Στάθηκα μπροστά σε ένα πάγκο που πουλούσε κουνουπίδια και λοιπά λαχανικά, παρατηρώντας μια μεγάλη σε μέγεθος πινακίδα να διαφημίζει, ένα ευρώ το κομμάτι (το κουνουπίδι). Διάλεξα ένα και το έδωσα στον έμπορο μαζί με ένα ευρώ, εκείνος μιλώντας σε κάποιον άλλο πελάτη, το ζύγισε και με ύφος φιλικό μου είπε “δύο ευρώ κύριε”. Χαμογελώντας, του έδειξα την πινακίδα εξηγώντας του ταυτόχρονα, ότι εδώ διαφημίζεις τα κουνουπίδια προς ένα ευρώ το κομμάτι, και τι φαντάζεστε ότι μου απάντησε; «Α! συγγνώμη, έκανα λάθος στην τοποθέτηση της πινακίδας, δεν αναφέρεται στα κουνουπίδια αλλά στις ντομάτες» (λες και οι ντομάτες κόστιζαν ένα ευρώ η μία)!
Το ίδιο μου συνέβη κάποια άλλη στιγμή, σε πολυτελές κατάστημα ανδρικών ενδυμάτων στο Κολωνάκι, όπου τράβηξε την προσοχή μου ένα πουκάμισο στο ράφι, με ένδειξη προσφοράς 40% επί της αναγραφόμενης τιμής. Αφού το κοίταξα για να βεβαιωθώ ότι ήταν το νούμερο μου, πήγα στο ταμείο για να το πληρώσω, όπου η υπεύθυνη του καταστήματος, μου ζήτησε 145 ευρώ, όσο, δηλαδή κόστιζε χωρίς την έκπτωση. Απορημένος, της έδειξα το σημείο που το πήρα, με την πινακίδα της προσφοράς, που έλεγε «έκπτωση 40%». Η υπεύθυνη, τότε, φώναξε τον υπάλληλο, επιπλήττοντας τον, για την αμέλεια του, να βάλει την πινακίδα σε λάθος θέση. Όπως καταλαβαίνετε είχε εσκεμμένα ή μη «πέσει» κατά λάθος, σε άλλο ράφι!
Ο λόγος που αναφέρω αυτά τα, μεμονωμένα ελπίζω, περιστατικά, είναι γιατί θέλω να καταδείξω, όχι μόνο την πονηριά του παραγωγού της Λαϊκής, αλλά και την εσκεμμένη σε πολλές περιπτώσεις, τακτική εξαπάτησης και υποτίμησης της νοημοσύνης των καταναλωτών από κάποιες εμπορικές επιχειρήσεις. Όλοι κατανοούμε τις δύσκολες στιγμές που περνάνε, ιδιαίτερα με τα capital controls, που έχουν σαν αποτέλεσμα τη δραστικότατη μείωση της αγοραστικής μας δύναμης, αλλά...
Κάποτε, πολλά χρόνια πριν, οι απλοί και ανυποψίαστοι καταναλωτές σε παρόμοιες περιπτώσεις ντρεπόντουσαν να αντιδράσουν και να διεκδικήσουν το δίκιο τους. Σήμερα, όμως, στην τρίτη χιλιετία, η γνώση, η εμπειρία και η αντίληψη των ανθρώπων είναι διαφορετικές, ή τουλάχιστον έτσι θα έπρεπε.
Σε πιο προηγμένες κοινωνίες, όπως π.χ. των ΗΠΑ, τα φαινόμενα παραπλάνησης, εξαπάτησης και αδικαιολόγητης κερδοσκοπίας, από οποιονδήποτε, τιμωρούνται αυστηρά από το νόμο. Ακόμα περισσότερο, ο νόμος αναγνωρίζει το δίκαιο των καταναλωτών ως αναφαίρετο δικαίωμα τους. Τους προτρέπει, θα έλεγα, να ασκούν μηνύσεις, προς τους πωλητές και, σε πολλές περιπτώσεις, όπως συνέβη με τις καπνοβιομηχανίες, χιλιάδες καταναλωτές προέβησαν σε μαζικές μηνύσεις εναντίον τους, διεκδικώντας εκατομμύρια δολάρια σε αποζημιώσεις, για τις επιβλαβείς και σε ορισμένες περιπτώσεις θανατηφόρες επιπτώσεις που είχε το κάπνισμα σε συγγενικά τους πρόσωπα, αλλά και σε άλλες περιπτώσεις, για εξαπάτηση και υποτίμηση της νοημοσύνης τους.
Αλλά αυτά συμβαίνουν εκεί όπου οι καταναλωτές δεν ανέχονται ούτε υπομένουν στωικά την κοροϊδία. Δυστυχώς, στη χώρα μας, σε πολλές περιπτώσεις, ο εξαπατημένος καταναλωτής δεν αντιδρά. Παρά το γεγονός ότι έχουν πολλαπλασιαστεί οι υπηρεσίες που μπορούν να τον βοηθήσουν όταν θέλει να καταγγείλει κάτι.
Τέλος, οι καταναλωτές θα πρέπει να καταλάβουν ότι διαθέτουν το μεγαλύτερο όπλο ενάντια στην κοροϊδία, την επιλογή!
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr