Από την τελική έκβαση της διαδικασίας θα κριθεί ποιος μιλούσε με επίγνωση, ποιος έλεγε ό,τι του κατέβει, ποιος διαχειριζόταν την πληροφόρηση ή απλώς την άγνοιά του.
Υπό μία έννοια, η όλη διαδικασία έχει μία παραδοξότητα, αφού ο Πρωθυπουργός δηλώνει μεν ότι δεν διαπραγματεύεται και από την άλλη κινεί κάποια υποψία ότι κάνει ένα παζάρι με όσους εκείνος θέλει να επιλέξει ως συνομιλητές του στην προκειμένη περίπτωση. Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι μέχρις ενός σημείου αυτό είναι κάτι θεμιτό, εφόσον μέσω της εκλογής θέλει να συμβολίσει κάτι ή να διαμορφώσει ένα πολιτικό πεδίο.
Αν το καλοσκεφτούμε όμως, τίποτε από αυτά δεν είναι προδιαγεγραμμένο και δεδομένο. Αν θυμηθεί κανείς προηγούμενες περιστάσεις, θα δει ότι ούτε καμία ριζική μεταστροφή του πολιτικού κλίματος είχε σημειωθεί όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου πρότεινε τον Κωστή Στεφανόπουλο, ούτε όταν ο Κώστας Καραμανλής πρότεινε τον Κάρολο Παπούλια. Απλώς δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι τότε υπήρχε η απειλή των πρόωρων εκλογών σε περίπτωση αδυναμίας ανάδειξης του Προέδρου της Δημοκρατίας από την Βουλή με 180 ψήφους… Η συναίνεση σε μία τέτοια διαδικασία είναι καλή και ωραία, αλλά δεν είναι και το ύψιστο αγαθό. Πολύ σημαντικότερο είναι να εκλεγεί ένα πρόσωπο κύρους, το οποίο θα μιλάει, θα ακούγεται και θα λαμβάνεται υπόψη στην Ελλάδα και διεθνώς.
Υπό αυτές τις συνθήκες, ακόμη μεγαλύτερο παράδοξο εντοπίζεται στην στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Μία υπεύθυνη πολιτική δύναμη θα είχε κάνει κάπως πιο κομψούς και πολιτικά έξυπνους χειρισμούς. Εμμένοντας στην επανεκλογή Παυλόπουλου κατά τρόπο άτσαλο και εν τέλει ανεξήγητο, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει καταστήσει τον εν ενεργεία Πρόεδρο κομματικό υποψήφιο και πιθανώς και να έχει περιορίσει δραματικά τις πιθανότητες να προτείνει τελικά ο Πρωθυπουργός την ανανέωση της θητείας του.
Εξελίσσεται αν το παρατηρήσει κανείς ένας διάλογος μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και της καραμανλικής πτέρυγας της ΝΔ, κατά τρόπο που φανερώνει μόνο υπόγειες διαδρομές και φιλοδοξίες να προκληθεί αναστάτωση στο εσωτερικό της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας.
Η τελευταία επινόηση του ΣΥΡΙΖΑ είναι πως η κυβέρνηση δια της στάσης της ενθαρρύνει την αποδοκιμασία του σημερινού Προέδρου, ενώ στην πραγματικότητα οι ίδιοι είναι που έχουν μετατρέψει (για μία ακόμη φορά) την Προεδρία της Δημοκρατίας σε εργαλείο για την επίτευξη ταπεινών και μάλλον δυσεξήγητων πολιτικών επιδιώξεων.
Τι θα μπορούσε ή θα όφειλε να κάνει η αξιωματική αντιπολίτευση, αν ήθελε πραγματικά να υπηρετήσει τους σκοπούς και τις αξίες που διατείνεται ότι καθορίζουν την δράση της; Πολύ απλά θα μπορούσε και εκείνη να έχει αποφύγει την ονοματολογία.
Στην ιδανική περίπτωση να έχει τηρήσει στάση αναμονής, καθώς είναι τουλάχιστον παράξενο, έως και παράτολμο, να αποκλείει εκ προοιμίου το ενδεχόμενο να ψηφίσει ό,τι προτείνει ο Μητσοτάκης. Υπό κανονικές συνθήκες, θα όφειλε να έχει αναζητήσει ένα πρόσωπο το οποίο να συμβολίζει τις νέες επιδιώξεις του ΣΥΡΙΖΑ ή την νέα του πολιτική ταυτότητα – αν αυτή υπάρχει.
Αφού επέλεξε να μην κάνει τίποτε από αυτά, θα έχει μεγάλο ενδιαφέρον η στάση που θα τηρήσει ο Αλέξης Τσίπρας μόλις ανακοινωθεί η απόφαση του Πρωθυπουργού. Και αν δεν είναι υποψήφιος ο Προκόπης Παυλόπουλος, θα πρέπει να σκεφτεί πολύ ποια εναλλακτική πρόταση δεν θα τον οδηγήσει σε νέες, αποκαλυπτικές αντιφάσεις…
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr