Σε αυτές τις οικονομίες, τα επιτόκια βρίσκονται ακόμη κάτω από τα προ της κρίσης επίπεδα, ενώ οι περισσότερες μεταβλητές - η ανεργία, το εμπόριο, η βιομηχανική παραγωγή και ο διαρθρωτικός πληθωρισμός – τα έχουν ήδη ξεπεράσει. Η ING IM αναφέρει ότι σε πολλές αναδυόμενες αγορές, η νομισματική, η δημοσιονομική και η συναλλαγματική πολιτική παραμένουν ιδιαίτερα επικεντρωμένες στην ενίσχυση της οικονομικής μεγέθυνσης.
Ο πληθωρισμός στη %ύση
Σχετικά με τους πληθωριστικούς φόβους που αναπτύσσονται στη Δύση, η ING IM τους χαρακτηρίζει υπερβολικούς και θεωρεί ότι οδηγούν σε μια σειρά ατυχών οικονομικών και επενδυτικών αποφάσεων, οι οποίες βλάπτουν τις οικονομίες και τις κεφαλαιαγορές. Η εταιρεία διαχείρισης κεφαλαίου ισχυρίζεται ότι τα τρέχοντα οικονομικά δεδομένα υποδεικνύουν επιβραδυνόμενες πληθωριστικές πιέσεις σε ότι αφορά τα δομικά τους χαρακτηριστικά.
Η ING IM λέει ότι οι υποστηρικτές της θέσης ενός αυξημένου πληθωρισμού επικαλούνται δύο τουλάχιστον επιχειρήματα, τα οποία κρίνονται ως αμφισβητήσιμα. Το πρώτο είναι ότι η άνευ προηγουμένου «χαλαρή» νομισματική πολιτική αυτόματα θα οδηγήσει σε υπερβάλλοντα πληθωρισμό. Όχι μόνο η περίπτωση της Ιαπωνίας αποδεικνύει ότι αυτό δεν είναι καθόλου βέβαιο, αλλά και η τεκμηρίωση αυτού του επιχειρήματος είναι ελλιπής.
Ο Valentijn van Nieuwenhuijzen, Head of Strategy, Strategy and Asset Allocation Group, ING Investment Management λέει: “Μία από τις βασικές προκλήσεις για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής για τις ανεπτυγμένες αγορές είναι ότι ο μηχανισμός διοχέτευσης της ρευστότητας δεν λειτουργεί ακόμα σωστά. Η συνεχής απομόχλευση και η διάθεση διατήρησης χρηματικών διαθεσίμων των εμπορικών τραπεζών, έχουν σαν αποτέλεσμα να μην μεταφράζεται η στάση των κεντρικών τραπεζών σε πλεονάζουσα παροχή χρήματος και πιστώσεων. Επιπλέον, οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά έχουν μικρότερη διάθεση για πρόσθετο δανεισμό. Yς αποτέλεσμα, μια πολύ ήπια ροή «χρημάτων» στην οικονομία έχει λάβει χώρα και επομένως το επιχείρημα ότι «πάρα πολλά χρήματα αντιστοιχούν σε λίγα αγαθά» δεν αντιστοιχεί στην πραγματικότητα.”
Η ING IM αναφέρει ότι η δεύτερη παρανόηση μεταξύ των «απολογητών» του πληθωρισμού είναι ότι οι κίνδυνοι για «υπερθέρμανση» στις αναπτυγμένες οικονομίες της αγοράς είναι ήδη ορατοί και άμεσοι. Η χρήση των παραγωγικών συντελεστών γενικότερα κυμαίνεται ακόμα σε σημαντικά χαμηλότερα από τα της προ της κρίσης επίπεδα (η Γερμανία είναι η εξαίρεση των χωρών G4), αλλά ακόμα κάποιοι υποστηρίζουν ότι θα έρθουμε αντιμέτωποι με ανοδικές πιέσεις σε τιμές και μισθούς, λόγω της σοβαρής έλλειψης παραγωγικών συντελεστών στην οικονομία. Και πάλι, η ING IM, λέει ότι η θεωρία αλλά και τα πραγματικά στοιχεία δεν συνάδουν με αυτό τον ισχυρισμό.
Ο Valentijn van Nieuwenhuijzen λέει: “Οι τιμές προϊόντων, των οποίων η προσφορά είναι περιορισμένη, έχουν αυξηθεί (π.χ. Των εμπορευμάτων), αλλά αυτό είναι μια αντανάκλαση των σχετικών μεταβολών των τιμών σε σύγκριση με άλλα αγαθά και υπηρεσίες.
Δεδομένου ότι οι εργαζόμενοι εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν πολύ υψηλότερη από το φυσιολογικό εργασιακή ανασφάλεια, οι μεταβολές των σχετικών τιμών δεν μεταφράζονται σε υψηλότερες αυξήσεις μισθών ή ευρύτερες ανοδικές πιέσεις στο γενικό επίπεδο τιμών.
“Στην πραγματικότητα, οι υψηλότερες τιμές των τροφίμων και της ενέργειας συχνά θα διαβρώνουν το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, που δεν είναι σε θέση να αυξήσουν ανάλογα τα εισοδήματα από την εργασία τους. Ως εκ τούτου, έχουν λιγότερα χρήματα στη διάθεσή τους να δαπανήσουν για άλλα αγαθά. Ως αποτέλεσμα, οι τιμές αυτών των «άλλων» αγαθών θα υποστούν πτωτικές πιέσεις, και αυτό σημαίνει ότι θα λάβει χώρα μία σημαντική εναλλαγή των τιμών μεταξύ των διαφόρων προϊόντων χωρίς όμως απότομη αύξηση του μέσου επιπέδου τιμών.” Για να αντιμετωπίσουν την παραπάνω επιχειρηματολογία για τις τιμές, κάποιοι υποστηρικτές του πληθωρισμού αντιτείνουν ότι η προσφορά εργασίας είναι στην πραγματικότητα πολύ πιο περιορισμένη από ό, τι πολλοί πιστεύουν. Αν ισχύει, βάσει αυτού του επιχειρήματος, αυτό θα μπορούσε να δημιουργήσει πληθωριστικές πιέσεις στο άμεσο μέλλον, μέσω ενός ανοδικού σπιράλ μισθών- τιμών, όπως συνέβη τη δεκαετία του ‘70 . Η αιτιολόγηση αυτής της άποψης «βρίσκεται», στην πεποίθηση ότι οι διαρθρωτικές αλλαγές στην οικονομία έχουν αυξήσει σημαντικά τις τριβές στην αγορά εργασίας.
Ο Valentijn van Nieuwenhuijzen λέει: “Ίσως υπάρχει κάποια αλήθεια σε αυτή την άποψη, αλλά οι συνολικές μετρήσεις σχετικά με την ανεργία δεν υποστηρίζουν αυτή τη θεωρία. Επίσης, οι εταιρείες δεν φαίνεται να ανησυχούν ιδιαίτερα για την έλλειψη έμπειρου προσωπικού.”
Η ING IM αναφέρει ότι οι πληθωριστικοί κίνδυνοι που σχετίζονται με τις υψηλότερες τιμές του πετρελαίου και των τροφίμων δεν είναι υπερβολή. Το πιθανότερο είναι ότι αυτές οι αυξήσεις των τιμών θα υπονομεύσουν το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα σε πολλές ανεπτυγμένες αγορές. Από αυτή την άποψη, αναφέρει, ότι μπορεί οι αυξήσεις αυτές να στηρίξουν τις αγορές κρατικών ομολόγων χωρών των οποίων οι κεντρικές τράπεζες είναι πρόθυμες να κοιτάξουν πέρα από τα υψηλότερα ποσοστά συνολικού πληθωρισμού (ειδικότερα η Fed). Αυτό ισχύει λιγότερο για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και πιθανώς την Τράπεζα της Αγγλίας, και ως εκ τούτου αυτές οι αγορές ομολόγων κινδυνεύουν περισσότερο από τα σενάρια για αυξανόμενες τιμές του πετρελαίου. Ως εκ τούτου, πιστεύει ότι οι ευρωπαϊκές και βρετανικές καμπύλες απόδοσης είναι πιθανό να γίνουν περισσότερο επίπεδες (flatten) εάν οι τιμές τροφίμων και ενέργειας συνεχίσουν να αυξάνονται. Για τις αγορές κεφαλαίου υψηλότερου κινδύνου, όπως εταιρικά ομόλογα, μετοχές και ακίνητα, ο διαχειριστής θεωρεί πιο σημαντική την παράμετρο του αυξημένου κόστους από τον κίνδυνο υψηλότερου πληθωρισμού που συνοδεύει τις υψηλότερες τιμές εμπορευμάτων.
Ταυτόχρονα, αν η αναταραχή στη Μέση Ανατολή ηρεμήσει και οι τιμές του πετρελαίου σταθεροποιηθούν ή υποχωρήσουν, οι προοπτικές για τις κατηγορίες επενδύσεων υψηλότερου κινδύνου θα βελτιωθούν αισθητά. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, οι αγορές των ανεπτυγμένων οικονομιών θα συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν μικρούς πληθωριστικούς κινδύνους και να ευνοούνται από την τρέχουσα κυκλική ανάκαμψη της οικονομίας.
Η ING IM αναφέρει ότι οι επενδυτές πρέπει επίσης να γνωρίζουν ότι οι τιμές των εμπορευμάτων είναι κάθε άλλο παρά τέλειοι αντισταθμιστές του πληθωρισμού στις ανεπτυγμένες αγορές. :εδομένης της πτωτικής τους επίδρασης στην ανάπτυξη, οι υψηλότερες τιμές του πετρελαίου θα μπορούσαν να διαβρώσουν τη ζήτηση και να προκαλέσουν υποχώρηση του δομικού πληθωρισμού, ενώ οι χαμηλότερες τιμές του πετρελαίου θα μπορούσαν να είχαν το αντίθετο αποτέλεσμα. Εάν οι τιμές των εμπορευμάτων σημειώσουν μία μέτρια αύξηση ή πτώση, δεν θα υπάρχει ενδεχομένως ισχυρή συσχέτιση μεταξύ του πληθωρισμού και των τιμών των εμπορευμάτων.
Ο Valentijn van Nieuwenhuijzen λέει: «Μου κάνει εντύπωση το γεγονός ότι οι φόβοι αύξησης του πληθωρισμού έχουν τόσο πολύ παγιωθεί σε ορισμένους οικονομικούς κύκλους. Η πεποίθηση από πολλούς ότι ο πληθωρισμός μπορεί μόνο να ανέλθει είναι επικίνδυνα απλουστευτική και η αλήθεια είναι ότι το μέλλον είναι αβέβαιο. Ας ελπίσουμε πως η «επιστημονική» λογική θα επικρατήσει, γιατί χωρίς αυτή πολλές λανθασμένες αποφάσεις λαμβάνονται, προκαλώντας ζημιά στις οικονομίες και στις αγορές κεφαλαίου.»
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr