Στο μήνυμά του σημειώνει ότι «εμείς, οι Ελλαδίτες, και εσείς, οι Απόδημοι Έλληνες απανταχού της Γης, οφείλουμε να δημιουργήσουμε ένα αρραγές μέτωπο συνευθύνης και συντονισμού των ενεργειών μας για την προαγωγή των συμφερόντων της Πατρίδας, υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι όλοι μας θα επιδεικνύουμε πάντοτε τον δέοντα σεβασμό προς τις κοινωνίες όπου ζείτε και ευδοκιμείτε».
Κατά τον κ. Παυλόπουλο, «αυτή η σύμπλευσή μας καθίσταται επιτακτική ιδίως κατά την τρέχουσα κρίσιμη συγκυρία, κατά την οποία αναδεικνύονται κορυφαίες προκλήσεις, των οποίων η έκβαση θα καθορίσει μακροπρόθεσμα το μέλλον της Ελλάδας, όπως και εκείνο της μεγάλης Ευρωπαϊκής μας Οικογένειας, στην οποία αμετάκλητα ανήκει η χώρα μας. Αναφέρομαι στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στον σκληρό πυρήνα της, την Ευρωζώνη».
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας υπογραμμίζει ότι στη σημερινή εποχή η Ελλάδα αποτελεί δύναμη ειρήνης και ασφάλειας στα Βαλκάνια και στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, «που σέβεται εμπράκτως και απολύτως το Ευρωπαϊκό και το Διεθνές Δίκαιο στο σύνολό του. Έτσι, επιδιώκει την φιλία και τη συνεργασία με όλους της τους γείτονες, ενώ παράλληλα φιλοδοξεί, ως αναπόσπαστο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του σκληρού πυρήνα της, της Ευρωζώνης, να συμμετάσχει ενεργά στην οικοδόμηση μιας ομοσπονδιακού τύπου Ευρώπης, υπό όρους Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας και σεβασμού του Κράτους Δικαίου, και κατ’ εξοχήν, του Κοινωνικού Κράτους Δικαίου».
Ο κ. Παυλόπουλος επισημαίνει ότι για το Κυπριακό «επιδιώκουμε, το συντομότερο δυνατό, τη δίκαιη και βιώσιμη λύση του. Όμως η Κυπριακή Δημοκρατία, ως πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν είναι νοητή με περιορισμένη κυριαρχία, την οποία συνεπάγονται στρατεύματα κατοχής και αναχρονιστικές εγγυήσεις τρίτων. Τούτο είναι αντίθετο προς κάθε έννοια Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου».
Για τη γείτονα Τουρκία αναφέρει ότι «επιδιώκουμε σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας και ευνοούμε την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Αυτό, όμως, προϋποθέτει εκ μέρους της Τουρκίας ειλικρινή σεβασμό του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου, καθώς και του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου, αναπόσπαστο μέρος του οποίου είναι και το πρόγραμμα "NATURA 2000". Άρα, και οι διατάξεις της Συνθήκης της Λωζάνης και της Συνθήκης των Παρισίων του 1947, οι οποίες είναι απολύτως σαφείς και πλήρεις και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για γκρίζες ζώνες, πρέπει να γίνονται πλήρως σεβαστές απ’ όλους. Πολλώ μάλλον όταν η αμφισβήτησή τους οδηγεί σε αμφισβήτηση των συνόρων όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον, ιδίως ως προς την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη, η Τουρκία οφείλει να σέβεται το Δίκαιο της Θάλασσας, οι διατάξεις του οποίου τη δεσμεύουν και με τη μορφή γενικώς παραδεδεγμένων κανόνων του Διεθνούς Δικαίου».
Για τη Βόρεια Μακεδονία αναφέρει ότι «ευνοούμε την ευρωπαϊκή της προοπτική. Όμως η προοπτική αυτή προϋποθέτει, εκ μέρους της, τον πλήρη και ειλικρινή σεβασμό του συνόλου του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου, άρα του συνόλου του Διεθνούς Δικαίου, κατ’ εξοχήν δε της Συνθήκης των Πρεσπών. Η οποία πρέπει να ερμηνεύεται και να εφαρμόζεται, κατά το γράμμα της και το πνεύμα της, με τρόπο που δεν αφήνει ούτε ίχνος αλυτρωτισμού. Κατά συνέπεια, οιαδήποτε αντίθετη τακτική θα εμποδίζει, αυτονοήτως, την ευρωπαϊκή ενταξιακή πρόοδο της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας».
«Δεν είμαστε αντίθετοι στην ευρωπαϊκή της προοπτική», σημειώνει για την Αλβανία και συνεχίζει ότι «Πλην όμως αυτό έχει ως αυτονόητη προϋπόθεση τον πλήρη και ειλικρινή σεβασμό του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου, άρα τον σεβασμό του Κράτους Δικαίου και όλων των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Επομένως, συμπεριφορές όπως αυτές έναντι της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας, οι οποίες υποτιμούν βάναυσα την αξία της Ανθρώπινης Ζωής ή προσβάλλουν απροκαλύπτως Θεμελιώδη Δικαιώματα, π.χ. το Δικαίωμα στην Ιδιοκτησία, συνιστούν ανυπέρβλητο εμπόδιο για την απρόσκοπτη ευρωπαϊκή πορεία της Αλβανίας. Όπως αντίστοιχο εμπόδιο συνιστά η κάθε μορφής διεκδίκηση εντελώς ανυπόστατων δήθεν "δικαιωμάτων" των Αλβανών τσάμηδων, αδίστακτων συνεργατών των ναζί όπως έχει αποδειχθεί ιστορικώς».
Ο κ. Παυλόπουλος εκφράζει, για μια ακόμη φορά, την ευγνωμοσύνη του ελληνικού λαού προς τον Ελληνισμό της Διασποράς, απανταχού της Γης. Κι αυτό γιατί αποτελεί «αναπόσπαστο και πολύτιμο κομμάτι του Έθνους μας, έχει συμβάλει τα μέγιστα ώστε η Πατρίδα να ακολουθεί την Ιστορική της πορεία κατά την κληρονομιά της και τον προορισμό της».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr