Καλώς ή κακώς, σε πολιτικό επίπεδο ήδη επικρατεί σταδιακά προεκλογικό κλίμα. Καλώς ή κακώς, τα προβλήματα και οι συγκυρίες ανάγκασαν από πολύ νωρίς την κυβέρνηση να ακολουθήσει μία πορεία οικονομικής στήριξης, των πάντων σχεδόν. Καλώς βέβαια για όσους επλήγησαν από σεισμούς, λοιμούς, καταποντισμούς και πυρκαγιές, καλώς επίσης για όσους ανήκουν στις αληθινά φτωχικές κατηγορίες του πληθυσμού. Αλλά κακώς αυτή η (διαρκής) προστασία προσφέρθηκε σε οριζόντια βάση, υποταγμένη στις απαιτήσεις διαφόρων επαγγελματικών ομάδων και ασφαλώς επειδή στην Ελλάδα της τεράστιας σε έκταση και ένταση φοροδιαφυγής και της αντίστοιχης σε μέγεθος μαύρης εργασίας, δεν μπορεί να βγει άκρη ποιος πλήττεται και ποιος έχει ανάγκη. Προσθέστε σε αυτά την ανικανότητα και το αλαλούμ των δημοσίων υπηρεσιών, μαζί με τις ανίκητες παραδόσεις της επαιτείας και της λεηλασίας του κράτους που κυριαρχούν ανέκαθεν στην ελληνική κοινωνία.
Προφανώς η κυβέρνηση Μητσοτάκη ήθελε να δείξει κοινωνική ευαισθησία, ώστε, μεταξύ άλλων, να πέφτουν στο κενό οι συνεχείς καταγγελίες του Σύριζα περί νεοφιλελευθερισμού. Και το κατάφερε. Ήθελε παράλληλα να κρατήσει την κοινωνική συνοχή. Και αυτό το κατάφερε. Θεώρησε τέλος ότι η πορεία της οικονομία και τα αναμενόμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΣΠΑ, Ταμείο Ανασυγκρότησης), μαζί με τις χαλαρές ευρωπαϊκές πολιτικές για το χρέος και τα χαμηλά διεθνώς επιτόκια, θα στήριζαν την γενναιοδωρία της (περισσότερα από 40 δισ. πήγαν άμεσα ή έμμεσα σε στηρίξεις και ανακουφίσεις και ακόμη δεν φτάσαμε στο τέλος) ως τις επόμενες εκλογές. Αυτά δεν επαληθεύονται, καθώς ανέβηκαν θεαματικά οι τιμές της ενέργειας σε όλο τον κόσμο –και στην Ελλάδα φυσικά – και η κρίση στην Ουκρανία, που κανείς δεν ξέρει πως και πότε θα καταλήξει. Οπότε η κυβέρνηση αποφάσισε να προχωρήσει σε επιδοτήσεις όλων των νοικοκυριών που πλήττονται από την ενεργειακή ακρίβεια, δίχως να διαφαίνεται σύντομο τέλος σε αυτή την πρακτική, αλλά και χωρίς τα ανακουφιστικά μέτρα να ικανοποιούν τους ευεργετούμενους, κρίνοντας από τις αντιδράσεις…
Όλα τα παραπάνω βοήθησαν στη δημιουργία προεκλογικού κλίματος και βοηθούν στη συντήρησή του από την πλευρά της κυβέρνησης. Δίχως να ξεχνάμε τις μειώσεις φόρων, διάφορες ευεργετικές ρυθμίσεις, αναβολές και αναστολές μεταρρυθμίσεων κ.λ.π. Τα αντέχει όμως όλα αυτά η οικονομία για άλλους 15 μήνες, αν η κυβέρνηση εξαντλήσει τη θητεία της; Ακούγονται ήδη οι καμπάνες και τα καμπανάκια για την ελληνική οικονομία από την άνοδο των επιτοκίων, τις παρεμβάσεις της Κομισιόν, τις ξώφαλτσες του ΔΝΤ, τα ελλείμματα των εμπορικών συναλλαγών και άλλα απειλητικά στοιχεία. Αποκλείεται να μην τα λαμβάνει υπ’ όψη η κυβέρνηση. Τα λαμβάνει και τα σκέπτεται αν δούμε πόσο έχει ανεβάσει τους τόνους (και μέσω δημοσιογράφων) κατά του ΠΑΣΟΚ και του Ανδρουλάκη. Αφενός επειδή ανησυχεί βλέποντας από τις δημοσκοπήσεις ότι η άνοδος του προέρχεται και από δικές της διαρροές προς την κατεύθυνσή του, αφετέρου γιατί δεν το θέλει στη θέση του Κόμματος Αξιωματικής Αντιπολίτευσης και τρίτον¸ γιατί αν συνεχισθεί η σημερινή εικόνα, η απόκτηση αυτοδυναμίας δυσκολεύει όλο και περισσότερο την απόκτηση αυτοδυναμίας.
Με λίγα λόγια, εκ των πραγμάτων πια έχει διαμορφωθεί μία εικόνα που ευνοεί αντικειμενικά τη διενέργεια εκλογών νωρίτερα, παρά τις εκδηλωμένες επιθυμίες και προθέσεις της κυβέρνησης. Η οποία από την πλευρά της, με διάφορες πρακτικές και πολιτικές αντιδράσεις, κάνει πολλά για να συντηρήσει προεκλογικό κλίμα, το οποίο δεν μπορεί να έχει μεγάλη χρονική διάρκεια.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr