Το 1914, ο Henry Ford έκανε κάτι εκπληκτικό: Ανακοίνωσε ότι επρόκειτο να υπερδιπλασιάσει τους μισθούς που πλήρωνε στους υπαλλήλους του, από 2,34 σε 5 δολάρια την ημέρα - ποσό ισοδύναμο με 120 δολάρια την ημέρα σε σημερινά χρήματα. Αυτό προκάλεσε σοκ σε ολόκληρη την Αμερική. Μια ισχυρή εταιρεία αποφάσισε οικειοθελώς να μοιρασθεί ορισμένα από τα κέρδη της με τους εργαζόμενους σε αυτήν, χωρίς κανείς να την υποχρεώνει. Μήπως ο Henry Ford είχε τρελαθεί;
Κάποιοι ισχυρίσθηκαν ότι αυτό έγινε για να μπορούν οι εργαζόμενοι να αγοράζουν τα αυτοκίνητα της εταιρείας. Όντως, οι εργαζόμενοι της Ford μπορούσαν πλέον να αγοράζουν πέραν των αυτοκινήτων και πολλά άλλα προϊόντα που παρήγαγαν άλλες εταιρείες. Αλλά αυτό είχε και μια άλλη σημαντική επίδραση. Μείωσε το κόστος πρόσληψης, αντικατάστασης και εκπαίδευσης των εργαζομένων. Η εταιρεία κράτησε τα ταλέντα της και όλα τα νέα ταλέντα συνωστίζονταν στην πόρτα της.
Οι νέοι μισθοί έδωσαν τη δυνατότητα στους εργαζόμενους στην Ford να ζήσουν καλά. Και έκαναν ακόμα τα ανώτερα στελέχη και τους μετόχους της εταιρείας υπερήφανους για το δημιούργημά τους. Με λίγα λόγια, αντί να προσανατολίζεται μόνο στους μετόχους και τους πελάτες, όπως μέχρι τότε συνέβαινε, η Ford εισήγαγε την ιδέα ότι οι μεγάλες εταιρείες θα πρέπει να ασχοληθούν και με τους εργαζόμενους σε αυτές. Και επειδή οι εργαζόμενοι μιας εταιρείας είναι οι πελάτες κάποιας άλλης εταιρείας, η απόφαση της Ford βοήθησε στην ανακατανομή του εισοδήματος των ΗΠΑ σε περισσότερους πολίτες και στη συνολική επέκταση της αγοραστικής δύναμης. Βοηθώντας με αυτόν τον τρόπο το σύνολο της οικονομίας.
Τα ευσυνείδητα στελέχη, δεν πάνε με το «κιλό» και είναι εκείνα που όντας αφοσιωμένα ταυτίζουν την πορεία και την καριέρα τους με την επιτυχία της επιχείρησης που εργάζονται. Και ειδικά αυτά τα στελέχη, αν θέλουμε να είναι παραγωγικά, αποδοτικά και αφοσιωμένα – πρέπει να πληρώνονται τα χρήματα που αξίζουν «πάνω από το τραπέζι» και όχι από «κάτω», για να δούμε από τι πραγματικά είναι φτιαγμένοι.
Στελέχη σαν αυτά, που αναφέρω παραπάνω, περνούν μεγάλο μέρος της ζωής τους στην εργασία. Και το κάνουν αυτό επειδή αγαπούν τη δουλειά τους και όχι μόνο επειδή πληρώνονται για να την κάνουν (τουλάχιστον όσοι είναι επαγγελματίες). Ανεξαρτήτως του κόστους που συνεπάγεται αυτό για την προσωπική τους ζωή!
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο σε αρκετές επιχειρήσεις στις ΗΠΑ – και όχι μόνο – δεν δίνουν επιδόματα και χρήματα «κάτω από το τραπέζι». Δίνουν τα χρήματα εκτιμώντας αυτά που πραγματικά αξίζει ο υποψήφιος, του τα προσφέρουν κάνοντας σαφές από την πρώτη στιγμή τι συνεπάγεται ο μισθός, ξεκινώντας από τη διαδικασία πρόσληψης και την περιγραφή των καθηκόντων αλλά και των ευθυνών που τη συνοδεύουν. Έτσι, απασχολούν στελέχη τα οποία σε αντάλλαγμα προσφέρουν στην επιχείρηση τον ενθουσιασμό και την αφοσίωση τους, δίνοντας πραγματικά πάνω από το 100% των δυνατοτήτων τους.
Και το κατορθώνουν αυτό, διότι κατά τη διάρκεια της πρώτης συνέντευξης, ρωτούν τι δυνατότητες έχει ο υποψήφιος να προσφέρει στην επιχείρηση, αντί να του υπαγορεύουν μόνο τι ζητούν εκείνοι από αυτόν. Δεν διαπραγματεύονται τον μισθό ούτε προσπαθούν να αναγκάσουν ένα στέλεχος να λάβει ένα μικρότερο ποσό από ό,τι χρειάζεται. Για τον απλούστατο λόγο ότι αν το κάνουν αυτό, το στέλεχος θα σκέφτεται πάντοτε τα χρήματα που του λείπουν και θα ψάχνει για άλλες εταιρείες που πληρώνουν περισσότερα. Και παρά την κρίση, καμία εταιρεία δεν αντέχει να χάνει τα ταλέντα της.
Αλλά για να επανέλθουμε στο γενικότερο θέμα, η ιστορία αυτή του Henry Ford, που αναφέρεται παραπάνω, είναι ιδιαίτερα σημαντική σήμερα. Επειδή βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια παρόμοια οικονομική κατάσταση όπως αυτή των αρχών του 20ου αιώνα. Όπου ο κορεσμός της εργασίας ήταν τέτοιος που επέτρεπε στις εταιρείες των ΗΠΑ να πληρώνουν πολύ λίγα στους εργαζομένους τους, αφήνοντας το μεγαλύτερο μέρος των αφοσιωμένων υπαλλήλων τους σχεδόν άπορους. Οδηγώντας σε μείωση της αγοραστικής δύναμης της μεσαίας τάξης που είχε συνολικό αντίκτυπο στην οικονομική ανάπτυξη.
Αν θέλουμε να διορθώσουμε τις προβληματικές σημερινές οικονομίες, μάλλον χρειαζόμαστε πολλές μεγάλες εταιρείες που θα κάνουν ό,τι έκανε ο Henry Ford οικειοθελώς.
About the Author: Ο Πάνος Τσαγκαράκης διετέλεσε επί σειρά ετών υψηλόβαθμο στέλεχος επιχειρήσεων στις ΗΠΑ, Καναδά και Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια είναι αρθρογράφος του “Reporter” και Διευθυντής Σύνταξης του μηνιαίου περιοδικού «Οικονομικά & Ναυπλιακά Νέα». Ειδικεύεται στη Διοίκηση Επιχειρήσεων με εξειδίκευση τo Marketing και την Επικοινωνία
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr