Το πρώτο στοιχείο προβληματισμού είναι κατ' αρχήν η διάρκεια και η ένταση αυτής της κρίσης. Γιατί χρειαστήκαμε μία ολόκληρη δεκαετία για να επανέλθουμε σε ρυθμό ανάπτυξης που να υπερβαίνει έστω το 2% (εκτός κι αν μας προκύψει κάποια γεωπολιτική επιπλοκή ή αν η ευρωπαϊκή οικονομία πατήσει απότομα φρένο λόγω επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας ως αποτέλεσμα της πορείας των κυκλικών οικονομικών διακυμάνσεων και των "απόνερων" της οικονομικής πολιτικής του -κατά τα λεγόμενα του ίδιου- "απαράμιλλα σοφού" πορτοκαλή πλανητάρχη); Οι αναλυτές επισημαίνουν διάφορες παραμέτρους. Πέραν της έλλειψης εγχώριας συναίνεσης, από τις πιο σημαντικές είναι το γεγονός ότι η δημοσιονομική κρίση δεν ήταν παρά η κορυφή του παγόβουνου μιας ευρύτερης κρίσης που συνδύαζε μια πραγματική οικονομία με καταβαραθρωμένη ανταγωνιστικότητα, μαζί με αναιμικούς θεσμούς και έναν δημόσιο τομέα με χρόνιες παθογένειες.
Ολα αυτά τα χρόνια η προσοχή μας -δικαίως- επικεντρώθηκε σε μεγάλο βαθμό στη δημοσιονομική πτυχή της κρίσης και στη σχετική προσπάθεια. Αυτό όμως που συχνά διέφυγε της προσοχής στον δημόσιο διάλογο και πέρασε σε δεύτερη μοίρα είναι το γεγονός πως, πέραν των δημοσιονομικών, και η πραγματική οικονομία βάδιζε στον δρόμο της κατάρρευσης με ένα έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της τάξης του 15% του ΑΕΠ το 2008. Το έλλειμμα αυτό σχετίζεται ευθέως με το ότι η μεταποίηση στην Ελλάδα έχει από τα μικρότερα ποσοστά συμμετοχής στο ΑΕΠ στην Ευρώπη (8,8% του ΑΕΠ, έναντι 17% κατά μέσον όρο στην ΕΕ). Στην προ ΟΝΕ εποχή, τόσο μεγάλο έλλειμμα στο εξωτερικό ισοζύγιο της χώρας θα συνεπαγόταν άμεσα σημαντική διόρθωση στην ισοτιμία του εθνικού νομίσματος, με συνακόλουθη εκτίναξη του πληθωρισμού, των επιτοκίων, αλλά και των κοινωνικών προβλημάτων. Η συμμετοχή στην ΟΝΕ έκρυψε το πρόβλημα της ανταγωνιστικότητας για πολλά χρόνια. Εχοντας αδιάλειπτη πρόσβαση σε πηγές φθηνού δανεισμού, η χώρα δανειζόταν, εισήγε αθρόα και κατανάλωνε.
Στα χρόνια της κρίσης έγιναν -έστω και με το ζόρι- ορισμένα βήματα για την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας της πραγματικής οικονομίας, γεγονός που αποτυπώνεται και σε ένα περίπου ισοσκελισμένο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, ύστερα από πάρα πολλά χρόνια υψηλών ελλειμμάτων. Αυτό επιτεύχθηκε χάρη στις μεταρρυθμίσεις που έγιναν (έστω και σε χαμηλότερο από τον επιθυμητό βαθμό), καθώς και στην προσπάθεια των ελληνικών παραγωγικών επιχειρήσεων που έδωσαν τη μάχη της επιβίωσης, αλλά και της εξωστρέφειας, μέσα στις πιο αντίξοες συνθήκες. Οι εξαγωγές αυξήθηκαν, ενώ σιγά-σιγά η βιομηχανική παραγωγή ανακάμπτει. Ωστόσο, η διόρθωση στο ισοζύγιο προήλθε σε μεγάλο βαθμό και από μείωση εισαγωγών, ως αποτέλεσμα της μείωσης της ζήτησης. Το μεγάλο ερώτημα και στοίχημα για το προσεχές μέλλον είναι κατά πόσον θα μπορέσουμε να διατηρήσουμε ισοσκελισμένο εμπορικό ισοζύγιο και σε συνθήκες θετικού ρυθμού ανάπτυξης.
Εχουμε την τύχη να ζούμε σε μια χώρα με απαράμιλλο φυσικό περιβάλλον και πλούσια ιστορία που αποτελεί μαγνήτη και έναν από τους ελκυστικότερους τουριστικούς προορισμούς. Ο τουρισμός συνιστά αναμφισβήτητα συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας που συμβάλλει καθοριστικά σε ένα πλεονασματικό εξωτερικό ισοζύγιο στις υπηρεσίες και πρέπει να αξιοποιηθεί πλήρως. Από μόνο του όμως αυτό δεν αρκεί. Είναι αναγκαίο να επικεντρωθούμε στη συνέχιση της προσπάθειας μείωσης του ελλείμματος στο ισοζύγιο αγαθών, είτε με ενίσχυση των εξαγωγών, είτε με υποκατάσταση εισαγωγών. Επί πολλά χρόνια, και ειδικά στα χρόνια της επίπλαστης και δανεικής ευημερίας, η σημασία της παραγωγής διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών υποβαθμίστηκε στη χώρα μας - και ιδίως στον δημόσιο διάλογο.
Παρά το συγκριτικά μικρό μερίδιο της μεταποίησης στην Ελλάδα, σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, η συνεισφορά της στην οικονομία και στην κοινωνία είναι ιδιαίτερα σημαντική λόγω πολλαπλασιαστικών επιδράσεων. Από τις μελέτες αυτές προκύπτει πως το συνολικό αποτύπωμα της παραγνωρισμένης μεταποίησης (συμπεριλαμβανομένων των έμμεσων και προκαλούμενων επιδράσεων) ανέρχεται περίπου στο 30% του ΑΕΠ και της απασχόλησης. Η βιομηχανία είναι από τους μεγαλύτερους εργοδότες της χώρας, προσφέροντας καλύτερες αμοιβές, ποιοτικές και πιο σταθερές θέσεις εργασίας, ανάσχεση του brain drain, προοπτικές καριέρας για τις νέες και τους νέους και ειδικά για τους επιστήμονες. Η ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής θα ενδυναμώσει και τις συνέργειες με άλλους κλάδους της οικονομίας, καθώς και τις αλυσίδες αξίας που αναπτύσσονται γύρω από τη βιομηχανία, συμπεριλαμβανομένων πολλών κλάδων των υπηρεσιών.
Η Ελλάδα της επίπλαστης ευημερίας και κατανάλωσης ούτε μπορεί, ούτε πρέπει να επιστρέψει, ειδικά υπό τις σημερινές συνθήκες, που η καινούργια κυβέρνηση του Κυρ. Μητσοτάκη καταβάλλει -σύμφωνα με δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών- ειλικρινείς προσπάθειες να συμμαζέψει -κατά το δυνατόν- τα ασυμμάζευτα κατάλοιπα της τετραετούς και πλέον διακυβέρνησης του Αλέξιου του Αγγλομαθούς και της παρέας του. Η μελλοντική μας ευημερία και τα εισοδήματά μας θα εξαρτώνται από το αν παράγουμε, αν καινοτομούμε και αν εξάγουμε. Οπως οι εποχές του έτους, η κυκλικότητα της οικονομίας είναι -σε κάποιον βαθμό- αναπόφευκτη. Αλλά σε αντίθεση με την εναλλαγή των εποχών, πολλά μπορούμε να κάνουμε έτσι ώστε η άνοιξη της οικονομίας να είναι πραγματική και διατηρήσιμη. Βασική προϋπόθεση, να βάλουμε ως στόχο μια Ελλάδα που δημιουργεί, καινοτομεί και παράγει.
Και το μήνυμα αυτό πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπ' όψιν τόσο από την ηγεσία της πολιτικής μας τάξης [που υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες αν στο σύνολό της έχει λάβει το μήνυμα, μιας και αναξαρτήτως πολιτικής προέλευσης, τα περισσότερα μέλη της λάτρεψαν -με τον ένα ή τον άλλο τρόπο και για μεγάλο χρονικό διάστημα- την... Ελλάδα του ΠΑΣΟΚ (μόνο ΠΑΣΟΚ, δεν υπάρχει τίποτ' άλλο...)], όσο κι από τους -μέχρι στιγμής- διστακτικούς Ελληνες "ΤΣΕΟ" (CEOs), κατά τη πρόσφατη έκφραση της συριζαίας παρατρεχάμενης του Τσίπρα απ' τη Βόρεια Ελλάδα και πρώην υπουργού Μακεδονίας και Θράκης (Νότιας Μακεδονίας και Δυτικής Θράκης, σύμφωνα με τα λεγόμενα των παιδιών του "ό,τι να 'ναι") Kατερίνας Νοτοπούλου - "Και μπράβο της (!) της ΤΣΕΑΣ", που λένε και τ' αλάνια...
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr