Η διάμεση ηλικία είναι η ηλικία που χωρίζει έναν πληθυσμό σε δύο αριθμητικά ίσες ομάδες, δηλαδή τα μισά άτομα είναι νεότερα από αυτή την ηλικία και τα άλλα μισά είναι μεγαλύτερα. Πρόκειται για ένα ενιαίο δείκτη που συνοψίζει την ηλικιακή κατανομή του πληθυσμού.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τα στοιχεία της Eurostat, η διάμεση ηλικία στην Ελλάδα διαμορφώθηκε την 1η Ιανουαρίου του 2021 στα 45,5 χρόνια. Έναν χρόνο πριν ήταν στο 45,2, ενώ από το 2011 παρουσίασε αύξηση τεσσάρων χρόνων, αφού τότε ήταν 41,5.
Πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ η Ελλάδα
Γενικότερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, την 1η Ιανουαρίου 2021, η διάμεση ηλικία του πληθυσμού έφτασε τα 44,1 έτη, 0,2 έτη περισσότερα από το 2020. Αυξήθηκε κατά 2,5 έτη (κατά μέσο όρο κατά 0,25 έτη ετησίως) από 41,6 έτη το 2011. Αυτό σημαίνει ότι το ήμισυ του πληθυσμού της ΕΕ ήταν μεγαλύτερο των 44,1 ετών, ενώ το άλλο μισό νεότερο.
Στα κράτη μέλη της ΕΕ, η διάμεση ηλικία κυμαινόταν από 38 έτη στην Κύπρο, 38,5 στην Ιρλανδία και 39,6 στο Λουξεμβούργο - τα μόνα κράτη μέλη με διάμεση ηλικία κάτω των 40 ετών - έως 47,6 έτη στην Ιταλία, 45,9 στη Γερμανία και 45,8 στην Πορτογαλία. Συνολικά, 15 κράτη μέλη είναι κάτω από τη μέση ηλικία της ΕΕ.
Μεταξύ 2011 και 2021, ο δείκτης αυτός αυξήθηκε σχεδόν σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, αυξάνοντας κατά 4 ή περισσότερα χρόνια, εκτός της Ελλάδας, και στις Ισπανία, Πορτογαλία, Ιρλανδία και Σλοβακία, αλλά όχι στη Σουηδία, όπου μειώθηκε (από 40,8 έτη το 2011 σε 40,6 έτη το 2021). Επίσης, στη Μάλτα, δεν υπήρξε αλλαγή στη διάμεση ηλικία μεταξύ 2011 και 2021.
Μεταξύ 2020 και 2021, η διάμεση ηλικία αυξήθηκε σε 23 κράτη μέλη, ενώ μειώθηκε ή παρέμεινε σταθερή στο Βέλγιο, τη Γερμανία, τη Λιθουανία και τις Κάτω Χώρες.
Επιμέλεια: Νατάσα Παπαδημητροπούλου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr