Η αλήθεια είναι ότι σ΄ αυτούς τους Ολυμπιακούς Αγώνες ξαναήλθαμε κατά κάποιο τρόπο στα κυβικά μας. Αποδείχθηκε περίτρανα ότι η διαφθορά που χαρακτηρίζει απ΄ άκρου εις άκρον την καθημερινότητα της ελληνικής κοινωνίας και η εικόνα του ανεξήγητου πλουτισμού μεγάλους ποσοστού της, στον αθλητισμό εκφράζεται με την εκτεταμένη «ντόπα», που φαίνεται ότι προσφέρεται από κάποιο συγκεκριμένο κέντρο. Αυτό λένε τα στοιχεία και η κοινή λογική. Η βασική αιτία είναι βέβαια τα λεφτά και τα προνόμια, αλλά και η κυρίαρχη νοοτροπία της ανόδου με κάθε τρόπο -πέραν της προσπάθειας-, καθώς και η κατάρρευση κάθε έννοια αξιοκρατίας.
Παράλληλα με την εκτεταμένη χρήση «ντόπας», το δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι η Ελλάδα επιδεικνύει και στον αθλητισμό μία τάση μεγαλομανίας, χωρίς αντίκρυσμα. Η ελληνική αντιπροσωπεία στο Πεκίνο ήταν τεράστια για τα μέτρα και τις δυνατότητες της χώρας και δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι όλοι αυτοί οι αθλητές που στείλαμε , μαζί με τους συνοδούς τους, άξιζαν να πάνε. Καλή η συμμετοχή, αλλά ακόμη καλύτερη είναι η περιστολή αχρείαστων δαπανών και μάλιστα σε δύσκολους καιρούς-, αν κρίνουμε από τις εμφανίσεις των ελλήνων αθλητών στον υγρό στίβο, στην πάλη και την πυγμαχία, σε διάφορα αθλήματα ελάχιστης εμβέλειας. Όταν μάλιστα σε πολλά εκπροσωπούμαστε από αθλητές οι οποίοι «ελληνοποιήθηκαν» για να δοξάσουν, υποτίθεται, τα ελληνικά χρώματα, αλλά κυρίως για να προσφέρουν υπόσταση στις ομοσπονδίες των αθλημάτων τους. Δηλαδή στους παράγοντες.
Παρατηρήθηκε επίσης το φαινόμενο αθλητών που πήγαν στην Κίνα καθαρά για τουρισμό. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα ελληνίδας αθλήτριας που «έπεσε» κάτω από το ρεκόρ της ένα ολόκληρο λεπτό στα 3.000 μέτρα στήπλ, γιατί δεν προσπάθησε καθόλου. Αφήστε βέβαια την άλλη που εστάλη στο Πεκίνο ενώ ήταν «ύποπτη» ότι είχε τρέξει «ντοπαρισμένη» στην Αθήνα, δεν έκανε καμία αξιόλογη εμφάνιση από τότε, δεν είχε χρόνο στα πόδια της και στο τέλος πιάστηκε και «ντοπέ». Πρόκειται για τον θρίαμβο της ελληνικής μικρονοϊκής μπαγαμποντιάς.
Από την άλλη πλευρά υπήρξαν αρκετοί αθλητές που τίμησαν τους εαυτούς τους και τα ελληνικά χρώματα, είτε με την προσπάθειά τους, είτε με την επιτυχία τους. Σε αυτούς που προσπάθησαν ανήκουν αναμφισβήτητα τα μέλη και τα στελέχη της εθνικής ομάδας μπάσκετ. Προσπάθησαν, αλλά δεν πέτυχαν, κακά τα ψέματα, αν και συνεχίζουν να ανήκουν στην ελίτ των 5-6 εθνικών ομάδων μπάσκετ στον κόσμο. Νίκησαν σε όλα τα παιχνίδια που μπορούσαν να νικήσουν και έχασαν σε όλα τα παιχνίδια που μπορούσαν να χάσουν. Δεν έκαναν δηλαδή την υπέρβαση και ειδικά το παιχνίδι με την Αργεντινή το έχασαν σε συνεργασία ο πάγκος και η περιφέρεια, στην οποία βασίζεται η δύναμη της ομάδας.
Τόσο ο κ. Γιαννάκης, όσο και το τρίο των Παπαλουκά, Διαμαντίδη και Σπανούλη εμφανίστηκαν εξαιρετικά μουδιασμένοι και φοβισμένοι στο πιο κρίσιμο ματς. Παρασύρθηκαν πλήρως από τον ρυθμό των αργεντινών, επέτρεψαν σε έναν και μοναδικό play maker, τον Πρικιόνι να βγάλει σχεδόν ατσαλάκωτος όλο το παιχνίδι, απέτυχαν στην περιφερειακή άμυνα, έκαναν πολλά και απανωτά λάθη και άφησαν το παιχνίδι να κριθεί στο τελευταίο δευτερόλεπτο σε ένα σουτ. Ε, δεν είναι δυνατόν να μπαίνουν σε όλα τα σουτ του τελευταίου δευτερολέπτου. Και για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, ο κ. Γιαννάκης δεν έδειξε καμία αρετή και φαντασία, ούτε στο κοουτσάρισμα, αλλά ούτε και στις αλλαγές των παικτών. Καλές οι αμπελοφιλοσοφίες, αλλά ακόμη καλύτερη η σωστή καθοδήγηση στα κρίσιμα ματς...
Λογικά πάντως, η εθνική ομάδα του μπάσκετ έχει δρόμο και μέλλον μπροστά της, αν μάλιστα μπει κάποιο φρένο στη χρησιμοποίηση ξένων παικτών από ελληνικές ομάδες και καλλιεργηθεί συστηματικά το άθλημα στα σχολεία και τα μικρά σωματεία. Τα πρότυπα άλλωστε υπάρχουν και είναι ισχυρά. Για τα περισσότερα όμως από τα υπόλοιπα αθλήματα ίσως τα πράγματα να μην είναι και τόσο ελπιδοφόρα, όσο η συνήθεια της άσκησης και τον σπορ δεν επιβληθεί στην ελληνική νοοτροπία, δίχως την βοήθεια της «ντόπας».
Αγγελος Στάγκος
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr