Σε βάρος τους σχηματίστηκε δικογραφία για σύσταση συμμορίας, κατοχή διαβατηρίων και ταξιδιωτικών εγγράφων τρίτων προσώπων, διευκόλυνση εισόδου-εξόδου από τη χώρα, πλαστογραφία και αποδοχή προϊόντων εγκλήματος.
Σύμφωνα με την ΕΛΑΣ, οι κατηγορούμενοι αρχικά συμφωνούσαν με τους υποψήφιους για παράνομη προώθηση μετανάστες σχετικά με τη χώρα στην οποία επιθυμούσαν να μεταβούν, με τις τιμές να κυμαίνονται από 4.500 έως 6.000 ευρώ.
Στη συνέχεια και αφού εξασφάλιζαν την καταβολή των χρημάτων μέσω του άτυπου συστήματος μεταφοράς χρημάτων (HAWALA), λάμβαναν φωτογραφίες του υπό προώθηση αλλοδαπού και αμέσως μετά αναζητούσαν ταξιδιωτικό έγγραφο, του οποίου ο νόμιμος κάτοχος προσομοιάζει με αυτόν. Σε περίπτωση που δεν ήταν εφικτή η ανεύρεση εγγράφου με την προαναφερόμενη πρακτική, το κύκλωμα έφτιαχνε «κατά παραγγελία» πλαστό έγγραφο για τον ενδιαφερόμενο, χρησιμοποιώντας τη φωτογραφία του.
Αμέσως μετά, οι κατηγορούμενοι παρέδιδαν στους αλλοδαπούς τα αντίστοιχα αεροπορικά εισιτήρια και κάρτες επιβίβασης, όλα με τα πραγματικά στοιχεία του νομίμου κατόχου του διαβατηρίου με το οποίο τους είχαν εφοδιάσει.
Χαρακτηριστικό της μεθοδολογίας του κυκλώματος ήταν το γεγονός ότι εφοδίαζε κατά περίπτωση τους μετανάστες με δύο ειδών διαφορετικά ταξιδιωτικά έγγραφα που έφεραν ίδια φωτογραφία, αλλά διαφορετικά στοιχεία ταυτότητας. Τα έγγραφα αυτά τα χρησιμοποιούσαν με σκοπό να δυσχεραίνουν τον εντοπισμό της διαδρομής του αλλοδαπού μέχρι τη χώρα τελικού προορισμού.
Για την πλήρη αποκάλυψη της δράσης του κυκλώματος, διερευνώνται 6 υποθέσεις όπου φέρεται πως διοργάνωσαν την παράνομη προώθηση συνολικά 12 μεταναστών.
Από τις αστυνομικές έρευνες βρέθηκαν και κατασχέθηκαν 14 ελληνικά δελτία ταυτότητας, 17 δελτία ταυτοτήτων, 9 διαβατήρια και 2 άδειες διαμονής ευρωπαϊκών χωρών, πλήθος αποδείξεων μεταφοράς χρημάτων και αεροπορικών καρτών επιβίβασης, καθώς και 4 κινητά τηλέφωνα.
Σημειώνεται, ότι τα κατασχεθέντα ταξιδιωτικά έγγραφα είναι τρίτων προσώπων και έχουν δηλωθεί ως κλεμμένα ή απολεσθέντα.