Όποια και αν ήταν τα προβληματικά σημεία του νομοσχεδίου, η συζήτηση στην αρμόδια επιτροπή τα ανέδειξε – τουλάχιστον πολλά από αυτά. Πολλές από τις προτάσεις και ενστάσεις του ΣΥΡΙΖΑ ελήφθησαν υπ’ όψη, τροποποιήσεις έγιναν, η συζήτηση στην ολομέλεια ήταν εξαντλητική.
Στο πλαίσιο αυτό και με αφορμή το νομοσχέδιο, έγιναν σαφή κάποια στοιχεία.
Ο αρμόδιος υπουργός Επικρατείας, Γ. Γεραπετρίτης π.χ., δεν έλειψε σχεδόν ούτε μία στιγμή από την αίθουσα. Σπανίως έχει παρατηρηθεί τέτοια στάση τα τελευταία χρόνια. Ακουσε σχεδόν όλους τους ομιλητές, απάντησε τεκμηριωμένα σχεδόν σε όλες τις ενστάσεις και παρατηρήσεις. Με αποκορύφωμα την απάντηση που έδωσε στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος ελάχιστα μίλησε για την ουσία του νομοσχεδίου και περισσότερο ασχολήθηκε με το να καταγγέλλει τον υπουργό για την πρότερη επαγγελματική του δραστηριότητα, ή να υπερασπίζεται την εκλεκτή των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ Βασιλική Θάνου, ή να ξεφεύγει από τα όρια, κατηγορώντας την κυβέρνηση για αυταρχισμό και αντιθεσμικές εκτροπές.
Η στάση αυτή του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης και του ΣΥΡΙΖΑ εν γένει, έδειξε πολλά. Κυρίως ως προς το τι μπορούν να κάνουν το κόμμα και ο επικεφαλής του από τον νέο ρόλο που καλούνται να παίξουν.
Ο κ. Τσίπρας αποδύθηκε σε προσωπικές καταγγελίες, σε μία ακατανόητη περιπτωσιολογία, ζητούσε και έπαιρνε τον λόγο χωρίς να γίνεται σαφές τι ακριβώς επιχειρούσε να υποστηρίξει και όλα αυτά συνέβαιναν ενώ πολλοί από τους βουλευτές του κραύγαζαν και ατακτούσαν στην αίθουσα της ολομέλειας, χωρίς προφανή λόγο και αιτία.
Λέγεται ότι στην συζήτηση αυτή ανέβηκαν οι τόνοι μεταξύ Τσίπρα και Μητσοτάκη. Μέχρις ενός σημείου αυτό ισχύει, αλλά η ένταση προκλήθηκε από τον κ. Τσίπρα. Είναι προφανές ότι μόνο έτσι θεωρεί ότι μπορεί να δικαιολογήσει την παρουσία του. Μόνο που οι απαιτήσεις από εκείνον είναι πλέον πολύ περισσότερες. Αν όχι για κάποιον άλλον λόγο, επειδή με μία τέτοια στάση απλώς θα εκτίθεται και θα αρκείται στο να εισπράττει τα οπαδικά χειροκροτήματα της κοινοβουλευτικής του ομάδας.
Παρά ταύτα, υπήρξε ένα στιγμιότυπο στο οποίο φάνηκε ότι ο κ. Τσίπρας θέλει να κάνει μία προσπάθεια. Ήταν όταν ο Παύλος Πολάκης σηκώθηκε και από το έδρανό του επιχείρησε να προκαλέσει ένα πρωτοφανές επεισόδιο, εμποδίζοντας τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης Μάκη Βορίδη να ολοκληρώσει μία σύντομη τοποθέτησή του.
Όσο ο Πολάκης κραύγαζε, ο κ. Τσίπρας εμφανώς ενοχλημένος είπε στους βουλευτές που κάθονταν πίσω του να πουν στον αψύ Σφακιανό να καθήσει κάτω και να σταματήσει την φασαρία.
Πιθανώς να οφείλεται αυτό στην κλονισμένη προσωπική τους σχέση, έπειτα από τα προεκλογικά παραπτώματα του Πολάκη. Πιθανώς και να αντιλαμβάνεται σήμερα ο κ. Τσίπρας ότι οι πολιτικές του επιδιώξεις στο νέο πολιτικό σκηνικό δεν ευνοούνται από την παρουσία και το ύφος του Πολάκη.
Το θέμα είναι ότι δεν αρκεί – αν υποθέσουμε ότι είναι εφικτή – η φίμωση του τσαμπουκά πρώην υπουργού. Ο κ. Τσίπρας είναι αυτός που πρώτος πρέπει να δώσει το παράδειγμα, αν θέλει πράγματι να πείσει ότι σκοπεύει να κάνει μία αξιόπιστη, εποικοδομητική και εν τέλει αποτελεσματική αντιπολίτευση.
Ειδάλλως, απλώς θα χειροκροτείται από τους ακολούθους του στο Κοινοβούλιο, ενώ θα περιφρονείται ολοένα και περισσότερο από τους πολίτες έξω από αυτό.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr