Τα παραπάνω στοιχεία είναι ενδεικτικά της πρόσθετης επιβάρυνσης των νοικοκυριών στο συγκεκριμένο τομέα από χρόνο σε χρόνο. Χαρακτηριστικά αξίζει να αναφερθεί ότι το 2001 μια πολυκατοικία 12 διαμερισμάτων ξόδευε για εφτά χιλιάδες λίτρα ντίζελ θέρμανσης ένα ποσό της τάξης των 1.980 ευρώ. Φέτος προβλέπεται ότι θα ξοδέψεικάτι παραπάνω από 3.700 ευρώ, γεγονός που δείχνει τη σημαντική επιβάρυνση του οικογενειακού προϋπολογισμού στο συγκεκριμένο διάστημα. Φέτος πάντως και εφόσον οι τιμές παραμείνουν στα σημερινά επίπεδα αναμένεται να αντιστραφεί η αυξητική πορεία.
Επίσης, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, μειωμένηκατά10% εμφανίζεται η μέση οικογενειακή δαπάνη για ντίζελ θέρμανσης τον χειμώνα 2006 2007έναντι του περυσινού 2005 2006, , καθώς οι φετινές ανάγκες θέρμανσης των ελληνικών νοικοκυριών και των δημοσίων χώρων διαμορφώνονται σε 5 εκατ τόνους πετρελαίου. Έτσι, τα ελληνικά νοικοκυριά υπολογίζεται ότι θα ξοδέψουν περίπου 3,15 δισ ευρώ για την αγορά ντίζελ θέρμανσης.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις εκπροσώπων της αγοράς:
* οι ανάγκες θέρμανσης μιας απλής γκαρσονιέρας είναι της τάξεως των 200 λίτρων για ολόκληρο το χειμώνα, ποσότητα η οποία «μεταφράζεται» σε ένα ποσό των 106 ευρώ.
* αντιστοίχως, ένα «δυάρι» διαμέρισμα χρειάζεται περίπου 500 λίτρα για τη θέρμανσή του, γεγονός που σημαίνει ότι διαμένοντες σε αυτό χρειάστηκαν για το συγκεκριμένο σκοπό περίπου 265 ευρώ.
* το «τριάρι», με χειμερινή κατανάλωση 650 λίτρων πετρελαίου θέρμανσης, απαίτησε ένα ποσό της τάξεως των 344 ευρώ.
* το «4άρι» με αντίστοιχη κατανάλωση 800 λίτρων, χρειάστηκεένα κονδύλι περίπου 424 ευρώ.
* Τέλος, οι ανάγκες θέρμανσης μια μονοκατοικίας που έχει μια κατανάλωση χειμερινής περιόδου 1.650 λίτρα, απαίτησε ένα κονδύλι της τάξεως των 874 ευρώ.
Ας σημειωθεί ότι τις ανάγκες θέρμανσης καλύπτουν:
Πρώτον, οι 8.000 πρατηριούχοι, που ελέγχουν περίπου το 40% της εγχώριας αγοράς ντίζελ θέρμανσης.
Δεύτερον, 20 εταιρίες εμπορίας πετρελαιοειδών, μεταξύ των οποίων και οι EKO, BP, Shell, Jetoil, Aegean, Ελίν, Revoil, SilkOil, ETEKA, Dracoil, Avin και Cyclon. Στο σύνολό τους οι εταιρίες ελέγχουν περίπου το 20% της αγοράς ντίζελ θέρμανσης.
Τρίτον, περίπου 2.000 μεταπωλητές καυσίμων, που ελέγχουν το υπόλοιπο 40% της αγοράς ντίζελ θέρμανσης.
Οι εμπλεκόμενες επιχειρήσεις των 2.000 μεταπωλητών απασχολούν για τις συγκεκριμένες υπηρεσίες θέρμανσηςπερίπου18.000 εργαζομένους και διαθέτουν 3.000 βυτιοφόρα. Ορισμένοι εξ αυτών διαθέτουν υψηλή ρευστότητα και απασχολούν ως και 120 άτομα, ενώ την ίδια στιγμή λειτουργούν ιδιόκτητα πρατήρια με πολύ μεγάλες καταναλώσεις.
Στον τομέα εμπορίας πετρελαίου θέρμανσης επιχειρείται ραγδαία ανακατανομή των μεριδίων αγοράς. Οι μεγάλεςεταιρίες προσπαθούν με συστηματικό τρόπο να διευρύνουν την αυτόνομη παρουσία τους στην λιανική του πετρελαίου θέρμανσης, αποσπώντας μερίδιο από τους υπόλοιπους φορείς διακίνησης. Έτσι, ο έλεγχος από τις εταιρίες ενός ποσοστού της τάξης του 20% της αγοράς ισοδυναμεί με τη διαχείριση πρόσθετου τζίρου πάνω από 600 εκατομμύρια ευρώ. Στη μάχη αυτή παρέχουν υπηρεσίες σε 24ωρη βάση.
Από τη πλευρά τους οι μεταπωλητές καυσίμων δίνουν τη δική τους μάχη επιβίωσης. Βασικό τους «όπλο» στη μάχη αυτή είναι οι χαμηλότερες τιμές και γενικότερα το ολοκληρωμένο service.Σύμφωνα με εκτιμήσεις της αγοράς, oι μεταπωλητέςδιαθέτουν το ντίζελ θέρμανσης με τιμή πώλησης πολύ χαμηλότερη από τις εταιρείες και τα πρατήρια υγρών καυσίμων. Σε πολλές περιπτώσεις η διαφορά τιμής υπερβαίνει τα 20-30 ευρώ το χιλιόλιτρο.
Ο ρόλος των μεταπωλητών θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικός εάν λάβει κανείς υπόψη του πρώτον, τη συμβολή του στη μείωση των λιανικών τιμών αλλά και την παροχή σημαντικών υπηρεσιών για την πολυκατοικία και τον διαχειριστή, και τέλος στην απασχόληση σημαντικού αριθμού εργαζομένων.
Αυτός είναι και ο λόγος που η Επιτροπή Ανταγωνισμού στο πόρισμά της προτείνει (και μένει να ψηφιστεί) να δοθεί στις συγκεκριμένες εταιρίες
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr