Βλέπεις, ο Μάκης, είναι ο τύπος του ανθρώπου που με το που θα άκουσει ότι υπάρχει 0,000001% πιθανότητα να επιβαρύνει την υγεία του με κάποια δραστηριότητα, θα την κόψει μαχαίρι. Πριν από δέκα χρόνια του είπε ο γιατρός για το τσιγάρο, «μαχαίρι» το τσιγάρο. Του είπαν ότι τον πειράζει το κρασί, πάει και το κρασί. Τα λιπαρά, το κρέας, ο καφές, η ζάχαρη, ο ήλιος... Τέρμα όλα. Κάθε φορά που γυρίζει από γιατρό, τρέμω κρυφά τι μπορεί να του έχει πει να περιορίσει ή -ακόμα χειρότερα- να καταργήσει εντελώς.
Τέτοιος άνθρωπος είναι βλέπεις ο Μάκης. Συνετός, να το πω, ένα πράγμα; Εγκρατής, να το πω; «Χέστης» να το πω; Αυτό, τέλος πάντων. Και καλά κάνει, βέβαια.
Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, που είναι θέμα «άνωθεν» απαγόρευσης, βγήκε από μέσα του ο επαναστάτης Ποπολάρος. Έχει συγκλονιστεί, έτσι του' ρχεται να ξαναρχίσει το κάπνισμα για να κάνει αντίσταση κατά της αρχής. Δεν μπορεί να καταλάβει πώς μπορεί μια, κατά τα άλλα νόμιμη, ουσία η οποία παράγεται, εισάγεται, διανέμεται, φορολογείται, πωλείται και αγοράζεται ελεύθερα, να γίνεται αντικείμενο μιας τέτοιας, καθολικής, σχεδόν, απαγόρευσης.
Εγώ πάλι, το προσεγγίζω αλλιώς. Πριν από χρόνια, σε ένα ταξίδι στην Νέα Υόρκη είδα κάτι ταλαίπωρους να στέκονται σε ένα πεζοδρόμιο με 2 μέτρα χιόνι με το τσιγάρο στο παραμορφωμένο από την ψύξη στόμα και ρώτησα κάτι φίλους Αμερικάνους προς τι ο εξοστρακισμός. Μου απάντησαν ότι το μέτρο λήφθηκε προς όφελος όσων -μη καπνιστών- εργάζονται σε κλειστούς χώρους και υποβάλλονται σε παθητικό κάπνισμα επί τουλάχιστον εννιά ώρες ημερησίως. Συγκεκριμένα για εστιατόρια και μπαρ, μου είχαν πει, θυμάμαι, ότι έτσι προστατεύονται οι σερβιτόροι κι όλοι όσοι εργάζονται σ αυτούς τους χώρους.
Ομολογώ, πώς με είχε πείσει αυτό το επιχείρημα.
Πολύ περισσότερο απ ότι με πείθει το επιχείρημα που επικαλούνται οι δικοί μας για την επιβολή του μέτρου εδώ: ότι, δηλαδή, το κάπνισμα βλάπτει την υγεία μου και πρέπει να μου το κόψουν -έστω και με το ζόρι- γιατί με αγαπάνε τρελά και φοβούνται μη τους πάθω τίποτε.
Πρώτον, αν με αγαπούσαν τρελά, θα ήθελα να μου το δείξουν πιο χειροπιαστά, όπως, παραδείγματος χάριν, με το να φτιάξουν κανένα δρόμο που να μην σκοτώνομαι και κανένα ανθρώπινο νοσοκομείο -απ αυτά που έχουν και γιατρούς μέσα, ει δυνατόν- που να πηγαίνω άμα σκοτωθώ. Να φροντίσουν οι δημόσιες υπηρεσίες και οι δημόσιοι λειτουργοί να μου προσφέρουν πότε πότε -έστω, στο τσακίρ κέφι, βρε παιδί μου- καμιά υπηρεσία ή να επιτελούν προς όφελός μου -κι όχι προς δικό τους όφελος- το λειτούργημά τους. Ας μου δείξουν έτσι τα αγνά αισθήματά που τρέφουν απέναντί μου. Κι ας μην είναι αγάπη, ας είναι μια απλή συμπάθεια, έστω.
Αλλά έχω κι άλλο λόγο που στέκομαι με καχυποψία απέναντι σ αυτό το μέτρο -παρόλο που δεν είμαι καπνίστρια: Φοβάμαι ότι, τώρα που θα πάρουμε το βάπτισμα του πυρός με το τσιγάρο, μπορεί να τους έρθει να μας κόψουν κι άλλες βλαβερές συνήθειες, για να μην τους αρρωσταίνουμε κι έχουν την έννοια μας.
Μπορεί, ας πούμε, να απαγορεύσουν τα κοψίδια ή τα γαλατομπούρεκα.
Ο Μάκης γελάει που του το λεω αλλά εγώ το εννοώ και τον έχω βάλει να ορκιστεί ότι, έτσι και με συλλάβει, μία των ημερών, το σώμα δίωξης βάρους, θα κοιτάξει, τουλάχιστον, να με βγάλει έξω με εγγύηση.
Μαρία Τσάκου-Κουιμάνη
[email protected]
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr