Πολύ ωραία, ας δεχθούμε ότι έτσι θα γίνει.
Με αυτήν την παραδοχή δεδομένη, οφείλει κάποιος να ρίξει μία ματιά στο πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον που καλλιεργείται στην χώρα.
Η κυβέρνηση και ο επικεφαλής της, εγγράφως και προφορικώς, δηλητηριάζουν καθημερινώς την όποια συζήτηση, κατασκευάζουν εχθρούς στο πολιτικό, επιχειρηματικό και δημοσιογραφικό πεδίο, βλέπουν όλες τις φιλόδοξες δεσμεύσεις τους να διαψεύδονται άμα τη ανακοινώσει τους και υπόσχονται εν κενώ την επιστροφή στην κανονικότητα.
Υπό αυτές τις συνθήκες όμως, επιστροφή στην κανονικότητα δεν υπάρχει. Ακόμη και αν ο κ. Τσίπρας σκοπεύει να παρατείνει την παραμονή του στο Μέγαρο Μαξίμου έως το τέλος, δεν θα είναι σε θέση να πραγματοποιήσει τίποτε από όσα εξαγγέλλει. Και όσο θα προσπαθεί να οδηγήσει το παιχνίδι στην παράταση, τόσο θα εντείνεται και ο παροξυσμός στην ρητορική και στην πρακτική της κυβέρνησης.
Επιστροφή στις αγορές και «καθαρή έξοδος» σε περιβάλλον επφυλιοπολεμικό δεν συμβαδίζουν. Το πολιτικό ρίσκο είναι άλλωστε πάντα μία από τις βασικές παραμέτρους με βάση την οποία κοστολογούν οι αγορές.
Συνεπώς, όσο περνούν οι εβδομάδες και ο ΣΥΡΙΖΑ ξαναμπαίνει στα χαρακώματα, το περιβόητο στρατήγημά του για την περίοδο ανάπτυξης, ευημερίας και εθνικής ψυχικής ανάτασης αυτοδιαψεύδεται και ακυρώνεται.
Θα ήταν αφελές να πιστεύει κάποιος ότι αυτή η κυβέρνηση θα οδηγηθεί στις κάλπες υπό ομαλές συνθήκες. Το πιθανότερο είναι ότι η μοναδική τακτική επιλογή που της έχει απομείνει είναι αυτή που ξεδιπλώνεται πλέον καθημερινώς: τοξικότητα, ρουσφετολογία, έξαψη κοινωνικών και πολιτικών παθών.
Αυτή δεν φανερώνει παρά την βασική, κυρίαρχη αντίληψη της κυβέρνησης της τελευταίας τριετίας.
Το μέλημα και ο στόχος της δεν είναι ούτε η πρόοδος της χώρας, ούτε η επιστροφή στην κανονικότητα. Είναι η διαμόρφωση μίας συνθήκης γενικευμένης κοινωνικής έντασης, προκειμένου να επιβιώσει πολιτικά ακόμη και έπειτα από μία εκλογική ήττα. Αν η επιδίωξη αυτή συνεχιστεί για ενάμιση ακόμη χρόνο, μπορούμε όλοι να φανταστούμε τι πληγές θα έχουν ανοίξει και πόσο δύσκολο θα είναι να επουλωθούν.
Το αν θα πληρώσει κανείς και ποιος θα αναλάβει τις ευθύνες για όλα αυτά είναι μία συζήτηση που κάποια στιγμή θα πρέπει να γίνει. Μακάρι να μην χρειαστεί, αλλά αυτό θα κριθεί κατά βάση από την εκλογική συμπεριφορά των πολιτών.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr