Η Marguerite Rigoglioso, αρθρογράφος στο Stanford Graduate School of Business, εγείρει το ερώτημα, κατά πόσο ένα ενδεχόμενο μποϊκοτάρισμα στα προϊόντα της BP θα ήταν αποτελεσματικό.
Σύμφωνα με τους Phillip Leslie, καθηγητή Οικονομικών και Στρατηγικού Μάνατζμεντ στο πανεπιστήμιο του Stanford και Larry Chavis, καθηγητή Επιχειρηματικότητας στο πανεπιστήμιο της North Carolina, οι οποίοι ερεύνησαν το μποϋκοτάζ των γαλλικών κρασιών από τους Αμερικανούς κατά το 2003, ως μια οξεία αντίδραση για την αντίθεση της Γαλλίας στον πόλεμο εναντίον του Ιράκ, τα στοιχεία έχουν ως εξής: οι πωλήσεις των γαλλικών κρασιών στις ΗΠΑ, μειώθηκαν κατά 26 τοις εκατό στην κορύφωση του μποϋκοτάζ, και 13 τοις εκατό κατά μέσο όρο σε όλη τη διάρκεια του.
Τα δραματικά αυτά ευρήματα, βρίσκονται σε έντονη αντίθεση με τις περισσότερες άλλες μελέτες, οι οποίες δείχνουν ως μικρό ή σχεδόν μηδαμινό το αποτέλεσμα που επιφέρει το μποϋκοτάζ προϊόντων/επιχειρήσεων. Και περιέργως, σε ορισμένες από αυτές, εμφανίζει θετικά αποτελέσματα για τα προϊόντα/επιχειρήσεις. Το πρόβλημα, λέει ο Leslie, «είναι ότι όλες αυτές οι έρευνες εξέταζαν τις διαφοροποιήσεις στις τιμές των μετοχών των επιχειρήσεων σε σχέση με τα μποϋκοτάζ. Αλλά οι τιμές των μετοχών επηρεάζονται από πολλούς παράγοντες, οι οποίοι μπορεί να μην είναι αξιόπιστοι δείκτες σε αυτή την περίπτωση».
Έτσι λοιπόν, οι Chavis και Leslie, σκανάρισαν τις πληροφορίες που άντλησαν από τα supermarkets και τους μεγάλους εμπόρους κρασιών, με επίμονες μετρήσεις εβδομαδιαίων καταναλωτικών συμπεριφορών και παραγγελιών. Περιορίζοντας την έρευνα σε τρεις μεγάλες πόλεις, Los Angeles, Houston και San Diego, όπου η κατανάλωση κρασιού είναι μεγαλύτερη. Υπολογίζοντας, τα αντλούμενα νούμερα, κατά προσέγγιση, οι δύο ερευνητές αποφάνθηκαν, ότι οι γαλλικές επιχειρήσεις εμφιαλωμένου οίνου, έχασαν $112 εκατομμύρια συνολικά, στη διάρκεια του μποϋκοτάζ.
Η ομάδα, μέτρησε την ένταση και διάρκεια του μποϋκοτάζ, σε σχέση με το αποτέλεσμα, συνυπολογίζοντας τον αριθμό των άρθρων στις εφημερίδες που ασχολήθηκαν με το θέμα. Όπως οι Wall Street Journal, New York Times και USA Today, καθώς επίσης και τα σχόλια τηλεοπτικών προσωπικοτήτων όπως ο Bill O'Reilly, στο TV show The O'Reilly Factor. Τα δημοσιεύματα στις πρώτες σελίδες των εφημερίδων, φαίνεται να επηρέασαν τις πωλήσεις των γαλλικών κρασιών περισσότερο από τα σχόλια του τηλεπαρουσιαστή.
Ο Leslie δήλωσε ότι «σε αντίθεση με αυτά που περιμέναμε, δεν παρατηρήσαμε καμιά μείωση στις πωλήσεις των κρασιών, μετά από τα σχόλια του O'Reilly στα show του» προσθέτοντας με χιούμορ «φαίνεται, ότι ασκεί (ο O'Reilly), μικρότερη επιρροή, από αυτήν που νομίζαμε».
Εδώ, πρέπει να σημειώσουμε, ότι τα κρασιά των οποίων οι πωλήσεις επηρεάστηκαν περισσότερο, ήταν τα φθηνά και τα ακριβά. Τα μεσαίας κατηγορίας κρασιά έμειναν σχεδόν ανεπηρέαστα από το μποϋκοτάζ. Ο Leslie, υποθέτει ότι αυτό συνέβη, διότι οι καταναλωτές που αγοράζουν φθηνά γαλλικά κρασιά, δεν επενδύουν στο προϊόν αυτό καθαυτό, ενώ οι καταναλωτές που αγοράζουν τα ακριβά, περισσότερο τα χρησιμοποιούν σαν δώρα, αντικαθιστώντας έτσι άλλα ακριβά προϊόντα.
Η ερώτηση κατά πόσο αποτελεσματικό είναι το μποϋκοτάζ, σε προϊόντα/επιχειρήσεις, κέντρισε το ενδιαφέρον ενός αυξανόμενου αριθμού πανεπιστημιακών και φοιτητών, οι οποίοι αναζητούν θέματα, για το πώς τα επιχειρηματικά προβλήματα, τα οποία υπερβαίνουν την κανονική δυναμική ανταγωνισμού, όπως κανονισμοί, lobbying, εξωτερική πολιτική κλπ, επηρεάζουν την βάση των καταναλωτών. Σύμφωνα με τον Leslie «η έρευνα αυτή στοιχειοθετεί πως, μεταξύ άλλων, η κυβερνητική εξωτερική πολιτική, μπορεί πραγματικά να έχει αντίκτυπο στα κέρδη των επιχειρήσεων, με μη αναμενόμενους τρόπους»
Επιχειρήσεις όπως η Nestlé, στην οποία έχει ασκηθεί κριτική παγκοσμίως για το marketing υποκατάστατων προϊόντων του μητρικού γάλακτος, η Nike, η οποία ρίχτηκε στην «πυρά» για πρακτικές απασχόλησης στην Ασία, η KFC, για κακοποίηση των κοτόπουλων κ.ά. αισθάνθηκαν προ καιρού τα πυρά του Τύπου, για τις πρακτικές τους αυτές, με συνεπακόλουθες καταναλωτικές συμπεριφορές και μποϋκοτάζ.
Η παραπάνω έρευνα είναι πολύ χρήσιμη και θα πρέπει να σημάνει συναγερμό στις επιχειρήσεις που ακολουθούν πρακτικές οι οποίες προσβάλλουν, κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο, το κοινό αίσθημα. Εξάλλου, το μποϋκοτάζ ίσως αποτελεί το μοναδικό «όπλο» των καταναλωτών, απέναντι σε φαινόμενα αισχροκέρδειας, εκμετάλλευση παιδικής εργασίας, μόλυνσης και καταστροφής του περιβάλλοντος και όποιων άλλων αλόγιστων και ανήθικων πρακτικών, τυχόν χρησιμοποιούν οι επιχειρήσεις ανά τον κόσμο. Μπορεί οι τιμές των μετοχών να μην επηρεάζονται σε όλες τις περιπτώσεις – αν και η μετοχή της BP δεν χρειάσθηκε κανένα μποϋκοτάζ για να πάρει τον κατήφορο – ο αντίκτυπος όμως στα κέρδη των επιχειρήσεων είναι ισχυρός. Ιδιαίτερα, όταν οι πολίτες των αναπτυγμένων χωρών του πλανήτη αποφασίζουν να ξεκολλήσουν από την απάθεια και την αδιαφορία για το τι συμβαίνει γύρω τους.
Ο νέος καταναλωτής, όλο και περισσότερο, δεν αγοράζει προϊόντα τα οποία παράγονται κατά τρόπο που να υποβαθμίζει ηθικά ή υλικά τη ζωή του. Κάτι το οποίο, στους δύσκολους καιρούς που διανύουν και οι επιχειρήσεις σήμερα, είναι κρίσιμο να γίνει αντιληπτό, ώστε όχι μόνο να τις διατηρήσει στη ζωή, αλλά να τις βοηθήσει να επιτύχουν αυτό που λέμε βιώσιμη ανάπτυξη!
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr