Μάλιστα, εγχώριες χρηματιστηριακές και ξένοι οίκοι μιλούν για τις προοπτικές που ανοίγονται για τον κλάδο, με επιστροφή σε κερδοφορία, ισχυρή κεφαλαιακή διάρθρωση, διαχείριση «κόκκινων» δανείων κ.λπ. ιδίως εάν εξελιχτεί από εδώ και πέρα ομαλά η πορεία αξιολόγησης της χώρας. Βέβαια, δεν παραλείπουν να μιλούν για «αγκάθια», προβλήματα και «γκρίζες ζώνες», δίνοντας ωστόσο, τιμές-στόχους που βάζουν τον πήχη σε επίπεδα 40%-50% έως και 80%-90%, ανά περίσταση, υψηλότερα από τα τρέχοντα επίπεδα.
Παρά τον υπερδιπλασιασμό των αποτιμήσεων στις τράπεζες (7,5 δισ. ευρώ συνολικά στις 4 συστημικές) συγκριτικά με τα ιστορικά ελάχιστα στα μέσα Φεβρουαρίου, οι αναλυτές εξακολουθούν να θεωρούν υποτιμημένες τις μετοχές τους, επισημαίνοντας ότι είναι διαπραγματεύσιμες μόλις στο 0,25x της λογιστικής αξίας τους (προ μηνός σχεδόν στο 0,15) και εμφανίζουν discount άνω του 50% σε σύγκριση με τις ευρωπαϊκές τράπεζες.
Με την πτώση που έχει μεσολαβήσει από τις αρχές του έτους, μια άνοδος 40%-50% απλώς θα επαναφέρει τις τραπεζικές μετοχές στις τιμές των τελευταίων αυξήσεων κεφαλαίου, ωστόσο ακόμη και αυτό αντιμετωπίζεται ως προοπτική με ισχυρές επιφυλάξεις από τους επενδυτές, καθώς το τοπίο σε ότι αφορά την ύφεση στην Ελλάδα που επηρεάζει το ποσοστό εξυπηρέτησης των δανείων και οι ενδείξεις αναζωπύρωσης της χρηματοπιστωτικής κρίσης στην Ευρώπη, κρατούν δικαιολογημένα χαμηλά τον πήχη των προσδοκιών, πόσω μάλλον όταν σέρνεται η αξιολόγηση και το προσφυγικό «κοχλάζει».
Το θέμα που βάζουν κάποιοι αναλυτές είναι εάν τελικά οι τράπεζες πιάσουν τις τιμές-στόχους σε βάθος 12μήνου, άρα εάν είναι ευκαιρία ή αν οι αναλυτές δείχνουν ιδιαίτερα αισιόδοξοι και μιλούν για ράλι όταν απλά θα… αποκατασταθεί μια στρέβλωση και θα καλυφθεί ένα «κενό».
Εάν τα χαρτιά κερδίσουν 50% με 100%, τότε η συνολική κεφαλαιοποίηση θα φτάσει στα 12 με 14 δισ. ευρώ. Και αν πάρουμε ως «βάση» θεωρητικά τα 13 δισ. ευρώ, τότε οι τράπεζες θα «παίζουν» με p/bv στο 0,35 με 0,4 (λίγο χαμηλότερα) σε σχέση με τα ίδια κεφάλαια των 36 δισ. ευρώ (εκ των οποίων 19-20 δισ. αναβαλλόμενος φόρος).
Δηλαδή, οι τράπεζες θα επιστρέψουν στα επίπεδα των ΑΜΚ, όταν διαπραγματεύονταν με κεφαλαιοποίηση προς λογιστική αξία λίγο κάτω του 0,4 μόνο αν πιάσουν τον «πήχη» των αναλυτών (με αναγωγή τις 630 μονάδες για τον γενικό δείκτη). Υπενθυμίζεται ότι οι πρόσφατες ΑΜΚ έγιναν στις εξής τιμές: ΕΘΝΙΚΗ στα 0,30 ευρώ, ΠΕΙΡΑΙΩΣ στα 0,30 ευρώ, EUROBANK στο 1 ευρώ και ALPHA BANK στα 2 ευρώ.
Πάντως, λόγω αναβαλλόμενης φορολογίας οι τράπεζες πρέπει να παράγουν κέρδη για να μειώσουν τον αναβαλλόμενο φόρο αλλά παραμένει «θολό» το αν η πρόθεση για επιθετική μείωση των προβλέψεων συνάδει με τα περιθώρια ανάκτησης των NPLs και την εν γένει πορεία της οικονομίας.
Βέβαια, πολλά θα κριθούν τόσο από τη διαχείριση των «εσωτερικών θεμάτων» των τραπεζών (ρευστότητα, κόστος, δάνεια, κερδοφορία κ.λπ), όσο και από τα μεγαλύτερα ανοιχτά μέτωπα (αξιολόγηση, προσφυγικό, διεθνές επενδυτικό κλίμα κ.λπ.), επιμέρους διεργασίες (από αναδιαρθρώσεις δεικτών, θυγατρικών μέχρι… απρόοπτα), τη «στήριξη» της ΕΚΤ (ξεμπλοκάρισμα αξιολόγησης πιθανολογείται πως θα οδηγήσει σε επαναφορά της εξαίρεσης αποδοχής των ομολόγων, αναβάθμισης στην πιστοληπτική διαβάθμιση της οικονομίας, ένταξης της Ελλάδας στην ποσοτική χαλάρωση και έναρξη της συζήτησης για την αναδιάρθρωση του χρέους).
Γιώργος Παπακωνσταντίνου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr