Η διαπίστωση περί παρακμής αυτής της τάξης προκύπτει από τις επιδόσεις της στην πολιτική, αν σκεφτούμε τις απερίγραπτες πρωθυπουργικές θητείες των Ντέιβιντ Κάμερον (2010 – 2016) που έκανε το δημοψήφισμα για το Brexit, την φουκαριάρα Τερέζα Μέι (2016 – 2019) που δεν κατάφερε να συμμαζέψει τα σπασμένα γιατί ήταν εμφανώς «λίγη», τον φοβερό Μπόρις Τζόνσον (2019 – 2022) που οδήγησε την χώρα του στο Brexit και ήταν ανεκδιήγητος στην άσκηση της εξουσίας, την απίστευτα άσχετη επί παντός επιστητού Λιζ Τρας που έμεινε μόλις ενάμιση μήνα πρωθυπουργός ( Σεπτέμβριο – Οκτώβριο 2022) και έφυγε σχεδόν κλωτσηδόν και από τότε μέχρι τώρα τον Ρίσι Σούνακ που αποδεικνύεται επίσης ολίγιστος, όπως έδειξε με τη στάση του απέναντι στον Μητσοτάκη, μεταξύ άλλων. Το επισημαίνουν άλλωστε σχεδόν όλα τα βρετανικά και διεθνή μήντια. Εγώ απλά προσθέτω ότι όλοι οι παραπάνω απόφοιτοι της Οξφόρδης ήταν ταυτόχρονα και αρχηγοί του Συντηρητικού Κόμματος (όσο κατοικούσαν στον αριθμό 10 της Ντάουνινγκ Στρητ), του κόμματος δηλαδή που εκπροσωπεί την άρχουσα τάξη του Ηνωμένου Βασιλείου…
Η επικρατούσα άποψη είναι ότι ο πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου συμπεριφέρθηκε όπως συμπεριφέρθηκε στον δικό μας για να δείξει πυγμή στο εσωτερικό της χώρας του, καθώς οι δημοσκοπήσεις προδιαγράφουν πανηγυρική ήττα του στις εκλογές που θα γίνουν σε ένα χρόνο περίπου. Άντε να πούμε ότι δυσαρεστήθηκε επίσης επειδή ο Μητσοτάκης κάλεσε στην ελληνική πρεσβεία τον αρχηγό του Εργατικού Κόμματος Κέϊρ Στάρμερ για να τα πουν. Δεν θα μπω ούτε στην ουσία του ζητήματος των Ελγινείων Μαρμάρων. Εκείνο όμως που παρατηρώ είναι η προσπάθεια του Σούνακ να μετατρέψει ένα πολιτικό ζήτημα σε προσωπική διένεξη με τον Μητσοτάκη, κάτι αντίστοιχο με την παλαιότερη αντιπάθεια που εξέπεμπε ο Ερντογάν απέναντι στον δικό μας με εκείνο το περίπου «Μητσοτάκης γιοκ». Και τούτων λεχθέντων, πολύ σωστά ο Έλληνας πρωθυπουργός διατηρεί χαμηλούς τόνους και δεν αποφεύγει επιμελώς να ρίξει λάδι στη φωτιά. Άλλωστε από την τροπή που πήρε όλη αυτή η ιστορία εξαιτίας της αντίδρασης του Σούνακ βγήκε κερδισμένος τόσο ο ίδιος, όσο και η υπόθεση των Ελγινείων, κατά γενική ομολογία.
Παπάγος – Ήντεν
Οι εποχές δεν είναι ασφαλώς οι ίδιες, αλλά η διένεξη του Σούνακ με τον Μητσοτάκη θυμίζει μία άγνωστη ιστορία των αρχών της δεκαετίας του 1950, εποχή που το Κυπριακό είχε αρχίσει να φουντώνει, εποχή που αποικίες είχαν αρχίσει να διεκδικούν και να κερδίζουν αυτοδιάθεση ή ανεξαρτησία, εποχή που βρισκόταν σε εξέλιξη το «ξήλωμα» της βρετανικής αυτοκρατορίας. Τότε, το 1953 συγκεκριμένα, υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας ήταν ο Άντονι Ήντεν, πρωθυπουργός στην Ελλάδα ο Αλέξανδρος Παπάγος και πρεσβευτής στο Λονδίνο ο Βασίλειος Μόστρας. Οι Παπάγος και Ήντεν δεν έτρεφαν συμπάθεια προς αλλήλους ή για να το πούμε πιο ωμά δεν χώνευαν ο ένας τον άλλον από τότε που ο ένας ως αρχιστράτηγος του ελληνικού στρατού και ο άλλος πάλι ως υπουργός Εξωτερικών της χώρας του έρχονταν σε προσωπική επαφή το 1941 για ζητήματα στρατηγικής, τακτικής και αγγλικής βοήθειας προς την Ελλάδα εν όψει και κατά τη διάρκεια της ναζιστικής επίθεσης.
Σε κλίμα προσωπικής αντιπάθειας ξανασυναντήθηκαν Παπάγος και Ήντεν το 1953 στην Αθήνα, με τον πρώτο, πρωθυπουργός πλέον, να θέτει με έμφαση το Κυπριακό, παρά τα τηλεγραφήματα που έστελνε ο Μόστρας από το Λονδίνο, να μην ανακινεί το ζήτημα η Αθήνα γιατί με κανένα τρόπο δεν θα έκανε πίσω το Λονδίνο, καθώς α) η Κύπρος βρισκόταν στο δρόμο προς τα πετρέλαια, τη Διώρυγα του Σουέζ και τη Μέση Ανατολή, β) ήταν το αγγλικό κάστρο στη μία πλευρά της Μεσογείου με το Γιβραλτάρ στο άλλο, γ) δεν υπήρχε περίπτωση να μην αναμείξει το Λονδίνο την Τουρκία στο Κυπριακό, αν η Αθήνα επέμενε να πιέζει. Το κλίμα αντιπάθειας μετατράπηκε σχεδόν αμέσως σε εκρηκτικό, καθώς ο υπερόπτης Ήντεν όχι μόνο δεν δεχόταν καμία συζήτηση για αυτοδιάθεση της Κύπρου, αλλά όταν ο Παπάγος άρχισε να λέει ότι η Ελλάδα θα φέρει το ζήτημα στον ΟΗΕ, του γύρισε την πλάτη και έβλεπε από τον παράθυρο στον δρόμο, πράγμα που έκανε έξαλλο τον στρατάρχη (παρεμπιπτόντως δεν ήταν ούτε ο πρώτος, ούτε ο μοναδικός στρατάρχης στην Ελλάδα, είχε προηγηθεί ο Θεοδωράκης Γρίβας, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία) ο οποίος ούρλιαξε με το δίκιο του ότι όταν μιλάει ο πρωθυπουργός της Ελλάδας δεν του γυρίζουν την πλάτη…
Κυπριακό
Οι πάντες αντιλαμβάνονται ότι κατόπιν αυτού το Κυπριακό είχε φορτωθεί και με προσωπική διάσταση, αφού Παπάγος και Ήντεν δεν μπορούσαν ούτε να μυρίσουν ο ένας τον άλλο. Ήδη με τον αναβρασμό που υπήρχε στην Κύπρο και με το κλίμα διεκδίκησης των εθνικών δικαίων και επιδιώξεων που επικρατούσε στο ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών υπό την μεγάλη επιρροή τότε του μεγαλοδιπλωμάτη Αλέξη Κύρου, δεν ήταν δύσκολο η προσωπική οργή του Παπάγου κατά του Ήντεν να μεταβληθεί σε πολιτική πρακτική. Ο Μόστρας μάλιστα θεωρείτο αμφιλεγόμενος και μειωμένου πατριωτισμού, τόσο στη Λευκωσία, όσο και στην Αθήνα, οπότε τον έγραψε κανονικά η κυβέρνηση και το 1955 που στη Βρετανία ήταν πια πρωθυπουργός ο Ήντεν, η κυβέρνηση Παπάγου έφερε το Κυπριακό στον ΟΗΕ και έστειλε τον Γρίβα στην Κύπρο για να ξεκινήσει τον απελευθερωτικό αγώνα / ανταρτικό της ΕΟΚΑ.
Τη συνέχεια τη γνωρίζουμε όλοι και τη βιώνουμε ακόμη στο Κυπριακό (με την ευκαιρία και του θανάτου του Κίσινγκερ σήμερα) με την υπογράμμιση ότι οι προσωπικές σχέσεις σε επίπεδο ηγετών παίζουν πολύ συχνά τον ρόλο τους στις διεθνείς εξελίξεις. Ο Ήντεν πάντως δεν μακροημέρευσε σαν πρωθυπουργός, καθώς δεν κατάλαβε ότι οι εποχές είχαν αλλάξει και άλλος (οι ΗΠΑ) ήταν το αφεντικό, προκάλεσε και έμπλεξε στην αποτυχημένη κρίση/στρατιωτική επέμβαση στη Διώρυγα του Σουέζ το 1956 και το έφαγε το πολιτικό σκοτάδι. Από την άλλη πλευρά το Ηνωμένο Βασίλειο διατήρησε βάσεις (ως κτήσεις, δηλαδή βρετανικό έδαφος) στην Κύπρο και κατέχει ακόμη το Γιβραλτάρ για να εξακολουθεί να ελέγχει τις δύο εξόδους της Μεσογείου.
Για την ιστορία τα παραπάνω και καμία σχέση με τη συμπεριφορά του Σούνακ σε ό,τι αφορά τις συνέπειες…
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr