Παρά τη σταδιακή βελτίωση των κοινωνικοοικονομικών δεικτών από το 2016, και τη σχετική αποκλιμάκωση του φαινομένου της φτώχειας και του αποκλεισμού στον γενικό πληθυσμό της χώρας, στον πληθυσμό των ατόμων με αναπηρία καταγράφεται δυστυχώς αντίστροφη εξέλιξη, δηλαδή κλιμάκωση του φαινομένου της φτώχειας και του αποκλεισμού και διεύρυνση των ανισοτήτων εις βάρους τους.
Όπως επιβεβαιώνεται και στο παρόν δελτίο του Παρατηρητηρίου, η φτώχεια και η αναπηρία παραμένουν στη χώρα μας ζεύγος αχώριστο.
Η έκταση του φαινομένου της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού στα άτομα με σοβαρή αναπηρία 16-64 ετών είναι δραματική, με τους μισούς πολίτες αυτής της κατηγορίας να βρίσκονται στο φάσμα της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού.
Ταυτόχρονα σημαντικό τμήμα του παραγωγικού πληθυσμού με αναπηρία βρίσκεται εντελώς αποκλεισμένο από την πρωταρχική πηγή εισοδήματος, δηλαδή την εργασία, καθώς στην πλειονότητα των περιπτώσεων δεν μετέχει καν στο εργατικό δυναμικό της χώρας, καθώς μεταξύ άλλων σοβαρών εμποδίων, η λήψη των αναπηρικών επιδομάτων δεν έχει αποσυνδεθεί από την δυνατότητα για εργασία.
Πολύ αρνητική εξέλιξη είναι όμως και η αυξητική τάση στο ποσοστό των ατόμων με σοβαρή αναπηρία και ηλικία από 65 ετών και άνω που βρίσκονται στο φάσμα της φτώχειας ή/και του αποκλεισμού και που αντιμετωπίζουν σοβαρές υλικές στερήσεις. Μάλιστα, το 2022 το ποσοστό των ατόμων με σοβαρή αναπηρία 65 ετών και άνω σε κίνδυνο φτώχειας ή σε κοινωνικό αποκλεισμό ανήλθε σε 27,4% από 22,7% το 2020.
Παρά το γεγονός ότι ειδικά τα πρώτα χρόνια της κρίσης οι ηλικίες αυτές έδειξαν μεγαλύτερα αντοχή στην φτωχοποίηση, λόγω της προστασίας των συντάξεων, οι συνεχείς περικοπές στις συντάξεις, αλλά και η κάθετη πτώση της αγοραστικής δύναμης των πολιτών, είναι μεταξύ των αιτιών που θέτουν πλέον και τους ηλικιωμένους με αναπηρία στα στρώματα που αντιμετωπίζουν σοβαρό κίνδυνο εξαθλίωσης.
Παρότι λοιπόν πρόσφατα, υπήρξε μια πολύ σημαντική νίκη για το αναπηρικό κίνημα, δηλαδή η αύξηση των αναπηρικών επιδομάτων, που ήταν πάγιο αίτημα της ΕΣΑμεΑ και το έθετε με όλους τους τρόπους εδώ και χρόνια, το εν λόγω μέτρο δεν είναι αρκετό για να αντισταθμίσει το χάσμα του επιπέδου διαβίωσης των πολιτών με αναπηρία.
Συνεπώς, απαιτείται ένα γενναίο πρόγραμμα υποστήριξης του εισοδήματος και της κοινωνικής ένταξης των ατόμων με αναπηρία, με άμεση προτεραιότητα στην αποσύνδεση των αναπηρικών επιδομάτων από το δικαίωμα στην απασχόληση, και στην ενίσχυση των προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης και ένταξης στην εργασία.
Παράλληλα, είναι απολύτως αναγκαία η λήψη θεσμικών μέτρων με στόχο την αύξηση των αναπηρικών συντάξεων, αλλά και τη δικαιότερη φορολογική αντιμετώπιση των ατόμων με αναπηρία, λαμβάνοντας υπόψη το πρόσθετο κόστος που αντιμετωπίζουν για την διαβίωση τους.
Τέλος, απαιτείται η μη περικοπή της σύνταξης σε περίπτωση απασχόλησης συνταξιούχων λόγω αναπηρίας, οι οποίοι είναι μετέωροι, διότι δεν υπάγονται ούτε στον ν.612/1977, που δεν γίνεται καμία περικοπή σύνταξης σε περίπτωση εργασίας, αλλά ούτε στο άρθρο 27 του ν. 4670/2020, σύμφωνα με το οποίο καταβάλλονται μειωμένες οι συντάξεις σε ποσοστό 30% των συνταξιούχων που αναλαμβάνουν εργασία, καθώς οι συντάξεις αναπηρίας είναι πάρα πολύ χαμηλές και οι συνταξιούχοι με αναπηρία βιώνουν φτώχεια και εξαθλίωση.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr