Με την έλευση του εμβολίου παρουσιάστηκε μία διαφορετική πτυχή του προβλήματος. Η Ευρώπη έχει μείνει πίσω στις παραγγελίες και ο ρυθμός προμηθειών και διανομής των εμβολίων δεν θα είναι αυτός που κάποιοι φαντάζονταν και υπολόγιζαν. Το επιβεβαίωσε με σχεδόν κατηγορηματικό τρόπο ο επικεφαλής της συμπαραγωγού εταιρείας BionTech, σε συνέντευξή του στο γερμανικό περιοδικό Der Spiegel.
Η παράμετρος αυτή, σε συνδυασμό με τις διαφαινόμενες καθυστερήσεις στην κυκλοφορία των υπολοίπων εμβολίων, άλλων εταιρειών, διαμορφώνει την νέα πρόκληση.
Υπό αυτό το πρίσμα, ο σχεδιασμός και προγραμματισμός των κυβερνήσεων, μοιραία ανατρέπεται. Ήδη συζητείται αλλαγή στρατηγικής και προτείνεται ο εμβολιασμός μεγαλύτερου τμήματος του πληθυσμού με τις πρώτες από τις διπλές δόσεις και η καθυστέρηση της επόμενης φάσης.
Πιθανώς η ανατροπή αυτή να είναι και μία από τις παραμέτρους που βάρυναν στην εσπευσμένη απόφαση της κυβέρνησης για την επιβολή του νέου καθολικού απαγορευτικού.
Με τα νέα δεδομένα, ο σχεδιασμός της κατάλληλης και αποτελεσματικής στρατηγικής εμβολιασμών, επείγει και διαμορφώνει μία από τις αναγκαίες προτεραιότητες της κάθε κυβέρνησης, προφανώς και της ελληνικής.
Ποιες ομάδες θα εμβολιαστούν κατά προτεραιότητα και με ποιο σκεπτικό, είναι κάτι που θα πρέπει να αποφασιστεί σε διάστημα μερικών ημερών. Ήδη - και λογικά, πρώτοι στη σειρά είναι οι υγειονομικοί, οι ηλικιωμένοι και οι ευπαθείς. Όμως, απαιτούνται κάποιες γενναίες αποφάσεις, που θα συνδυαστούν και με τα μέτρα που θα συνεχίσουν να εφαρμόζονται.
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρουν κυβερνητικές πηγές, την ερχόμενη Δευτέρα 11 Ιανουαρίου, αναμένεται να ανοίξουν να σχολεία, κατά τα λεγόμενα όλων των βαθμίδων, αλλά κατά πάσα βεβαιότητα μόνο τα δημοτικά. Εν συνεχεία και μετά την πάροδο του γνωστού διαστήματος των δύο εβδομάδων, θα φανεί και θα αξιολογηθεί πόσο θα έχει αποδώσει η τακτική των ανοιχτών σχολείων και της κλειστής αγοράς και θα συνεκτιμηθούν τα στοιχεία για τις επόμενες αποφάσεις.
Με αυτά τα δεδομένα και εφόσον έχει διαπιστωθεί σε προηγούμενη φάση ότι τα σχολεία δεν αποτελούν εστίες υπερμετάδοσης του ιού, θα πρέπει να εξεταστεί σοβαρά το ενδεχόμενο του κατά προτεραιότητα εμβολιασμού των καθηγητών, τουλάχιστον στις δύο πρώτες βαθμίδες. Σίγουρα δε, ενόψει της έναρξης των μαθημάτων, όλοι οι καθηγητές θα πρέπει να υποβάλλονται σε τεστ.
Το σύνολο των δασκάλων και καθηγητών της χώρας ανέρχεται σύμφωνα με αρμόδιες πηγές γύρω στις 150.000, ενώ ένα συντριπτικό ποσοστό τους είναι άνω των 50 ετών.
Κατά τις επίσημες κυβερνητικές δηλώσεις, τον Ιανουάριο και Φεβρουάριο αναμένονται στη χώρα περίπου 800.000 δόσεις εμβολίου. Αυτές θα επαρκούν για τον εμβολιασμό 400.000 πολιτών, στους οποίους θα πρέπει κατά προτεραιότητα να συγκαταλεγούν γιατροί και νοσηλευτικό προσωπικό, ηλικιωμένοι και ευπαθείς.
Το ίδιο θα πρέπει να ισχύσει για δασκάλους και καθηγητές, αν πρόκειται τα σχολεία να λειτουργήσουν και να παραμείνουν ανοιχτά, με ασφάλεια και δίχως νέα διακοπή.
Είναι μία άσκηση δύσκολη και πολυπαραγοντική, όμως από την λύση της εξαρτώνται πολλά.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr