομικά θεμελιώδη μεγέθη προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι θέσεις εργασίας θα επαρκούν για να απορροφήσουν τον αυξανόμενο νέο πληθυσμό αυτών των κρατών».
Μέσα εισοδήματα
Ένα καλό νέο για τις σημερινές ανεπτυγμένες οικονομίες είναι ότι θα συνεχίζουν να έχουν υψηλότερα μέσα εισοδήματα – με εξαίρεση ενδεχομένως την Ιταλία, όλα τα κράτη του G7 θα εξακολουθούν να βρίσκονται υψηλότερα στις κατατάξεις βάσει κατά κεφαλήν ΑΕΠ το 2050. Η ψαλίδα με τις αναδυόμενες αγορές εκτιμάται ότι θα κλείσει σταδιακά σε βάθος χρόνου, ωστόσο, η πλήρης σύγκλιση σε επίπεδο εισοδημάτων παγκοσμίως αναμένεται να έρθει πολύ μετά το 2050.
Η Κίνα θα ανέλθει ως τη μέση της κατάταξης των μέσων εισοδημάτων έως το 2050 (βλ. Χάρτη 1), ενώ η Ινδία θα παραμείνει κάτω από τη μέση, δεδομένου του σημείου εκκίνησής της, παρά τους σχετικά υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης που αναμένεται να καταγράψει σε βάθος χρόνου. Αυτό σημαίνει ότι παρότι η ισχυρή πληθυσμιακή ανάπτυξη μπορεί να αποτελέσει καθοριστικό παράγοντα της συνολικής αύξησης του ΑΕΠ, θα χρειαστεί πολύ περισσότερος χρόνος για να αμβλυνθούν οι διαφορές σε επίπεδο μέσων εισοδημάτων.
Ο John Hawksworth σχολιάζει:
«Οι διαφορές μεταξύ των κρατών σε επίπεδο μέσων εισοδημάτων θα γεφυρωθούν σε βάθος χρόνου, ωστόσο, η διαδικασία αυτή θα ολοκληρωθεί πολύ μετά το 2050». Το 2016, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ των ΗΠΑ ήταν τετραπλάσιο από της Κίνας και σχεδόν 9πλάσιο από της Ινδίας. Έως το 2050, οι διαφορές αυτές αναμένεται να αμβλυνθούν και τα μέσα επίπεδα εισοδήματος στις ΗΠΑ να είναι διπλάσια από της Κίνας και σχεδόν τριπλάσια από της Ινδίας. Ενδέχεται, όμως, η εισοδηματική ανισότητα μεταξύ των κρατών να συνεχίσει να διευρύνεται, ιδίως λόγω των τεχνολογικών μεταβολών που ευνοούν τους εργαζόμενους με υψηλότερο επίπεδο εξειδίκευσης και τους κατόχους του κεφαλαίου».
Η παγκόσμια ανάπτυξη αναμένεται να επιβραδυνθεί παράλληλα με τη γήρανση του πληθυσμού και την ωρίμανση των αναδυόμενων οικονομιών
Οι οικονομολόγοι της PwC αναμένουν ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας με ετήσιο ρυθμό 3,5% περίπου έως το 2010 και σταδιακή επιβράδυνση στο 2,7% τη δεκαετία του 2020, στο 2,5% τη δεκαετία του 2030 και στο 2,4% τη δεκαετία του 2040. Αυτό θα συμβαίνει όσο θα παρατηρείται αξιοσημείωτη μείωση στο εργατικό δυναμικό σε πολλές προηγμένες οικονομίες (και σταδιακά και σε κάποιες αναδυόμενες, όπως η Κίνα). Την ίδια ώρα, οι ρυθμοί ανάπτυξης των αναδυόμενων αγορών θα μετριάζονται όσο οι οικονομίες τους ωριμάζουν και τα περιθώρια ραγδαίας προσαρμογής θα περιορίζονται. Οι τάσεις αυτές αναμένεται να υπερκεράσουν την επίδραση των αναδυόμενων χωρών που θα έχουν βαθμιαία μεγαλύτερη βαρύτητα στο παγκόσμιο ΑΕΠ, οι οποίες διαφορετικά θα έδιναν ώθηση στη μέση παγκόσμια ανάπτυξη.
Η επίτευξη μακροχρόνιας βιώσιμης ανάπτυξης κρύβει προκλήσεις για την χάραξη πολιτικής
Για να αξιοποιήσουν τις εξαιρετικές τους δυνατότητες, οι αναδυόμενες οικονομίες θα πρέπει να προβούν σε βιώσιμες και αποδοτικές επενδύσεις στην εκπαίδευση, τις υποδομές και την τεχνολογία. Η πτώση στην τιμή του πετρελαίου το διάστημα από τα μέσα του 2014 έως τις αρχές του 2016 υπογραμμίζει τη σημασία που έχει η μεγαλύτερη διαφοροποίηση των αναδυόμενων οικονομιών στην επίτευξη μακροχρόνιας βιώσιμης ανάπτυξης. Πίσω από όλα αυτά βρίσκεται η ανάγκη ανάπτυξης των πολιτικών, οικονομικών, νομικών και κοινωνικών θεσμών στις αναδυόμενες οικονομίες με σκοπό την παροχή κινήτρων για ενίσχυση της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας, δημιουργώντας ασφαλείς και σταθερές οικονομίες για επιχειρηματική δραστηριότητα.
Σύμφωνα με τον John Hawksworth:
«Οι αρμόδιοι χάραξης πολιτικής ανά τον κόσμο αντιμετωπίζουν μια σειρά από προκλήσεις στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν τη μακροχρόνια βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη που εκτιμούμε στην παρούσα έκθεση. Οι διαρθρωτικές εξελίξεις, όπως η γήρανση του πληθυσμού και η κλιματική αλλαγή, επιβάλλουν διορατικές πολιτικές που θα διασφαλίζουν ότι το εργατικό δυναμικό θα συνεχίζει να συνεισφέρει στο συνταξιοδοτικό σύστημα για περισσότερα χρόνια και θα προωθούν τεχνολογίες χαμηλού διοξειδίου του άνθρακα.
Η επιβράδυνση της ανάπτυξης του παγκόσμιου εμπορίου, η διεύρυνση των εισοδηματικών ανισοτήτων και η επιδείνωση των παγκόσμιων γεωπολιτικών αβεβαιοτήτων καθιστούν πιο επιτακτική την ανάγκη δημιουργίας διαφοροποιημένων οικονομιών που προσφέρουν ευκαιρίες σε όλους, σε ένα ευρύ φάσμα κλάδων».
Εξαιρετικές επιχειρηματικές ευκαιρίες με το σωστό στρατηγικό μείγμα ευελιξίας και υπομονής
Η ανάπτυξη των αναδυόμενων αγορών θα δημιουργήσει πολλές επιχειρηματικές ευκαιρίες. Αυτές θα προκύψουν από τη διείσδυση των εν λόγω οικονομιών σε νέους κλάδους, τη συμμετοχή στις παγκόσμιες αγορές και την αύξηση του πλούτου των σχετικά νεότερων πληθυσμών τους. Οι αναδυόμενες χώρες θα γίνουν πιο ελκυστικοί προορισμοί για επιχειρηματική δραστηριότητα και διαβίωση και θα προσελκύουν τις επενδύσεις και το ταλαντούχο δυναμικό.
Οι αναδυόμενες οικονομίες εξελίσσονται με γοργούς ρυθμούς και πολλές φορές παρουσιάζουν έντονη μεταβλητότητα και, ως εκ τούτου, οι εταιρείες θα πρέπει να αναπτύξουν στρατηγικές λειτουργίας με το κατάλληλο μείγμα ευελιξίας και υπομονής ώστε να επιτύχουν στις συγκεκριμένες αγορές. Οι μελέτες περιπτώσεων που έχει διεξάγει η PwC υποδεικνύουν πώς οι επιχειρήσεις θα πρέπει να είναι προετοιμασμένες ώστε να προσαρμόσουν τις θέσεις τους σε επίπεδο επωνυμίας και αγορών με σκοπό την κάλυψη των διαφορετικών και, συχνά ελαφρώς διαφοροποιημένων, τοπικών προτιμήσεων. Η εις βάθος κατανόηση της τοπικής αγοράς και των καταναλωτών θα είναι ζωτικής σημασίας και, σε πολλές περιπτώσεις, θα προϋποθέτει τη συνεργασία με τοπικούς εταίρους.
Ο John Hawksworth καταλήγει:
«Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να δείξουν αρκετή υπομονή για να ξεπεράσουν τις βραχυχρόνιες οικονομικές και πολιτικές καταιγίδες που μοιραία προκύπτουν κατά διαστήματα όσο βαδίζουν προς την ωρίμανση. Τα στοιχεία που προκύπτουν από την έρευνά μας, ωστόσο, δείχνουν ξεκάθαρα ότι η αδυναμία εισόδου σε αυτές τις αναδυόμενες αγορές θα κρατήσει τις επιχειρήσεις μακριά από την κύρια δυναμική της ανάπτυξης που αναμένουμε να καταγράψει η παγκόσμια οικονομία από σήμερα έως το 2050».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr