Όλα αυτά όμως δεν συμβαίνουν τώρα από το πουθενά. Η κυβέρνηση του Κ. Καραμανλή έκανε ό,τι μπορούσε για να δημιουργηθεί η σημερινή κατάσταση, αλλά ο σπόρος υπήρχε. Ο δημόσιος τομέας πάσχει εδώ και πολλά χρόνια και αυτός μας έφερε εδώ που βρισκόμαστε. Το Φθινόπωρο του 1985 ο υπογράφων δημοσίευσε στο περιοδικό «τετράδια» (πολιτικού διαλόγου, έρευνας και κριτικής) ένα άρθρο, που θα μπορούσε να γραφεί και σήμερα. Είχε τίτλο «Κράτος και ρυθμοί»:
«Οι διαπιστώσεις που έκανε ο πρωθυπουργός στην ΄Εκθεση της Θεσσαλονίκης για την πορεία της οικονομίας, ήταν ήδη γνωστές σε ένα μικρό αριθμό «υποψιασμένων» πολιτών της χώρας αυτής. Πολιτών δηλαδή, που από τη μία πλευρά έβλεπαν ότι πολλά δεν πάνε καλά στην Ελλάδα και από την άλλη δεν μπορούσαν να εξηγήσουν τον κραυγαλέο καταναλωτισμό και την ευμάρεια μεγάλων στρωμάτων του πληθυσμού, ενώ την ίδια ώρα ήταν φανερό ότι ο κρατικός μηχανισμός πήγαινε από το κακό στο χειρότερο.
Οι ίδιοι αυτοί «υποψιασμένοι» πολίτες δεν μπορούν και τώρα να καταλάβουν πως είναι δυνατόν να ελπίζει η κυβέρνηση, ο πρωθυπουργός, το ΠΑΣΟΚ και όποιος άλλος βρίσκεται στην εξουσία, σε μία αύξηση της παραγωγικότητας ή των εξαγωγών, σε μία βελτίωση δηλαδή της οικονομίας, με τον σημερινό κρατικό μηχανισμό. Γιατί είναι βέβαιο ότι «η αλλαγή ρυθμών» που ζητάει ο κ. Ανδρέας Γ. Παπανδρέου για να βγούμε από τη στενωπό, πριν αυτή γίνει αδιέξοδος, δεν μπορεί να υλοποιηθεί από μία μηχανή που κατασκευάστηκε πριν από αρκετές δεκαετίες για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες ενός κομματικού κράτους και στη διαδρομή υπερφορτώθηκε με ανθρώπινο υλικό και σφραγίδες, που η ύπαρξή τους και μόνο εμποδίζει τη σωστή λειτουργία της.
Το κλειδί λοιπόν για την αλλαγή των ρυθμών στην Ελλάδα είναι η αναδιάρθρωση του κρατικού μηχανισμού. Στις περισσότερες δε περιπτώσεις θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι αυτή η αναδιάρθρωση μπορεί να γίνει μόνον αν οι συγκεκριμένες υπηρεσίες, ή οι συγκεκριμένοι οργανισμοί, γκρεμιστούν και ξαναδημιουργηθούν με άλλες δομές και με πολύ λιγότερους υπαλλήλους, αφού κάθε άλλη προσπάθεια είναι καταδικασμένη.
Ο κρατικός παρεμβατισμός μπορεί και πρέπει να στηρίζεται σε μικρότερο αριθμό υπαλλήλων, που θα επιλέγονται με πραγματικά αξιοκρατικά κριτήρια -και όχι με τη μέθοδο των μορίων του κ. Αγ. Κουτσόγιωργα - και θα πληρώνονται καλά με τη μορφή μισθού και όχι με τη μορφή ανύπαρκτων υπερωριών και παράλογων επιδομάτων. Και δεν χρειάζεται να είναι κάποιος ειδικός για να ξέρει ότι η υπερφόρτωση ενός μηχανισμού με ανθρώπους δημιουργεί το λεγόμενο τέρας της γραφειοκρατίας, που με τη σειρά του θέλει να τραφεί και με περισσότερους υπαλλήλους, για να μεγαλώσει και να περιορίσει στο μίνιμουμ την παραγωγή και φυσικά και την παραγωγικότητα.
Επομένως, η αλλαγή των ρυθμών θέλει και άλλη μηχανή. Η άλλη μηχανή θέλει αποφάσεις με φαντασία, τόλμη και γνώση που θα υλοποιηθούν και δεν θα μείνουν «σχέδια». Παράλληλα, απαιτεί και άλλο οικονομικό μοντέλο, γιατί ο κ. πρωθυπουργός ξέρει καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον, ότι σε χώρα όπου περισσότερο του 50% το εργατικού δυναμικού αποτελείται από αυτοαπασχολούμενους και όπου κυριαρχεί η μικρή ιδιοκτησία, κάθε προσπάθεια για προγραμματισμό και πάταξη της φοροδιαφυγής είναι καταδικασμένη. Αν δε σ΄ αυτά προστεθεί η απειλή που αντιπροσωπεύουν οι συντεχνίες και η ανάγκη εκσυγχρονισμού και αναβάθμισης της Ανώτατης Παιδείας, ώστε να λειτουργεί σε αρμονία με τις απαιτήσεις της παραγωγής, τότε βρισκόμαστε μπροστά στο Ηράκλειο έργο της αναμόρφωσης της ελληνικής κοινωνίας.
Το ερώτημα είναι ποιος έχει το σθένος να αναλάβει να αρχίσει αυτό το Ηράκλειο έργο, στο οποίο έχει μεγάλες πιθανότητες να αποτύχει ή και να μη δει την ολοκλήρωσή του. Μόνον όμως αν αρχίσει η προσπάθεια σύντομα μπορούν να υπάρξουν ελπίδες για αλλαγή ρυθμών και βελτίωση της οικονομίας.
Γιατί αν δεν αναληφθεί μία τέτοια προσπάθεια, οι διαπιστώσεις του κ. Α. Γ. Παπανδρέου έχουν τόση αξία όση έχουν οι διαπιστώσεις ενός καθηγητή και όχι ενός πρωθυπουργού.»
Αυτά, πριν 25 έτη!
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr