Τι μας λέει αυτό, πρωτίστως ότι έχουν συνειδητοποιήσει πως οι καταναλωτικές τους συνήθειες είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με την βιωσιμότητα των επιχειρήσεών τους. Δεύτερον, ότι τα προϊόντα τα οποία δεν παράγουν, είναι συμπληρωματικά στο σύγχρονο τρόπο ζωής τους, και τα καταναλώνουν κάτω από συγκεκριμένες περιπτώσεις και συνθήκες.
Οι πολυεθνικές επιχειρήσεις, στην προσπάθειά τους να κατακτήσουν άλλες αγορές, το πρώτο που υπολογίζουν, όσον αφορά την επένδυσή τους, είναι το οικονομικό επιχείρημα στο οποίο θα την στηρίξουν (economic justification). Οι έρευνες, τόσο για τις συνθήκες ανάπτυξής τους στην αγορά μας, όσο και για τις καταναλωτικές συμπεριφορές των Ελλήνων, δικαιολογούσαν πλήρως την απόφασή τους να ασχοληθούν με την ελληνική αγορά. Έτσι, άρχισαν να συνεργάζονται με τις μεγάλες ελληνικές βιομηχανίες καταναλωτικών προϊόντων, με απώτερο στόχο τη μετέπειτα εξαγορά των ισχυρών δικτύων διανομής τους.
Ας θυμηθούμε πώς κάποτε είχαμε βιομηχανίες που κατασκεύαζαν λευκές οικιακές συσκευές, όπως η ΙΖΟΛΑ και η ΠΙΤΣΟΣ. Είχαμε ζυθοποιίες όπως η ΦΙΞ και βιομηχανίες αναψυκτικών όπως η ΗΒΗ, είχαμε βιομηχανίες απορρυπαντικών και ελαιολάδου όπως η ROLCO και η Ελαΐς, οι οποίες ενώ επένδυσαν τεράστια ποσά στον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό και ανάπτυξη των προϊόντων τους στην ελληνική αγορά, καθώς και σε ολοκληρωμένες στρατηγικές επικοινωνίας των προϊόντων τους, πούλησαν τα brands και τα δίκτυα διανομής τους στις πολυεθνικές και άφησαν πρόσφορο το έδαφος για την αθρόα εισαγωγή των ξένων brands.
Στη χώρα μας δεν έχουμε βαριά βιομηχανία που να παράγει π,χ. αυτοκίνητα κλπ, παράγουμε, όμως, εξαιρετικά αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα, καθώς επίσης, υπέροχα κρασιά και τοπικά οινοπνευματώδη. Αν οι Έλληνες καταναλωτές είχαν την κατάλληλη ευαισθησία και επίγνωση για τις καταναλωτικές τους επιλογές, σήμερα, δεν θα βλέπαμε παραγωγούς πορτοκαλιών και ροδακινιών αλλά και κτηνοτρόφους, να χύνουν τα προϊόντα τους διαμαρτυρόμενοι στους δρόμους. Και αυτό βέβαια δεν μπορούμε να το αποδώσουμε μόνο στους καταναλωτές, αλλά κυρίως στις κυβερνήσεις και στις ίδιες τις βιομηχανικές μονάδες, που διαχρονικά δεν είχαν ένα συμπαγές σύστημα αξιοποίησης και αξιολόγησης καθώς και τιμολογιακής πολιτικής του πρωτογενούς παραγωγικού τομέα, ώστε να καταστεί βιώσιμος.
Αλλά και η ευθύνη των καταναλωτών είναι μεγάλη, διότι δεν έχουν ιδέα για τις επιπτώσεις των επιλογών τους στην ελληνική οικονομία. Δεν καταλαβαίνω πως από το τσίπουρο, τη ρετσίνα, τη φέτα, το ελληνικό κρασί, τις ντομάτες, τις πατάτες τα μακαρόνια και τα εκπληκτικά ελληνικά καπνά, κατέληξαν να επιλέγουν γαλλικά κρασιά και σαμπάνιες, λευκή συσκευασμένη φέτα από την Ολλανδία, μακαρόνια από την Ιταλία, πούρα από τη Λατινική Αμερική και οικιακές συσκευές από τη Γερμανία.
Αυτό, στη δική μου συνείδηση χαρακτηρίζεται ως παντελής έλλειψη καταναλωτικής παιδείας, αλλά και επίγνωσης των συνεπειών των καταναλωτικών επιλογών στην ελληνική οικονομία και στη βιωσιμότητα των ελληνικών προϊόντων και επιχειρήσεων.
Εκτός αν ρίξουμε, για άλλη μια φορά, την ευθύνη στην παγκοσμιοποίηση!
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr