Μετά τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές της 8ης Νοεμβρίου, 2016 και μιας σειράς εκλογικών αναμετρήσεων και λοιπών πολιτικών αποφάσεων που θα δρομολογηθούν σύντομα ανά την Ευρώπη, τώρα είναι μια καλή στιγμή για να διερωτηθούμε εάν η παγκόσμια οικονομία είναι αρκετά ισχυρή ώστε να αντέξει ακόμη ένα αρνητικό σοκ. Η απάντηση, δυστυχώς, είναι ότι η ανάπτυξη και η απασχόληση ανά τον κόσμο φαίνονται εύθραυστες. H αρνητική έκπληξη -όπως, για ορισμένους, η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ- πιθανώς να προκαλέσει σκαμπανεβάσματα στο χρηματιστήριο μελλοντικά (όχι αναγκαστικά βραχυπρόθεσμα, όπως ορισμένοι αναλυτές προβλέπουν) και να τροφοδοτήσει μεσομακροπρόθεσμα -καραμπινάτη ενδεχομένως- ύφεση. Πάντα υφίσταται ένας σημαντικός βαθμός διορατικότητας στην εξαμηνιαία έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την παγκόσμια οικονομία, καθώς βασίζεται σε λεπτομερή δεδομένα από όλον τον κόσμο. Και επειδή η τελευταία έκθεση δημοσιεύθηκε στις αρχές του Οκτωβρίου, είναι ιδιαίτερα σημαντική. Προβλέπεται αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ κατά 3,1% εφέτος και κατά 3,4% το 2017. Αυτό σηματοδοτεί μια πτώση σε σχέση με τις προβλέψεις του Απριλίου, με τα σημάδια εξασθένησης να γίνονται αντιληπτά στις ΗΠΑ, στην ευρωζώνη και, φυσικά, στη Βρετανία, η οποία βρίσκεται αντιμέτωπη με τις συνέπειες του επικείμενου Brexit - του μεγάλου και τραυματικού βήματος για την αποχώρησή της από την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Το πιό εμφανές μαύρο σύννεφο στον παγκόσμιο οικονομικό ορίζοντα είναι η Ευρώπη. Τα βρετανικά θέματα δεν βοηθούν την κατάσταση, αλλά τα βαθύτερα ζητήματα εξακολουθούν να σχετίζονται με την ευρωζώνη αυτή καθαυτή, καθώς η Βρετανία δεν υιοθέτησε ποτέ το ευρώ. Η πορεία της ισπανικής οικονομίας είναι ενθαρρυντική, αλλά η συνεχιζόμενη απαισιοδοξία για την Ιταλία -την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, η οποία σημειώνει ανάπτυξη μικρότερη του 1% ανά έτος- αποτελεί ένα κρίσιμο ζήτημα. Αυτά τα μακροοικονομικά θέματα επιδεινώνονται από τη συνεχιζόμενη πίεση προς τις τράπεζες της ευρωζώνης. Oι τράπεζες αυτές δεν έχουν ανακάμψει πλήρως από προηγούμενες απώλειες και τα επίπεδα των ιδίων κεφαλαίων τους παραμένουν χαμηλά σε σχέση με τους διεθνείς ανταγωνιστές (όπως οι ΗΠΑ) και με αυτά που οι επενδυτές θεωρούν λογικά. Το μεγαλύτερο πρόβλημα παραμένει η αβεβαιότητα σχετικά με το ποιος θα κληθεί να πληρώσει σε περίπτωση που οι απώλειες μιας τράπεζας συνεπάγονται πιθανή χρεοκοπία. Οι συστημικές τουλάχιστον τράπεζες της ευρωζώνης είναι σαφώς πολύ μεγάλες για να αποτύχουν - καμία συνετή ευρωπαϊκή κυβέρνηση δεν θα το επέτρεπε αυτό. Αλλά, μέχρι στιγμής, -κυρίως λόγω έντονης γερμανικής διαφωνίας-, δεν υπάρχει καμία συμφωνία όσον αφορά τον τρόπο κατανομής των τραπεζικών απωλειών μεταξύ των χωρών. Ως σύνολο, η ευρωζώνη έχει τη δημοσιονομική ικανότητα να στηρίξει τις τράπεζές της. Αλλά, δυστυχώς, για να συμβεί αυτό, η κάθε χώρα πρέπει να αποφανθεί ξεχωριστά. Οι συλλογικοί μηχανισμοί για την ανακεφαλαιοποίηση των ευρωπαϊκών τραπεζών παραμένουν περιορισμένοι και ιδιαίτερα αδύναμοι.
Ο συνδυασμός αυτών των δυσκολιών έχει ως αποτέλεσμα η ανάπτυξη στις μεσαίου εισοδήματος αναδυόμενες αγορές να μην είναι ισχυρή. Η επιβράδυνση της ανάπτυξης στις χώρες αυτές αντικατοπτρίζεται στις χαμηλές προβλεπόμενες εισαγωγές και στις χαμηλότερες αναμενόμενες τιμές βασικών εμπορευμάτων που θα επηρεάσουν αρνητικά τις χώρες που εξάγουν πρώτες ύλες και ενεργειακούς πόρους. Η οικονομία της Νιγηρίας, για παράδειγμα, αναμένεται να συρρικνωθεί κατά 1,7% εφέτος. Η ανάπτυξη στις ΗΠΑ, σύμφωνα με την έκθεση του ΔΝΤ, ήταν 2,6% το 2015, και προβλέπεται να πέσει στο 1,6% το τρέχον έτος, προτού ανακάμψει ελαφρώς στο 2,2% το 2017. Υπήρξε μια μακρά και σταθερή πορεία ανάκαμψης από την οικονομική κρίση του 2008, αλλά οι συνέπειες αυτής της κατάρρευσης δεν έχουν ξεπεραστεί ακόμη.
Ο Τραμπ υπόσχεται άμεσα ανάπτυξη της τάξης του 4%-5%, αλλά αυτό μάλλον αποτελεί όνειρο θερινής νυκτός. Είναι κατά πολύ πιθανότερο οι αντιεμπορικές πολιτικές του να επιφέρουν μια απότομη επιβράδυνση, παρόμοια με εκείνη που βιώνουν οι Βρετανοί. Στην πραγματικότητα, ο αντίκτυπος της νίκης του Ντ. Τραμπ θα μπορούσε κάλλιστα να είναι κατά πολύ χειρότερος. Παράλληλα, η κυβέρνηση της βρετανίδας πρωθυπουργού Τερέζα Μέι θέλει να κλείσει τα σύνορα του Ηνωμένου Βασιλείου στους μετανάστες από την ΕΕ, αλλά επιθυμεί τις εμπορικές σχέσεις με τον υπόλοιπο κόσμο.
Aπό την άλλη πλευρά, ο Τραμπ είναι αποφασισμένος να περιορίσει τις εισαγωγές μέσω μιας σειράς πολιτικών, η εφαρμογή των οποίων εντάσσεται στο πλαίσιο των προεδρικών εξουσιών. Δεν θα χρειαστεί την έγκριση του Κογκρέσου για να τραβήξει το χειρόφρενο της οικονομίας των ΗΠΑ. Ακόμη και στους καλύτερους καιρούς, οι αμερικανοί πολιτικοί συχνά δεν αναλογίζονται επαρκώς τον αντίκτυπο των πράξεών τους στον υπόλοιπο κόσμο. Η επιβράδυνση την οποία θα επέφεραν οι πολιτικές του Τραμπ όσον αφορά το εμπόριο θα επανέφερε την Ευρώπη σε κατάσταση καλπάζουσας ύφεσης, η οποία πιθανότατα θα προκαλούσε μια σοβαρή τραπεζική κρίση. Αν ο κίνδυνος αυτός δεν περιοριστεί -και οι πιθανότητες μιας ευρωπαϊκής τραπεζικής πανωλεθρίας είναι ήδη ανησυχητικά υψηλές-, ενδέχεται να υπάρξουν περαιτέρω αρνητικές συνέπειες. Σε αυτή τη περίπτωση, οι επιπτώσεις στις αναδυόμενες αγορές και σε όλες τις χώρες χαμηλού εισοδήματος αναμένεται να είναι μάλλον πολύ σοβαρές, αν όχι δραματικές.
Αν και, αμέσως μετά τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές της 8ης Νοεμβρίου 2016, ένας ικανός αριθμός πανεπιστημιακών οικονομολόγων έπεσαν εντελώς έξω στις προβλέψεις τους για δραματική πτώση των αγορών στα χρηματιστήρια λόγω εκλογής του Τραμπ, οι άνθρωποι της οικονομικής "πιάτσας" δείχνουν να βαστάνε μικρό καλάθι όσον αφορά τις προσδοκίες τους, μέχρι να φανεί πραγματικά κατά που θα κατευθυνθούν οι πολιτικές του νέου προέδρου. Σήμερα, σε κατάσταση αναμονής, αρκετοί επενδυτές στο χρηματιστήριο φαίνεται να πατάνε πάνω σε αναμμένα κάρβουνα. Παράλληλα όμως, μια άλλη ομάδα επενδυτών φαίνεται να διακατέχεται από το σύνδρομο της "ριψοκίνδυνης υπεραισιοδοξίας". Ωστόσο, -και δεδομένου ότι είναι πάντα δύσκολο να προβλεφθούν οικονομετρικά οι ακριβείς συνέπειες ενδεχόμενων κακών πολιτικών-, αρκετοί σκεπτικιστές οικονομικοί αναλυτές εξακολουθούν να υποστηρίζουν ότι θα πρέπει -τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα- να αναμένουμε μια σημαντική πτώση στα προβλεπόμενα μελλοντικά κέρδη για ένα ευρύ φάσμα μετοχών και μια πιθανή πτώση στην ευρύτερη αγορά. Αυτά τα ολίγα προς το παρόν όσον αφορά το τρέχον επενδυτικό περιβάλλον και ως εκ τούτου παρακαλούνται οι "επιβάτες" να δέσουν τις ζώνες τους...
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr