Σε άλλες γωνιές του κόσμου, η πιο σημαντική κεντρική τράπεζα παγκοσμίως, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Federal Reserve Bank), μοιάζει να υπαναχωρεί από την αρχική της στρατηγική για άμεσες περαιτέρω αυξήσεις επιτοκίων. Στην Ευρώπη, η ΕΚΤ διατυμπάνισε προς κάθε κατεύθυνση μια επικείμενη επανεξέταση της νομισματικής πολιτικής της κατά τη συνεδρίαση της 8ης Σεπτεμβρίου, 2016, αυξάνοντας τις προσδοκίες για ακόμη περισσότερα μέτρα χαλάρωσης στο άμεσο μέλλον. Αλλά και στην Ιαπωνία, η κυβέρνηση Abe έχει υποσχεθεί μια γενναία νέα δημοσιονομική επέκταση, παρά το γεγονός ότι είχε ήδη καταγράψει το μεγαλύτερο έλλειμμα προϋπολογισμού των αναπτυγμένων χωρών, σχεδόν στο 7% του ΑΕΠ, προτού ανακοινώσει τα πρόσφατα μέτρα τόνωσης. Η Τράπεζα της Ιαπωνίας καλύπτει, φυσικά, με το παραπάνω τις ανάγκες δαπανών της κυβέρνησης, με έναν έξαλλο ρυθμό αγοράς κεφαλαίων, αξίας περίπου του 15% του ΑΕΠ ετησίως.
Αυτό το ανεξέλεγκτο πάρτι ρευστότητας από τις κεντρικές τράπεζες οδήγησε τις παγκόσμιες αγορές σε ένα οικονομικό περιβάλλον όπου τα άσχημα στοιχεία πυροδοτούν προσδοκίες για μεγαλύτερη παροχή ρευστότητας από τις κεντρικές τράπεζες και στηρίζουν έτσι μια διαρκή άνοδο των τιμών στα αξιόγραφα. Ως παράδειγμα, μπορούμε να αναφέρουμε τον δείκτη S&P 500, ο οποίος έχει καταγράψει αλλεπάλληλα ιστορικά υψηλά, παρά την υποβάθμιση των προβλέψεων για τις μεγάλες αμερικανικές εταιρείες από τους αναλυτές και τις προσδοκίες μέρους εξ αυτών για μείωση στα έσοδα του τέταρτου τριμήνου του έτους 2016.
Λαμβάνοντας, επίσης, υπόψη την αυξανόμενη, σημαντική αντίθεση ανάμεσα στα θεμελιώδη στοιχεία και τις αγορές, εγείρεται επιτακτικό το ερώτημα: σε ποιο σημείο ακριβώς η υπόθεση της αγοράς ότι η Fed αγνοεί εντελώς τις εξαιρετικά τεταμένες εξελίξεις στην αγορά κεφαλαίων καθίσταται επικίνδυνη; Στο κάτω-κάτω, κάτι τέτοιο θεωρείται μάλλον δεδομένο ήδη από την ομιλία του πρώην διοικητή της Kεντρικής Tράπεζας των ΗΠΑ (Fed) Alan Greenspan, το 1996, στο American Enterprise Institute περί "παράλογης ευφορίας" (irrational exuberance), έκφραση εμπνευσμένη από τον καθηγητή Robert Shiller, του Πανεπιστημίου Γέιλ, των ΗΠΑ. Επιτρέποντας στις τιμές των αξιογράφων να αυξάνονται διαρκώς χωρίς παράλληλη υποστήριξη από τα θεμελιώδη οικονομικά στοιχεία και τα στοιχεία εσόδων, οι κεντρικές τράπεζες παίζουν ένα επικίνδυνο παιχνίδι, από το οποίο μπορούν να βγούν χαμένοι οι επενδυτές.
Αλλωστε, είναι γενική παραδοχή ότι τίποτα δεν προκαλεί μεγαλύτερο αποπληθωρισμό από την αναπόφευκτη διόρθωση της αγοράς αξιογράφων, που φθείρει την εμπιστοσύνη και καταστρέφει τον πλούτο - έστω και αν πρόκειται για ονομαστικό πλούτο. Γι' αυτό και οι ανά τον πλανήτη επενδυτές - ακόμα και κάποιοι Ελληνες που, έστω και κάτω από "κατάμαυρες" οικονομικές συνθήκες, έχουν παραμείνει με κάποια ευρώ προς επένδυση στη τσέπη, κάτω απ' το στρώμα, στο σεντούκι, σε κάποια θυρίδα ή και στο εξωτερικό (γιατί κορόιδα δεν είναι να τ' άχουν στις ελληνικές τράπεζες κάτω από τις παρούσες περιοριστικές συνθήκες καθώς και το μέγεθος του πολιτικού και οικονομικού ρίσκου της χώρας, παρά την κυβερνητική περί του αντιθέτου προπαγάνδα και τις παπαριές περί δήθεν.. "οικονομικού πατριωτισμού") - πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί στις κινήσεις τους αυτή τη περίοδο.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr