Είναι γνωστό ότι η χρηματοπιστωτική κρίση που εξελίχθηκε και σε δημοσιονομική κρίση, ξεκίνησε από τις αμερικανικές τράπεζες και τους αμερικανικούς χρηματοπιστωτικούς οίκους που στήριζαν φούσκες όπως η στεγαστική και λάνσαραν προϊόντα όπως τα λεγόμενα τοξικά ομόλογα. Αυτές πρώτες έφτασαν στα πρόθυρα της κατάρρευσης, με ανυπολόγιστες συνέπειες για όλο τον κόσμο, και χρειάστηκαν πολύ μεγάλες προσπάθειες και άπειρα κρατικά χρήματα για να ορθοποδήσουν, χωρίς όμως και να συνέλθουν τελείως, όπως απέδειξε το τεστ αντοχής και αξιολόγησης που έκαναν πέρυσι στις ΗΠΑ, πάλι με σενάρια κρίσης. Βέβαια, υπήρξαν και ευρωπαϊκές τράπεζες που είχαν μολυνθεί, κυρίως από τους ιούς των τοξικών ομολόγων, και οι οποίες χρειάστηκαν επίσης κρατική στήριξη, οπότε χρειάστηκε να γίνει και στην Ευρώπη το αντίστοιχο τεστ.
Η αλήθεια είναι ότι η Ευρώπη αναγκάστηκε από τις αγορές να προχωρήσει στο τεστ αντοχής και αξιολόγησης των τραπεζών της. Είχαν ξεκινήσει να αμφισβητούν το ευρωπαϊκό οικοδόμημα και το ευρώ με αφορμή την κατάρρευση της Ελλάδας, προβλέποντας ότι θα παρασύρει τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης. Όταν η Ευρωζώνη κινήθηκε, υποστήριξαν ότι δεν ήταν αρκετό και ταυτόχρονα βρήκαν τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου για να επιτεθούν στο ευρώ, ενώ ποτέ δεν εγκατέλειψαν τον σκεπτικισμό τους για την Ελλάδα. Σε όλο δε αυτό το διάστημα έντονη ήταν και η κριτική που ασκήθηκε κατά της Γερμανίας για την πολιτική που ακολουθούσε, για το ότι δεν τονώνει την ζήτηση για να ανακουφίσει τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές οικονομίες και κυρίως για την επιμονή της στη δημοσιονομική πειθαρχία και όχι στην τόνωση της αγοράς με κρατικό και περισσότερο χρήμα.
Από κάποια στιγμή και μετά, η Ευρώπη και κυρίως η Γερμανία, αλλά από κοντά και η Γαλλία αντέδρασαν με επιθέσεις κατά των οίκων αξιολόγησης, με περιορισμούς στα παιχνίδια με τα ομόλογα, τα ασφάλιστρα των ομολόγων και τα παράγωγα, αλλά και με επιβολή ακόμη περισσότερης δημοσιονομικής πειθαρχίας. Στους G20, όπου υπήρξε αντιπαράθεση μεταξύ ΗΠΑ και Ιαπωνίας από τη μία πλευρά και Γερμανίας και λοιπών ευρωπαίων από την άλλη σχετικά με την πολιτική που θα έπρεπε να υιοθετηθεί για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης (τόνωση της αγοράς ή δημοσιονομική πειθαρχία), νικήτρια βγήκε η ευρωπαϊκή πλευρά, η οποία μάλιστα πέρασε πρόσφατα και στην επίθεση με τον Τρισέ να υποστηρίζει δημόσια με άρθρο την ορθότητα της ευρωπαϊκής άποψης.
Στο μεταξύ, πριν δηλαδή ο Τρισέ δημοσιεύσει το άρθρο του, είχε προηγηθεί η απόφαση και η υλοποίηση του τεστ αντοχής και αξιολόγησης των ευρωπαϊκών τραπεζών. Από την αρχή όμως αμφισβητήθηκε από τις αγορές και τους αναλυτές η αξιοπιστία του με το επιχείρημα ότι ήταν πολύ εύκολο. Η Ευρωπαϊκή ΄Ενωση το έκανε πιο δύσκολο και τελικά πέρασαν 84 από τις 91 ευρωπαϊκές τράπεζες που υποβλήθηκαν στη δοκιμασία. Φαίνεται όμως ότι τα αποτελέσματα και πάλι αμφισβητούνται, οπότε πρέπει να περιμένουμε τη συνέχεια. Το ερώτημα όμως παραμένει. Γιατί η τόση αμφισβήτηση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος; Ποιους ενοχλεί και για ποιους λόγους; Μήπως το παιχνίδι είναι πάρα πολύ μεγάλο, παγκοσμίου επιπέδου και σχετίζεται με την ενεργειακή και οικονομική σύγκλιση της Γερμανίας με τη Ρωσία και τα ανοίγματά της στην Κίνα και το Καζακστάν;
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr