Οι κυβερνήσεις κατάφεραν να περιορίσουν τη ζημιά διοχετεύοντας τεράστια χρηματικά ποσά στην παγκόσμια οικονομία και μειώνοντας τα επιτόκια σχεδόν στο μηδέν. Αλλά αφού ανέκοψαν την καθοδική πορεία της οικονομίας κατά τα έτη 2008-2009, ξέμειναν από πνευματικά και πολιτικά πολεμοφόδια. Οι οικονομικοί σύμβουλοι διαβεβαίωσαν τα αφεντικά τους πως η ανάκαμψη θα ήταν ραγδαία. Και όντως υπήρξε κάποια αναζωογόνηση· αλλά έπειτα σταμάτησε το 2010. Εν τω μεταξύ, οι κυβερνήσεις κατέγραφαν μεγάλα ελλείμματα -κληροδότημα της οικονομικής ύφεσης- τα οποία υποτίθετο πως θα συρρίκνωνε η ανανεωμένη ανάπτυξη. Στην ευρωζώνη, χώρες όπως η Ελλάδα αντιμετώπισαν κρίσεις χρέους, καθώς οι διασώσεις τραπεζών μετέτρεψαν το ιδιωτικό χρέος σε δημόσιο.
Η προσοχή μεταστράφηκε στο πρόβλημα των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και τη σχέση μεταξύ ελλειμμάτων και οικονομικής ανάπτυξης. Θα έπρεπε οι κυβερνήσεις να επεκτείνουν σκόπιμα τα ελλείμματά τους προκειμένου να αντισταθμίσουν τη μείωση τόσο της ζήτησης από τα νοικοκυριά όσο και της ζήτησης για επενδύσεις; Ή θα έπρεπε να προσπαθήσουν να περικόψουν τις δημόσιες δαπάνες προκειμένου να απελευθερώσουν χρήματα για ιδιωτικές δαπάνες; Ανάλογα με την μακροοικονομική θεωρία που ασπαζόταν κανείς (ως γνωστόν, οι οικονομολόγοι ασπάζονται διαφορετικά δόγματα.. "οικονομικής θεολογίας"), αμφότερες οι εναλλακτικές μπορούσαν να παρουσιαστούν ως πολιτικές υπέρ της ανάπτυξης. Η πρώτη θα μπορούσε να προκαλέσει διεύρυνση της οικονομίας, γιατί η κυβέρνηση θα αύξανε τις δημόσιες δαπάνες· η δεύτερη, γιατί θα τις μείωνε. Η κεϋνσιανή θεωρία -ως γνωστόν- προτείνει το πρώτο. Oι κυβερνήσεις όμως, πιθανώς λόγω πολιτικής συγκυρίας, εναπόθεσαν ομόφωνα την πίστη τους στο δεύτερο.
Οι συνέπειες αυτής της επιλογής είναι σαφείς. Oι περισσότεροι πλέον οικονομολόγοι συμφωνούν πως η δημοσιονομική σύσφιξη έχει κοστίσει στις ανεπτυγμένες οικονομίες 5-10 ποσοστιαίες μονάδες αύξησης ΑΕΠ από το 2010 και μετά. Όλη αυτή η παραγωγή και όλα αυτά τα έσοδα έχουν χαθεί οριστικά. Επιπλέον, επειδή η δημοσιονομική λιτότητα κατέπνιξε την οικονομική ανάπτυξη, κατέστησε το έργο της μείωσης των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και του δημοσίου χρέους -ως ποσοστού του ΑΕΠ- πολύ πιο δύσκολο. Η περικοπή των δημοσίων δαπανών, όπως αποδείχθηκε, δεν ισοδυναμούσε με περικοπή του ελλείμματος, γιατί συγχρόνως περιέκοψε την συνολική οικονομία. Το γεγονός αυτό θα έπρεπε να είχε βάλει τέλος στην αντιδικία. Αλλά δεν το έκανε. Κάποιοι οικονομολόγοι υποστηρίζουν πως οι κυβερνήσεις αντιμετώπιζαν μια ιδιάζουσα ισορροπία κινδύνων το 2010: Η περικοπή του ελλείμματος θα μπορούσε να έχει προκαλέσει την επιβράδυνση της ανάπτυξης - αλλά μια ενδεχόμενη δέσμευση για μη περικοπή του θα μπορούσε να είχε κάνει τα πράγματα ακόμα χειρότερα.
Η κεϋνσιανή θεραπεία, έλεγε το επιχείρημα, αγνοεί την επίδραση της δημοσιονομικής πολιτικής στις προσδοκίες. Αν η κοινή γνώμη πίστευε πως η μείωση του ελλείμματος ήταν η σωστή επιλογή, τότε επιτρέποντας την αύξηση του ελλείμματος θα ακύρωνε κανείς οποιαδήποτε προσδοκώμενη τονωτική επίδραση αυτής. Αναμένοντας πως οι φόροι θα έπρεπε να αυξηθούν προκειμένου να "πληρώσουν" για τις επιπλέον δαπάνες, τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις θα αύξαναν την αποταμίευσή τους. Φοβούμενες κρατικές χρεοκοπίες, οι αγορές ομολόγων θα φόρτωναν τις κυβερνήσεις με τιμωρητικά επιτόκια επί του δανεισμού τους. Αλλά ακριβώς σ' αυτό το σημείο υπήρχε η δυνατότητα εφαρμογής ενός τεχνάσματος, που ορισμένοι κύκλοι χαρακτηρίζουν ανοιχτά ως κόλπο: Δεσμευόμενοι για δημοσιονομική σύσφιξη, οι υπουργοί Οικονομικών των εμπλεκομένων χωρών έδωσαν στους εαυτούς τους περιθώριο για κάποια δημοσιονομική χαλάρωση. Έτσι, διακηρύσσοντας τη δημοσιονομική αρετή, μπόρεσαν να ασκήσουν μια δημοσιονομική ανομία. Μπορούσαν να δημιουργήσουν μια δημοσιονομική ψευδαίσθηση, περικόπτοντας λιγότερα από όσα υποσχέθηκαν. Οι περισσότεροι υπουργοί Οικονομικών υπέπεσαν σ' αυτό ακριβώς το αμάρτημα.
Αυτό είναι ένα μέρος από το χάλι στο οποίο έχει περιέλθει η σύγχρονη μακροοικονομία. Μόλις εμφανιστούν πεποιθήσεις και προσδοκίες στην οικονομία, όπως είναι λογικό, τα αποτελέσματα της δημοσιονομικής πολιτικής είναι πλέον απροσδιόριστα. Πάρα πολλά εξαρτώνται από το ποιά πιστεύει ο κόσμος πως θα είναι τα αποτελέσματα της οικονομικής πολιτικής. Στη γλώσσα των οικονομολόγων, τα αποτελέσματα "εξαρτώνται από το μοντέλο". Ο νομπελίστας καθηγητής οικονομικών και "γκουρού" οικονομικός αρθρογράφος Πολ Κρούγκμαν έχει επανειλημμένα "στάξει" μπόλικη περιφρόνηση σ΄αυτό που ονομάζει.. "νεράιδα της εμπιστοσύνης" - τον ισχυρισμό δηλαδή πως η δημοσιονομική πολιτική πρέπει να έχει τη στήριξη των αγορών ομολόγων. Αλλά το γεγονός ότι η οικονομική πολιτική που ασκήθηκε έκανε τα πράγματα χειρότερα, δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι τη κρίσιμη στιγμή ήταν όντως διαθέσιμη κάποια εναλλακτική καλύτερη πολιτική. Η επιτυχία πάντως μιας ορθής οικονομικής πολιτικής ενδέχεται να εξαρτάται και από τις προσδοκίες της κοινής γνώμης ως προς τα αποτελέσματά της.
Αν λοιπόν η δημοσιονομική πολιτική είναι ένα κουβάρι δίχως άκρη, το ίδιο πρόβλημα έχει στις μέρες μας και η νομισματική πολιτική. Οι κεντρικές τράπεζες έχουν προσπαθήσει να αποφύγουν την "νεράιδα της εμπιστοσύνης" τυπώνοντας χρήμα - τεχνικά μιλώντας, αγοράζοντας κρατικά ομόλογα στη δευτερογενή αγορά. Το επιπλέον χρήμα αναμένεται να διηθηθεί μέσα στην οικονομία, επιταχύνοντας τη δραστηριότητα. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έθεσε σε εφαρμογή ένα πρόγραμμα αγοράς ομολόγων τρισεκατομμυρίων ευρώ προκειμένου να παρακάμψει το γερμανικό βέτο στη δημοσιονομική επέκταση. Φυσικά δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι οι συνέπειες της λεγόμενης ποσοτικής χαλάρωσης εξαρτώνται επίσης από τις προσδοκίες. Αν η παροχή χρημάτων στις επιχειρήσεις τις καθιστά πιο σίγουρες, θα δαπανήσουν περισσότερα χρήματα. Στην αντίθετη περίπτωση, αν οι επιχειρήσεις δυσπιστούν στην ασκούμενη πολιτική, θα συσσωρεύσουν τα χρήματα. Τα αποτελέσματα της ποσοτικής χαλάρωσης στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Μεγάλη Βρετανία υπήρξαν αμφιλεγόμενα - στη περίπτωση της ευρωζώνης, τα μέχρι σήμερα συμπεράσματα από την εφαρμογή των μέτρων ποσοτικής χαλάρωσης είναι ακόμη πιό μπερδεμένα.
H αλήθεια είναι ότι οι κυβερνήσεις μπόρεσαν να λάβουν τα χρήματά τους φθηνότερα, καθώς έπεφταν οι αποδόσεις. Όμως οι τράπεζες δεν δάνεισαν τα χρήματα που τέθηκαν στη διάθεσή τους, εν μέρει γιατί τα χρησιμοποίησαν για να αποπληρώσουν τα δικά τους χρέη και εν μέρει εξαιτίας της χαμηλής ζήτησης για δάνεια. Η κύρια θετική επίδραση της ποσοτικής χαλάρωσης ήταν στις τιμές των περιουσιακών στοιχείων - πρωτίστως των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων. Αλλά περισσότερος πλούτος για τους πλούσιους δεν συνεπάγεται κατ' ανάγκη πολλές επιπλέον καταναλωτικές δαπάνες (δεδομένου ότι οι πλούσιοι κατέχουν ήδη ότι θεωρούν καταναλωτικά απαραίτητο και μάλλον θα αποθησαυρίσουν τον πρόσθετο πλούτο). Αντιθέτως, όπως εμπειρικά έχει επανειλημμένα παρατηρηθεί, ο πρόσθετος πλούτος υπέρ των πλουσίων αυξάνει την ανισότητα και απειλεί με φούσκες περιουσιακών στοιχείων, οι οποίες θα μπορούσαν εύκολα να οδηγήσουν σε ένα νέο χρηματοπιστωτικό κραχ.
Έτσι μπαίνουμε στην εποχή μετά την κρίση χωρίς κάποια παγιωμένη άποψη για τη σωστή μακροοικονομική πολιτική που θα φέρει την ανάκαμψη ή που θα αποτρέψει οποιαδήποτε μελλοντική κατάρρευση. Πολλές ελπίδες επαφίενται στην καλύτερη χρηματοπιστωτική ρύθμιση προκειμένου να σταματήσει η δημιουργία υπερβολικών πιστώσεων. Αλλά τι ακριβώς πρέπει να θεωρείται "υπερβολικό"; Θα συνεχίσουν οι κεντρικές τράπεζες να στοχεύουν σε πληθωρισμό της τάξης του 2%; Ή θα πρέπει να βασιστούν σε ένα στόχο "ονομαστικού εισοδήματος"; Ποιοι θα πρέπει να είναι οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες και πώς -ιδιαίτερα στη περίπτωση της δοκιμαζόμενης ευρωζώνης- θα πρέπει να επιβληθούν; Οι οικονομολόγοι, που συνήθως διαφωνούν για πολλά θέματα, διαφωνούν και για το αν οι οικονομίες της αγοράς είναι εκ φύσεως σταθερές. Προσωπικά, πιστεύω ακράδαντα πως οι οικονομίες της αγοράς έχουν την ανάγκη να σταθεροποιούνται μέσω της οικονομικής πολιτικής. Ιδιαίτερα όμως οι κεϋνσιανοί οικονομολόγοι πρέπει, κατά την άποψή μου, να αντιμετωπίσουν τη δυσάρεστη γι' αυτούς πραγματικότητα ότι η επιτυχία των πολιτικών σταθεροποίησης ενδέχεται -με σημαντική πιθανότητα- να εξαρτάται και από το αν η επιχειρηματική κοινότητα έχει.. κεϋνσιανές προσδοκίες.
Σε τελευταία ανάλυση δηλαδή, οι κεϋνσιανοί συνάδελφοι χρειάζονται, τους αρέσει δεν τους αρέσει, τη.. "νεράιδα της εμπιστοσύνης" του Κρούγκμαν στο πλευρό τους, αν θέλουν να δουν τα μέτρα που προτείνουν να εντάσσονται σε προγράμματα οικονομικής πολιτικής και να παράγουν τα επιθυμητά αποτελέσματα. Άλλωστε, όπως έχει δείξει η εμπειρία, καλή ή πολιτική τόνωσης της εσωτερικής ζήτησης, αλλά σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί υποκατάστατο (πρόκειται για στοιχείο συμπληρωματικό) των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων προς εκσυγχρονισμό της οικονομίας με ταυτόχρονη συνύπαρξη συνθηκών εμπιστοσύνης και αισιοδοξίας που αποτελούν τους καταλύτες της διαδικασίας οικονομικής ανάπτυξης.
ΥΓ:
- Ας βάλει ένα χεράκι κι ο Κέυνς μπας και τη σκαπουλάρουμε απ' την οικονομική μιζέρια των τελευταίων ετών, τη τραπεζική "ξεραΐλα" και τα κάπιταλ κοντρόλς, και τάμα το κάνουμε να στείλουμε τον Αλέξη έξη μήνες στο Λονδίνο για εντατικά αγγλικών. "Κόπι-Πάστε" από Οξφόρδη δηλαδή και όχι από Πολάκη...
- Σφοδρή εντύπωση μας προκάλεσε η δήλωση Μπαλαούρα (Γιακουμάτου, Τόσκα και λοιπών στην ίδια κατηγορία συμπεριλαμβανομένων) ότι -σε αντίθεση με το "θεώρημα" Βουλγαράκη- ενδιαφέρεται όχι μόνο για το νόμιμο, αλλά και για το ηθικό (που σε αρκετές περιπτώσεις ενδέχεται να διαφέρει από το νόμιμο). Εύγε παιδιά και τα λεφτά δικά σας! Και μην αποκαρδιώνεστε απ' τους κακόπιστους και τους κακεντρεχείς που σας κατηγορούν για το τρίμηνο "τουμπεκί" περί της κατάθεσης της τρακοσαρικούμπας στους τραπεζικούς λογαριασμούς σας. Φταίει γι' αυτό η ζηλοφθονία τους και μόνο. Οι υπόλοιποι πάντως είμαστε απόλυτα πεπεισμένοι ότι είστε όλοι σας καλοπροαίρετοι φτωχοί (χαμηλοσυνταξιούχοι) και μόνοι καουμπόιδες της ελληνικής πολιτικής σκηνής.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr