Και πριν από αυτόν, υποτίθεται ότι ο Στουρνάρας απείλησε τους τροϊκανούς να μην τον πιέζουν άλλο γιατί θα τους παρέδιδε τα κλειδιά του υπουργείου Οικονομικών και μετά θα είχαν να κάνουν καλά με τον Τσίπρα. Από κοντά ο Κουβέλης και τα παλληκάρια του, ο Μανιτάκης και ο Ρουπακιώτης, που πιστοί στις καλλίτερες παραδόσεις της ελληνικής Αριστεράς μετά τον εμφύλιο απαιτούν αέναες διαπραγματεύσεις χωρίς κατάληξη επί παντός επιστητού και βεβαίως ο Βενιζέλος και το ΠΑΣΟΚ, που επανέρχονται κάθε τόσο στην λεγόμενη «πολιτική λύση» που έχει επιδιωχθεί από τους ίδιους στο παρελθόν χωρίς να βρει την παραμικρή ανταπόκριση.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν ο Τσίπρας και οι δικοί του που υπόσχονται ότι θα καταφέρουν να τετραγωνίσουν τον κύκλο, δηλαδή να παραμείνει η Ελλάδα στην Ευρωζώνη, βασικά αναλλοίωτη και με τους δικούς της όρους, ότι θα επιβάλλουν διαπραγματεύσεις, έστω και με το ζόρι στους δανειστές, ενώ παράλληλα θα συγκροτήσουν με τους υπόλοιπους ευρωπαίους νότιους ένα μέτωπο κατά των αναίσθητων και αμετανόητων βορείων που θα είναι όλο δικό τους. Και άμα τους αρέσει... Σε όλα αυτά μάλιστα με τη συμπαράσταση των ελληνικών μήντια που καθημερινά και με διαφόρους τρόπους, αλλά και με ποικίλες φωνές χύνουν κιλά χολής και δηλητήριου εναντίον των ανελέητων δανειστών και κυρίως εναντίον των ανάλγητων Γερμανών. Και στο βάθος, οι άλλοι που πολιτεύονται με συνεχείς μπουρδολογίες και ψέματα, αλλά τους περνάει ακόμη. Τέλος είναι και εκείνοι με την ξεκάθαρη άποψη ότι η Ελλάδα πρέπει να βγει από την Ευρωπαϊκή Ενωση και να πορευτεί μόνη της στον κόσμο, γιατί μόνον έτσι θα θριαμβεύσει, αλλά χωρίς να ξεκαθαρίζουν πώς τον εννοούν τον θρίαμβο...
Από όλα τα προηγούμενα, εκείνο που ιντριγκάρει περισσότερο το νου είναι η «διαπραγμάτευση» ή η «αναδιαπραγμάτευση» για άλλους. Τι δηλαδή έχουν στο δικό τους μυαλό όλοι εκείνοι που την ζητούν, την απαιτούν ή την διατυπώνουν με διαφορετικό τρόπο, όπως ο Σαμαράς και ο Στουρνάρας, γιατί και αυτοί διαπραγμάτευση θεωρούν ότι κάνουν ουσιαστικά με τις «παλικαρίσιες» δηλώσεις τους. Διαπραγμάτευση όμως σημαίνει «δούναι και λαβείν», κάτι δίνεις και κάτι παίρνεις. Εμείς λοιπόν τι θα δώσουμε στη δική μας περίπτωση, για να πάρουμε περισσότερα λεφτά, περισσότερο «κούρεμα», περισσότερο χρόνο, περισσότερη ανοχή ή πιο κλειστά μάτια απέναντι στην πραγματικότητά μας. Γιατί αυτά ή κάποια από αυτά ζητούν όσοι ευαγγελίζονται την «διαπραγμάτευση» ή την «αναδιαπραγμάτευση» των όρων τους οποίους η Αθήνα υπέγραψε πριν από λίγους μήνες, αν δεν κάνουμε λάθος.
Κατά μία ερμηνεία, τους ζητούμε να αλλάξουν τη συνταγή που εφαρμόζουν σε εμάς, γιατί αν δεν το κάνουν θα τους τιμωρήσουμε με απαράμιλλη σκληρότητα. Θα πτωχεύσουμε, δεν θα τους πληρώσουμε αυτά που τους χρωστάμε, θα φύγουμε από την Ευρωζώνη και γενικά θα τους τα κάνουμε μπάχαλο, πυροβολώντας το πόδι μας ή και το κεφάλι μας. Αυτό είναι το δικό μας δούναι. Ή σε μία ηπιότερη μορφή σκληρότητας, θα τους τιμωρήσουμε φέρνοντας τον Τσίπρα στην εξουσία, μαζί ή χωρίς τον Καμμένο, ανάλογα πως θα αισθανόμαστε εκείνη την ημέρα. Κατά άλλη πάλι εκδοχή, διαπραγμάτευση σημαίνει να τους παρακαλέσουμε θερμά να μας λυπηθούν, να μας συμπεριφερθούν με καλοσύνη, να αναγνωρίσουν ότι είμαστε μία ειδική ράτσα, απόγονοι φυσικά εκείνων που έδωσαν τα φώτα στο δυτικό πολιτισμό, όταν οι Ευρωπαίοι έτρωγαν βαλανίδια στα δέντρα και επομένως να μας δώσουν όλα εκείνα που θέλουμε, χωρίς όρους. Ά, και να μην λαμβάνουν καθόλου υπ' όψιν την υπογραφή μας σε διάφορες συμφωνίες και όρους. Αν δεν το κάνουν, όχι μόνο θα πάψουμε να προσευχόμαστε να σχωρεθούν τ' αποθαμένα τους, αλλά θα τους καταραστούμε κιόλας. Ή ακόμη χειρότερα, θα στείλουμε στις επόμενες ευρωεκλογές χρυσαυγίτες στην Ευρωβουλή. Για να την κατουρήσουν απ' άκρου εις άκρο ώστε να μην πλησιάζουν άλλα ζώα!
Μα θα πει κάποιος, δεν είναι φυσικό να ζητάμε διαπραγμάτευση, αφού είναι φανερό ότι το πρόγραμμα δεν βγαίνει, ή συνταγή είναι λάθος, οι Γερμανοί πάνε να υποτάξουν ή να καταστρέψουν την Ευρώπη και όλα τα συναφή. Ίσως όλα αυτά να είναι έτσι και ενώ αρχικά ο υπογράφων νόμιζε ότι οι επιπτώσεις από την κυπριακή κρίση στην Ελλάδα θα είναι σχετικά μικρές, οφείλει να διορθώσει εκείνη την εκτίμηση, καθώς τα μηνύματα είναι ότι η αγορά πάγωσε ξανά, ενώ είχε βρει κάποιο ρυθμό και οι καταθέτες των τραπεζών τα έχουν κάνει επάνω τους και με το δίκιο τους (όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε ολόκληρη την Ευρωζώνη). Και πραγματικά πολλά μπορούμε να σκεφτούμε για το τι πραγματικά θέλουν οι Γερμανοί και οι άλλοι βόρειοι... Αλλά το ερώτημα παραμένει, στη διαπραγμάτευση για περισσότερη κατανόηση, στήριξη και αλλαγή πολιτικής, εμείς τι έχουμε να δώσουμε, πέρα από το καλό μας όνομα;
Αγγελος Στάγκος
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr