Ως ικανοποιητικά χαρακτηρίζει η AXIA τα οικονομικά αποτελέσματα της ΔΕΗ, αναγνωρίζοντας ότι κινήθηκαν εντός των προσδοκιών της αγοράς, κάτι που προκαλεί αισιοδοξία για το συνολικό πρόσημο στο τέλος του 2022.
Πιο συγκεκριμένα, τα προσαρμοσμένα EBITDA του β’ τριμήνου ανήλθαν σε 259,2 εκατ. ευρώ (+5,5% σε ετήσιο επίπεδο), με τα καθαρά κέρδη να καθορίζονται σε 174,5 εκατ. ευρώ, αντανακλώντας τα κεφαλαιακά κέρδη από την πώληση του ΔΕΔΔΗΕ.
Όσον αφορά το α’ εξάμηνο, οι τελικές ζημιές διαμορφώθηκαν σε 17,6 εκατ. ευρώ, με τις ελεύθερες ταμειακές ροές να είναι αρνητικές, παρά τα οφέλη από την πώληση του Διαχειριστή, κάτι που αντανακλά το υψηλό κόστος από τη μεταβλητότητα της αγοράς ενέργειας, αλλά και τα ακριβότερα δικαιώματα εκπομπής διοξειδίου άνθρακα.
Το καθαρό χρέος, παράλληλα, καθορίστηκε σε 2,245 δισ. ευρώ στα τέλη Ιουνίου έναντι 1,9 δισ. ευρώ στο τέλος του 2021.
Κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης των επενδυτών, η διοίκηση επανέλαβε την οδηγία για επαναλαμβανόμενα EBITDA παρόμοια των επιπέδων του 2021, ενώ αναφορικά με το ζήτημα της φορολόγησης των υπερκερδών, εκτίμησε ότι ο αντίκτυπος υπολογίζεται στα 200 έως 300 εκατ. ευρώ.
Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, η AXIA επισημαίνει ότι η ΔΕΗ, παρά τις αντίξοες συνθήκες, ανακοίνωσε ικανοποιητικά μεγέθη, κάτι που ενισχύει την πεποίθηση ότι η πρόβλεψη για την κερδοφορία του 2022 θα επιτευχθεί.
Παρ’ όλα αυτά, οι αβεβαιότητες εξακολουθούν να υπάρχουν, αλλά αυτές αναμένεται να αποτυπωθούν περισσότερο εντός του επόμενου έτους. Στα συν της AXIA συγκαταλέγεται και η ικανότητα της διοίκησης να ελίσσεται κατά τη διάρκεια μιας πολύ ευμετάβλητης περιόδου.
Η AXIA εξακολουθεί να δίνει σύσταση «buy» για τη μετοχή της ΔΕΗ, με την τιμή-στόχο να καθορίζεται στα 5,49 ευρώ.
Pantelakis Sec.
Λειτουργική κερδοφορία καλύτερη των εκτιμήσεων της Pantelakis Sec. ανακοίνωσε για το α’ εξάμηνο η ΔΕΗ, όπως σημειώνει η ελληνική χρηματιστηριακή στην ανακοίνωσή της, στην οποία σχολιάζει τη χθεσινή ανακοίνωση της εταιρείας.
Παράλληλα, διατηρεί αμετάβλητη τη σύσταση «overweight» και την τιμή - στόχο στα 14,50 ευρώ, πολύ υψηλότερα από το τρέχον επίπεδο διαπραγμάτευσης των 5,24 ευρώ.
Στην έκθεση αναφέρεται ότι η ΔΕΗ ανακοίνωσε καθαρά EBITDA ύψους 259 εκατ. ευρώ, πάνω από την πρόβλεψή για 234 εκατ. ευρώ, με τη διαφορά να εξηγείται από τις χαμηλότερες επιβαρύνσεις για τον άνθρακα (177 εκατ. ευρώ έναντι 200 εκατ. ευρώ που αναμένονταν) και τα επισφαλή χρέη (36 εκατ. ευρώ έναντι 46 εκατ. ευρώ).
Οι αναλυτές της Pantelakis υποστηρίζουν ότι είναι σημαντικό ότι τα καθαρά EBITDA αυξήθηκαν κατά 53% σε τριμηνιαία βάση (με υψηλότερα μοναδιαία έσοδα, καθώς οι υψηλές τιμές χονδρικής του Μαρτίου αντικατοπτρίστηκαν στα τιμολόγια λιανικής μόλις τον Απρίλιο) και ήταν πολύ υψηλότερα από τα 93 εκατ. ευρώ που ήταν η υποκείμενη αξία πριν από ένα χρόνο (εξαιρουμένης της αντιστροφής της πρόβλεψης για επισφαλή χρέη ύψους 154 εκατ. ευρώ τότε), πριν από την εισαγωγή τον Αύγουστο του 2021 της αναπροσαρμογής των τιμολογίων λιανικής
Στις θετικές εκπλήξεις της ανακοίνωσης της ΔΕΗ η πορεία των ελεύθερων ταμειακών ροών (FCF), καθώς καθώς τα EBITDA κάλυψαν πλήρως τόσο τις αυξανόμενες επενδύσεις (142 εκατ. ευρώ) όσο και τις καλά συγκρατημένες ανάγκες σε κεφάλαιο κίνησης: το τελευταίο διευρύνθηκε μόλις κατά 79 εκατ. ευρώ έναντι μιας εκτίναξης 1,3 δισ. ευρώ στο α' τρίμηνο, εκ των οποίων, ομολογουμένως, 1,1 δισ. ευρώ ήταν παροδικού/εφάπαξ χαρακτήρα (0,6 δισ. ευρώ περιθώρια αρχικής διακύμανσης για δραστηριότητες αντιστάθμισης κινδύνου και 0,5 δισ. ευρώ που σχετίζονται με την εποχιακή πληρωμή αδειών άνθρακα για το 2021, που θα εκκαθαριστούν σταδιακά μέχρι το τέλος του έτους).
Κρίσιμο είναι ότι οι εμπορικές απαιτήσεις παρέμειναν αμετάβλητες σε τριμηνιαία βάση μετά από αύξηση κατά 0,3 δισ. ευρώ το α' τρίμηνο, με τη ΔΕΗ να επισημαίνει βελτίωση των τάσεων πληρωμών (οι πελάτες σε καθυστέρηση μειώθηκαν ως ποσοστό του συνόλου) και να μην αναμένει περαιτέρω επιδείνωση έως το τέλος του έτους. Ως εκ τούτου, ο καθαρός δανεισμός αυξήθηκε στα 2,24 δισ. ευρώ (έναντι 2,13 δισ. ευρώ το α΄ τρίμηνο), αποκλειστικά λόγω της εξαγοράς της Volterra (133 εκατ. ευρώ επιχειρηματική αξία). Ομολογουμένως, οι δραστηριότητες αντιστάθμισης κινδύνου μπορεί να έχουν απαιτήσει μεγαλύτερο περιθώριο διακύμανσης στο γ' τρίμηνο μέχρι στιγμής (εν μέσω της εκτόξευσης των τιμών), αλλά η ΔΕΗ μπορεί σίγουρα να ανταπεξέλθει μέσω των ακαθάριστων ταμειακών διαθεσίμων ύψους 2,2 δισ. ευρώ και των διαθέσιμων πιστωτικών γραμμών ύψους 1,4 δισ. ευρώ.
Η συνολική ζήτηση στην αγορά υποχώρησε εποχικά κατά 13% σε τριμηνιαία βάση, με το μερίδιο αγοράς της ΔΕΗ να υποχωρεί οριακά (κατά 1 ποσοστιαία μονάδα) στο 64%. Τόσο η λιγνιτική όσο και η υδροηλεκτρική παραγωγή υποχώρησαν σε τριμηνιαία βάση (κατά 0,8TWh και 0,3TWh αντίστοιχα), αντιστοιχώντας περίπου στην πτώση των πωλήσεων της ΔΕΗ, αφήνοντας έτσι την παραγωγή αερίου και τις αγορές ενέργειας σχεδόν αμετάβλητες.
Τέλος, με προσαρμογή για τη χρονική υστέρηση 1 μήνα, η χονδρική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας (MCP) αυξήθηκε κατά 10% τριμηνιαίως σε 248 €/MWh, πολύ πάνω από τα 70 εκατ. ευρώ πριν από ένα χρόνο: ως εκ τούτου, οι πωλήσεις του ομίλου το β΄ τρίμηνο διπλασιάστηκαν σε ετήσια βάση σε 2.145 εκατ. ευρώ (αντανακλώντας αποκλειστικά τα απότομα υψηλότερα μοναδιαία έσοδα υπό το πρίσμα της πεσμένης ζήτησης και της ήπιας υποχώρησης του μεριδίου αγοράς), αλλά εποχικά υποχώρησαν κατά 5%.
Παράλληλα, η διοίκηση της ΔΕΗ εμφανίστηκε καθησυχαστική τόσο για την έκτακτη φορολόγηση όσο και για τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά χονδρικής. Αναφορικά με τη φορολόγηση, η διοίκηση εξακολουθεί να αναμένει συνολική επιβάρυνση 0,2 - 0,3 δισ. ευρώ για την περίοδο Οκτωβρίου 2021 - Μαρτίου 2022, σίγουρα διαχειρίσιμη και πολύ χαμηλότερη από τους αρχικούς φόβους της αγοράς. Αυτό θα αντισταθμιστεί πλήρως από το γεγονός ότι, σύμφωνα με μια πρόσφατα ψηφισθείσα τροπολογία, η ΔΕΗ πρόκειται να λάβει αναδρομική πληρωμή ύψους 0,3 δισ. ευρώ (μετρητά που θα καταβληθούν εντός του 2022) για την παροχή υπηρεσιών «ψυχρής εφεδρείας» στα νησιά κατά την περίοδο 2004-21.
Όσον αφορά τη θέσπιση ανώτατων τιμών χονδρικής από την 1η Ιουλίου (112 €/MWh για τα υδροηλεκτρικά, μεταβλητό κόστος συν προσαύξηση για το λιγνίτη και το φυσικό αέριο), η διοίκηση αναμένει ότι η όλη διαδικασία θα είναι ουδέτερη ως προς τα κέρδη του ομίλου, δεδομένου του καθετοποιημένου και μακροχρόνιου χαρακτήρα της προμήθειας. Επιπρόσθετα, η ΔΕΗ βλέπει την παραγωγή λιγνιτικής καύσης να αυξάνεται σε 6,2TWh το 2022 (από 5,2TWh πέρυσι) και ενδεχομένως υψηλότερα το 2023 (η νέα μονάδα 660MW θα ξεκινήσει την εμπορική της λειτουργία το α' τρίμηνο), χωρίς ωστόσο να θέτει σε κίνδυνο τη στρατηγική απόφαση για έξοδο από αυτόν τον τομέα.
Το σχέδιο μετασχηματισμού βρίσκεται σε καλό δρόμο, με την ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας 5GW στην Ελλάδα να εφαρμόζεται σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα (αν και δεν μπορούν να αποκλειστούν εντελώς μελλοντικές καθυστερήσεις στις προμήθειες). Μάλιστα, η ΔΕΗ έχει ήδη εξασφαλίσει το 80% του εν λόγω αγωγού, δηλαδή 4 GW, εκ των οποίων τα 2,2 GW έχουν λάβει δεσμευτικούς όρους σύνδεσης με το δίκτυο και άλλα 1,9 GW έχουν εξασφαλίσει περιβαλλοντικούς όρους. Από αυτά, 50 MW κατασκευάστηκαν το 2021, ενώ άλλα 394 MW βρίσκονται τώρα υπό κατασκευή. Τέλος, πέραν της εξαγοράς της Volterra (προσθέτοντας 72 MW σε λειτουργία και 40 MW υπό κατασκευή), ο όμιλος εξετάζει ευκαιρίες εξαγορών και συγχωνεύσεων στη Ρουμανία, με ειδήσεις να αναμένονται σύντομα.
Συνολικά, η ΔΕΗ παραμένει προσηλωμένη στην πλήρη αξιοποίηση της ευκαιρίας της πράσινης μετάβασης, στοχεύοντας σε προσθήκες 3,8/6,1 GW ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μέχρι το 2024/2026, με τη σειρά της να καθοδηγείται για 1,4 δισ./€1,7 δισ. EBITDA το χρονικό διάστημα 2024 – 2026.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr