Συγκεκριμένα, το 2017 ο κ. Ντε Μάσι και ο κ. Βαρουφάκης ζήτησαν από την ΕΚΤ πρόσβαση σε όλες τις εξωτερικές νομικές γνωμοδοτήσεις που φέρεται να είχε ζητήσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, με σκοπό την εξέταση των αποφάσεών της τής 4ης Φεβρουαρίου και της 28ης Ιουνίου 2015 σχετικά με την επείγουσα στήριξη της ρευστότητας που παρασχέθηκε από την Τράπεζα της Ελλάδος σε ελληνικές τράπεζες.
Η ΕΚΤ ενημέρωσε τους προσφεύγοντες ότι δεν είχε ζητήσει νομικές γνωμοδοτήσεις για τις εν λόγω αποφάσεις, ωστόσο τους υπενθύμισε την ύπαρξη εξωτερικής νομικής γνωμοδοτήσεως. Στις 7 Ιουλίου 2017, οι προσφεύγοντες ζήτησαν από την ΕΚΤ την πρόσβαση σε αυτό το έγγραφο. Με επιστολή της 3ης Αυγούστου 2017, η ΕΚΤ αρνήθηκε την πρόσβαση και με επιστολή της 16ης Οκτωβρίου 2017 επιβεβαίωσε την απόφασή της.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναγνωρίζει δικαίωμα πρόσβασης σε έγγραφα, το οποίο, όμως, υπόκειται σε ορισμένους περιορισμούς για λόγους δημοσίου ή ιδιωτικού συμφέροντος, όπως στην περίπτωση που ένα έγγραφο προορίζεται για εσωτερική χρήση, στο πλαίσιο συσκέψεων και προκαταρκτικών διαβουλεύσεων εντός της ΕΚΤ και της ανταλλαγής απόψεων μεταξύ της ΕΚΤ και των εθνικών κεντρικών τραπεζών, των εθνικών αρμόδιων αρχών ή των εθνικών εντεταλμένων αρχών, ή αποτυπώνει ανταλλαγή απόψεων μεταξύ της ΕΚΤ και λοιπών συναφών αρχών και φορέων. Οι εξαιρέσεις πρέπει να ερμηνεύονται στενά και να εφαρμόζονται αυστηρά.
Σύμφωνα με το Δικαστήριο, οι προσφεύγοντες υποστήριξαν ότι η εξαίρεση που αφορά την προστασία των εγγράφων για εσωτερική χρήση δεν έχει εφαρμογή εν προκειμένω. Το επίμαχο έγγραφο δεν είναι εσωτερικής φύσεως ούτε συνδέεται με διοικητική, δικαστική ή νομοθετική διαδικασία ως προπαρασκευαστικό έγγραφο για την τελική απόφαση. Επιπλέον, υποστηρίζουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αιτιολογεί επαρκώς την εξαίρεση σχετικά με τα έγγραφα για εσωτερική χρήση.
Στη σημερινή απόφασή του, το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει ότι η ΕΚΤ ορθώς θεώρησε πως το επίμαχο έγγραφο αποτελούσε έγγραφο για εσωτερική χρήση, το οποίο προοριζόταν να παράσχει πληροφορίες και συνδρομή κατά τις συσκέψεις του Διοικητικού Συμβουλίου, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που του έχουν ανατεθεί. Επιπλέον, οι λόγοι που αναφέρονται στην προσβαλλόμενη απόφαση για να θεωρηθεί ότι το επίμαχο έγγραφο αποτελούσε έγγραφο για εσωτερική χρήση δεν είναι εσφαλμένοι. Τέλος, η ΕΚΤ μπορούσε νομίμως να λάβει υπόψη τα υποθετικά αποτελέσματα, τα οποία θα μπορούσε να έχει η γνωστοποίηση του επίμαχου εγγράφου για τον χώρο προβληματισμού της ΕΚΤ κατά το έτος 2015, καθώς και κατά τη μεταγενέστερη του 2015 περίοδο.
Δεδομένου, λοιπόν, ότι η ΕΚΤ μπορούσε βασίμως να στηρίξει την άρνησή της να επιτρέψει την πρόσβαση στο επίμαχο έγγραφο, το Γενικό Δικαστήριο κατέληξε ότι απορρίπτει την προσφυγή στο σύνολό της ως αβάσιμη.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr