Από τις αρχές του προηγούμενου μήνα, το στέλεχος Δέλτα ξεκίνησενα ανιχνεύεται, σε πολύ χαμηλό επίπεδο, το οποίο όμως στις πιο πρόσφατες αναλύσεις δειγμάτων, της περιόδου από 18 έως 24 Ιουνίου, παρουσιάζει σημαντική αυξητική δυναμική. Η εικόνα αυτή επικυρώνει τις εκτιμήσεις για αναμενόμενη -σε μικρό χρονικό διάστημα- επικράτηση του ινδικού στελέχους και στην Ελλάδα, όπως συνέβη και σε πολλές χώρες. Ωστόσο, από τις αρχές Φεβρουαρίου μέχρι και αυτή την περίοδο, στα λύματα της Θεσσαλονίκης σχεδόν καθολική παραμένει η επικράτηση του Βρετανικού στελέχους Άλφα.
Να σημειωθεί πως ο εντοπισμός του στελέχους Δέλτα έγινε την περίοδο από 4 έως 24 Ιουνίου, αφορά δηλαδή μία περίοδο με χαμηλό ιικό φορτίο στα λύματα, αλλά και μικρό ημερήσιο αριθμό των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων. Η ανίχνευση έγινε εφικτή μέσα από μεθοδολογία συμπύκνωσης και καθαρισμού του γενετικού υλικού του SARS-CoV-2 από μεγάλη ποσότητα λύματος, καθώς και αξιολόγησης της ποσότητας και καθαρότητας του για την περαιτέρω μοριακή ανάλυση.
«Η Ομάδα Επιδημιολογίας Λυμάτων του ΑΠΘ σε συνεργασία με το ΕΚΕΤΑ εργάζεται εδώ και μήνες στη μελέτη των μεταλλάξεων στα λύματα. Η προσπάθεια αυτή σε σχέση με τη μέτρηση ιικού φορτίου στα λύματα, είναι εξίσου πρωτοπόρα αλλά και δύσκολη, επειδή δεν περιορίζεται απλά στην ανίχνευση αλλά προχωράει ένα βήμα παραπέρα στον ποσοτικό προσδιορισμό των μεταλλάξεων, έτσι ώστε να μπορεί να παρακολουθείται η ένταση της παρουσίας των μεταλλαγμένων στελεχών σε όλη την κοινότητα», ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρύτανης του ΑΠΘ και επιστημονικά υπεύθυνος του ερευνητικού έργου, καθηγητής Νίκος Παπαϊωάννου.
Σε ερώτηση σχετικά με τη συσχέτιση της εικόνας των μεταλλάξεων του ιού στα λύματα, με την αντίστοιχη κλινική ο ίδιος υπογράμμισε ότι «στα λύματα η παρακολούθηση των στελεχών του ιού αφορά όλη την πόλη της Θεσσαλονίκης και όχι μόνο αυτούς που εκδήλωσαν συμπτώματα και έδωσαν κλινικό δείγμα προς ανάλυση».
«Με το επερχόμενο κύμα της πανδημίας λόγω του ινδικού στελέχους, όπου η πλειοψηφία των μολύνσεων ενδεχομένως θα αφορά σε ασυμπτωματικούς νέους ανθρώπους, η αξία της μελέτης μας στα λύματα έχει μεγάλη σημασία, καθώς για να λάβει τα κατάλληλα και στοχευμένα μέτρα προστασίας η Πολιτεία θα πρέπει να έχει στη διάθεση της αξιόπιστα στοιχεία για το σύνολο του πληθυσμού και όχι μόνο για αυτούς που εμφάνισαν συμπτώματα», διευκρίνισε ο κ.Παπαϊωάννου.
Η πρωτοποριακή μελέτη των ομάδων ΑΠΘ/ΕΚΕΤΑ έχει αναρτηθεί στο ανοιχτό αποθετήριο δημοσιεύσεων medRxiv και βρίσκεται υπό κρίση, σε διεθνές επιστημονικό περιοδικό υψηλής εμβέλειας, ενώ το αντίστοιχο λογισμικό είναι επίσης ελεύθερα διαθέσιμο μέσω του αποθετηρίου GitHub.
«Εγχώρια και διεθνής ανταλλαγή δεδομένων από τα λύματα»
Η έρευνα στις μεταλλάξεις στα λύματα είναι κάτι σύνθετο και απαιτεί τη συνέργεια διαφορετικών επιστημονικών ειδικοτήτων ώστε να είναι αξιόπιστη. Όπως εξήγησε ο καθηγητής Χημείας του ΑΠΘ, Θοδωρής Καραπάντσιος «ενώ με τα κλινικά δείγματα η ανάλυση ξεκινά απευθείας με καθαρά δείγματα όπου ανά δείγμα (άτομο) υπάρχει ένα κυρίαρχο στέλεχος του ιού, τα λύματα αποτελούν ένα σύνθετο υλικό με έντονες μεταβολές περιεκτικότητας από μέρα σε μέρα όπου συνυπάρχουν θραύσματα και γενετικό υλικό από διαφορετικά στελέχη».
«Η εμπειρία της Ομάδας Επιδημιολογίας Λυμάτων του ΑΠΘ στην προεπεξεργασία και συμπύκνωση των λυμάτων αποτελεί καθοριστικό πρώτο βήμα για την επιτυχή απομόνωση και καθαρισμό του γενετικού υλικού στη συνέχεια. Η συνεργασία της ομάδας του ΑΠΘ με την ομάδα του ΕΚΕΤΑ είναι υποδειγματική, αναδεικνύει την αξία της διεπιστημονικής προσέγγισης και διευρύνει την επιστημονική αποτελεσματικότητα και προοπτική», υπογράμμισε.
«Η αλληλούχηση λυμάτων αναμένεται να αποκτήσει ιδιαίτερη σημασία την επόμενη χρονική περίοδο, καθώς αποτελεί ένα παθητικό σύστημα ανίχνευσης μεγάλης κλίμακας. Την ίδια στιγμή, η συλλογή και ανάλυση δεδομένων αλληλούχησης σε δείγματα λυμάτων από όλη τη χώρα, καθώς και μεταξύ χωρών, αναμένεται να δώσει επιπλέον στοιχεία για τη διασπορά του ιού», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο ερευνητής και επικεφαλής της ομάδας Βιοπληροφορικής που ανέπτυξε τη μέθοδο στο Ινστιτούτο Εφαρμοσμένων Βιοεπιστημών (ΕΚΕΤΑ), Φώτης Ψωμόπουλος. «Μάλιστα, έχει ξεκινήσει ήδη μια σχετική δράση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, υπό την αιγίδα της ευρωπαϊκής υποδομής Βιοπληροφορικής ELIXIR, για τον συντονισμό των ομάδων που δραστηριοποιούνται στη βιοπληροφορική ανάλυση δεδομένων από λύματα και την ανταλλαγή τεχνογνωσίας και πρωτοκόλλων μεταξύ τους», συμπλήρωσε.
«Η αποτελεσματικότητα των τοπικών lockdown για την αποτροπή επικράτησης μεταλλάξεων»
Σε σχέση με την παρακολούθηση της επικράτησης του στελέχους Δέλτα το επόμενο διάστημα ο αναπληρωτής καθηγητής Μοριακής Μικροβιολογίας του Τμήματος Κτηνιατρικής ΑΠΘ, Χρυσόστομος Δόβας, είπε πως «με την μοριακή ανάλυση μικρού αριθμού σύνθετων δειγμάτων, έκαστο προερχόμενο από δειγματοληψίες λυμάτων κατά τη διάρκεια μιας εβδομάδας, μπορούμε να εκτιμήσουμε με λεπτομέρεια και χαμηλό κόστος την εξελικτική πορεία του κορονοϊού σε μια μεγάλη πόλη όπως η Θεσσαλονίκη» και «αυτό φάνηκε ήδη με την αναλυτική εικόνα που έχουμε για την πορεία επικράτησης του Άλφα στο τρίτο επιδημικό κύμα».
«Ο εντοπισμός του ινδικού στελέχους στα λύματα της πόλης ήδη από τις 4/6, καταδεικνύει επίσης την πολύ μεγάλη ευαισθησία ανίχνευσης της μεθοδολογίας σε μια μεγάλη κοινότητα, καθώς το στέλεχος αυτό εντοπίσθηκε πολύ νωρίς όταν το ποσοστό του στα κρούσματα ήταν μικρό», σημείωσε ο ίδιος.
Υπογράμμισε, δε, πως «είναι σημαντικό και ότι μπορούμε να εκτιμήσουμε την απόδοση μέτρων κατά της διασποράς του ιού, όπως για παράδειγμα του τοπικού lockdown στον δήμο Κορδελιού-Ευόσμου της ΠΕ Θεσσαλονίκης στις 20/2, το οποίο φάνηκε ότι συνέβαλε στην αποτροπή της επικράτησης του στελέχους Βήτα».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr