Επικίνδυνη γιατί κατ’ αρχήν κανείς δεν εγγυάται ότι ακόμη κι αν πέσει το εργατικό κόστος για την όποια επιχείρηση, δεν θα έρθει αύριο μεθαύριο κάτι άλλο, όπως για παράδειγμα μια αύξηση της τιμής των καυσίμων, ή των πρώτων εισαγομένων υλών για να εξανεμίσει το οποιοδήποτε προσωρινό όφελος.
Είναι επίσης επικίνδυνη έως καταστροφική σε αυτήν τη φάση γιατί η οποιαδήποτε μείωση εισοδήματος στους εργαζόμενους θα επιτείνει την ύφεση η οποία εδώ και τρία χρόνια όχι μόνο δεν συμμαζεύεται αλλά έχει στείλει αδιάβαστους στην κυριολεξία όσους προσπάθησαν να στηρίξουν μνημόνια και παραμνημόνια πάνω στις προβλέψεις τους αγνοώντας το αξίωμα «Στην ύφεση δεν μπορείς να κάνεις καμία πρόβλεψη».
Το πιο επικίνδυνο όμως είναι πως ακόμη και οι προτροπές για ανάπτυξη στηρίζονται στην ανταγωνιστικότητα. Κάτι τέτοιο θα είχε νόημα αν μιλάγαμε για «ίδιες οικονομίες»., δηλαδή για οικονομίες που βασίζονται σε στέρεη δημόσια διοίκηση, σε στέρεο πολιτικό δυναμικό, σε στέρεο φορολογικό σύστημα, εν ολίγοις σε οικονομίες με κοινά χαρακτηριστικά τα οποία παράγουν ένα προϊόν το οποίο προσπαθούν να το κάνουν με τον άλφα ή βήτα τρόπο πιο ανταγωνιστικό.
Στην περίπτωση μας όμως για να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους… αντί η κουβέντα να αναλώνεται αόριστα και συγκεχυμένα στην ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα, θα έπρεπε να εστιασθεί σε κάτι ακόμη πιο βασικό και θεμελιώδες. Στην παραγωγικότητα. Γιατί πρώτα παράγεις κάτι και μετά βλέπεις αν είναι ανταγωνιστικό ή όχι και κοιτάς να το βελτιώσεις..
Αυτό το θέμα ελάχιστοι το θίγουν. Σαν να μην υπάρχει. Μιλάμε για ανάπτυξη και ανταγωνιστικότητα λες κι έχουμε λυμένο το θέμα της παραγωγικότητας.
Για να θυμηθούμε τα θεμελιώδη, στην Οικονομική Επιστήμη ο όρος παραγωγικότητα χαρακτηρίζει το μέτρο της παραγωγικής ικανότητας, το οποίο και εκφράζεται κατ΄ αναλογία του είδους και του ύψους της παραγωγής σε σχέση με τους παραγωγικούς συντελεστές που απαιτούνται γι΄ αυτήν. Με την ευρύτερη έννοια του όρου η παραγωγικότητα αποτελεί τον λόγο ή τη σχέση μεταξύ των επιτευχθέντων χρήσιμων αποτελεσμάτων (εκροή), και των πόρων ή μέσων που δαπανήθηκαν για την επίτευξή τους (εισροή). Έτσι οι παραγωγικοί συντελεστές που είναι συνήθως η γη, η εργασία και το κεφάλαιο που εκλαμβάνονται ως πόροι που δαπανήθηκαν, συνεπώς εισροή, αποτελούν τον παρανομαστή του κλάσματος, που είτε εκλαμβάνονται όλοι μαζί, είτε ένας ένας χωριστά, με αντίστοιχο προσδιορισμό της παραγωγικότητας κατά είδος.
Τι παράγουμε λοιπόν; Με ποιο τρόπο; Με τι έμψυχο υλικό τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα; Και δεν αναφέρομαι μόνο στον απλό εργαζόμενο αλλά σε όλη την πυραμίδα;
Και εδώ φυσικά είναι που κτίζουμε παλάτια στην άμμο. Φαίνεται άλλωστε και από την κατανομή και κατασπατάληση των πόρων. Σε έργα ανούσια, με μηδαμινή πραγματική συνεισφορά και προστιθέμενη αξία.
Αυτή η συζήτηση έπρεπε να έχει ξεκινήσει χθες. Το ότι ακόμη και σήμερα όλοι οι εμπλεκόμενοι, κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν δείχνει το πραγματικό μας έλλειμμα που καμία οικονομική βοήθεια δεν πρόκειται να καλύψει. Το ηθελημένο ή αθέλητο έλλειμμα συναίσθησης των αδυναμιών μας που με τη σειρά του οδηγεί αναπόφευκτα σε άσκοπες και άκαρπες προσπάθειες και καταστροφικές παλινδρομήσεις. Κοινώς μια τρύπα στο νερό.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr