Τα αποτελέσματα της εξαιρετικά σκληρής και προφανέστατα άδικης (κατά του ιδιωτικού τομέα και των φορολογούμενων) πολιτικής που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις των τελευταίων ετών, έχουν δυο όψεις. Από τη μία είναι η εξαθλίωση των ανέργων και των αδύναμων οικονομικά στρωμάτων, η εξαφάνιση της περιουσίας όσων είχαν αποταμιεύσεις σε ομόλογα και μετοχές τραπεζών, δηλαδή των συντηρητικότερων επενδυτών, η απαξίωση των ακινήτων όχι μόνο απο την πτώση των τιμών τους αλλά και από την υπερφορολόγηση τους, η μείωση όλων των μισθών και κάθε άλλου είδους εισοδήματος, η αύξηση των κόκκινων δανείων, οι καθυστερήσεις πληρωμών, η παντελής έλλειψη ρευστότητας και ο περιορισμός του αριθμού των επιχειρήσεων λόγω πτωχεύσεων.
Από την άλλη, σήμερα έχουμε πρωτογεννές πλεόνασμα, θετικό ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών, ανοικτές αγορές και επαγγέλματα (αυτό ψήφισαν οι βουλευτές με το πολυνομοσχέδιο- αρκεί να εφαρμοστεί και στην πράξη), χαμηλό κόστος εργασίας και ευνοικούς για τις επιχειρήσεις εργασιακούς νόμους, αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των ξένων χρηματιστηριακών επενδυτών στην ελληνική οικονομία, ο κίνδυνος για έξοδο της χώρας από το ευρώ δεν υπάρχει, το τραπεζικό σύστημα είναι πολύ γερά κεφαλαιοποιημένο και ασφαλές.
Όλα αυτά δημιουργούν θετικές προσδοκίες για τα επόμενα χρόνια, υπό σοβαρές προυποθέσεις βεβαίως. Η μόνη σκιά που υπάρχει σε αυτές τις προσδοκίες, είναι αυτή που ρίχνει το πολιτικό σύστημα το οποίο δεν εννοεί να αλλάξει νοοτροπία, συνεχίζει να θεωρεί το δημόσιο ώς δικό του μαγαζί, οικογενειακή επιχείρηση και μέσον πλουτισμού και δεν θα χάσει καμία ευκαιρία για να ορμήξει ξανά στην πίττα, όποτε αυτή εμφανισθεί.
Δεν μπορούμε να ελπίζουμε ότι το υπάρχον πολιτικό προσωπικό θα φτιάξει τα Πανεπιστήμια και τα Σχολεία, ούτε ότι θα καταφέρει να περιορίσει τον αριθμό των δημόσιων υπηρεσιών και των άχρηστων οργανισμών, ούτε ότι θα μειώσει τη διαφθορά και τη γραφειοκρατία. Μπορούμε όμως να ελπίζουμε ότι η τρόικα - εφόσον παραμένει εδώ και εποπτεύει και καθώς μαθαίνει τα ελληνικά κόλπα - θα φροντίσει να αλλάξουν σταδικά κάποια βασικά πράγματα. Και όπως φαίνεται από τα προαπαιτούμενα για τις επόμενες δόσεις των δανείων, έχει εντοπίσει βασικά προβλήματα και απαιτεί τη λύση τους.
Η ελπίδα μας λοιπόν πλέον, είναι ότι με τις νέες καλύτερες δημοσιονομικές συνθήκες και με την τρόικα να πιέζει ασφυκτικά, δημιουργούνται προυποθέσεις ανάκαμψης.
Βασικό ρόλο θα παίξει στην ανάπτυξη η επάνοδος της χώρας στην παραγωγή. Για να γίνει αυτό πρέπει να βελτιωθεί το επιχειρηματικό περιβάλλον, το οποίο εξαρτάται από τη μείωση της γραφειοκρατίας και της διαφθοράς, από τη μείωση του κόστους ενέργειας, από τη μείωση των φορολογικών συντελεστών και από διάφορες άλλες φορολογικές ρυθμίσεις για τις επενδύσεις, από τη διευκόλυνση των εξαγωγών. Η παραγωγικότητα του ιδιωτικού τομέα θα αυξηθεί κατακόρυφα, αν φύγουν από τη μέση αυτά τα εμπόδια και αντίστοιχα θα αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων. Αυτά βεβαίως δεν είναι εύκολα πράγματα αλλά επαναλαμβάνω υπάρχει ελπίδα να γίνουν, μόνο όσο η τρόικα παραμένει εδώ και πιέζει. Αλλιώς χαθήκαμε.
Τις θετικές προσδοκίες για την οικονομία, τις απεικονίζει σήμερα το Χρηματιστήριο της Αθήνας το οποίο έχει υπερδιπλασιάσει τις τιμές του από τα χαμηλότερα επίπεδα της κρίσης που ήταν το φθινόπωρο του 2012. Οι σημερινές τιμές πολλών μετοχών είναι υπερτιμημένες, όμως αυτό απεικονίζει τις θετικές προσδοκίες των επενδυτών οτι στο μέλλον τα κέρδη θα υπάρξουν. Μπορεί να γίνει κάποια στιγμή μια διόρθωση των τιμών - μπορεί να είναι και αναγκαία- αλλά η μακροχρόνια τάση είναι μάλλον αυξητική. Εαν τελικά προχωρήσουν κάποιες μεταρρυθμίσεις και μειωθεί η γραφειοκρατία και οι φόροι, η άνοδος των τιμών των μετοχών θα είναι εντυπωσιακή. Θετικά συμβάλει στο ευνοικό χρηματιστηριακό κλίμα και η κεφαλαιοποίηση των τραπεζών οι οποίες μετά τις αυξήσεις κεφααλίου μπορούν πλέον να αρχίσουν σταδιακά να χρηματοδοτούν ξανά την οικονομία. Και αυτό ασφαλώς βοηθάει πολύ τις επιχειρήσεις και τις μετοχές. Αν σκεφτεί κανείς ότι η ανάκαμψη της οικονομίας θα περάσει αναγκαστικά πρώτα από το τραπεζικό σύστημα, είναι λογικό οι τράπεζες να αποκαταστήσουν κάποια ψηλότερα επίπεδα τιμών, ιδίως αφού ολοκληρωθούν οι αυξήσεις και μπούν οι νέες μετοχές στο παιχνίδι. Μέχρι τότε μπορεί να έχουμε και σκαμπανεβάσματα.
Όσον αφορά στις άμεσες επενδύσεις, δεν έχουμε μέχρι στιγμής δείγματα αύξησης και δεν θα έχουμε αν δεν φτιαχτεί το προαναφερόμενο ευνοικό επιχειρηματικό περιβάλλον.
Όλοι αναρωτιώμαστε γιατί τώρα που έχουν πέσει οι μισθοί δεν έχουμε αύξηση της παραγωγής, γιατί δεν έχουμε σημαντική αύξηση εξαγωγών αλλά μόνο μείωση εισαγωγών. Η απάντηση είναι απλή: Η επιχειρηματικότητα διώκεται, το να ανοίξεις μια επιχείρηση και να τη λειτουργήσεις είναι εξαιρετικά επικίνδυνο και αβέβαιο, ούτε ξέρεις τι φόρους θα πληρώσεις τον επόμενο χρόνο, ή ποιά παράμετρος ξαφνικά θα αλλάξει και θα σου ανατρέψει κάθε σχεδιασμό. Υπό αυτές τις συνθήκες, η επιχείρηση στην Ελλάδα είναι risky business και φυσικά επικίνδυνη είναι και η κάθε επένδυση που δεν μπορεί να ρευστοποιηθεί άμεσα, όλες δηλαδή εκτός του Χρηματιστηρίου που εκεί ανα πάσα στιμή πουλάς και φεύγεις.
Αυτό το φαινόμενο, δηλαδή η μόνη ασφαλής επένδυση να είναι το Χρηματιστήριο, είναι μια διεθνής πρωτοτυπία, δυσάρεστη ασφαλώς, αλλά απαντά στο ερώτημα γιατί δεν έχουμε παραγωγή. Δεν είμαστε τεμπέληδες, όπως πολλοί αφελείς λένε, είμαστε προσεκτικοί διότι ζούμε σε μια χώρα που η παραγωγή, η επιχειρηματικότητα, το κέρδος, διώκονται και που τα επιχειρηματικά δεδομένα αλλάζουν με το μορφή τροπικών καταιγίδων.
Το κρίσιμο λοιπόν ζητούμενο σήμερα, είναι να διαμορφωθεί ένα υγιές περιβάλλον στο δημόσιο, να δημιουργηθεί ένα ευνοικό και σταθερό επιχειρηματικό περιβάλλον έτσι ώστε να μεταφραστούν οι θετικές προσδοκίες σε πράξη και αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό και για το άμεσο μέλλον και για το απώτερο. Διότι η Ελλάδα έχει τώρα μετά την κρίση μια δεύτερη ευκαιρία να αναπτύξει βιομηχανία, μεταποίηση και υπηρεσίες, ανταγωνιστικές σε διεθνές επίπεδο. Αν δεν το κάνει η επόμενη κρίση θα έρθει πολύ γρήγορα, μέσα στα επόμενα δυο ή τρία χρόνια.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr