Ακολουθήστε το reporter.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ:
Από το 1981 μέχρι και το 2009, το εργατικό δυναμικό αυξανόταν ενώ έκτοτε έχει φθίνουσα πορεία, ακολουθώντας τη μείωση του πληθυσμού των ατόμων ηλικίας άνω των 15 ετών. Από το 2010 και μετά, μειώνεται και ως ποσοστό του συνολικού πληθυσμού.
Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της περιόδου 1981 – 2015 είναι η διευρυνόμενη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας και η συνεπακόλουθη αύξηση της συμμετοχής τους στην απασχόληση. Αντίθετα, η συμμετοχή των ανδρών μειώνεται, με αποτέλεσμα τη συνεχή συρρίκνωση των διαφορών μεταξύ τους. Από αυτή την άποψη, η οικονομική κρίση είχε μεγαλύτερο αντίκτυπο στους άνδρες, καθώς κατά την περίοδο 2009 – 2015 το ποσοστό απασχόλησης των ανδρών υποχώρησε κατά 13% έναντι 6% των γυναικών.
Πολύ σημαντική είναι η άνοδος του επιπέδου εκπαίδευσης του εργατικού δυναμικού. Το 1981, το 67% του εργατικού δυναμικού ήταν, το πολύ, απόφοιτοι δημοτικού ενώ μόλις το 8% κατείχε τίτλο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Το 2015, η κατάσταση έχει αντιστραφεί και τα ποσοστά διαμορφώνονται στο 13% και 32%, αντίστοιχα. Παρόμοια αύξηση παρατηρείται και στο ποσοστό των ατόμων που έχουν ολοκληρώσει την ανώτερη δευτεροβάθμια ή μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Ο πρωτογενής τομέας είναι αυτός με τη μεγαλύτερη πτώση, ωστόσο τα τελευταία χρόνια υπήρξε συγκράτηση του σχετικού ποσοστού και το τελευταίο έτος μια μικρή αύξηση. Αντίθετα, το μερίδιο του δευτερογενούς τομέα στην απασχόληση, τόσο της βιομηχανίας - ενέργειας όσο και των κατασκευών, μειώνεται σταθερά.
Από την άλλη πλευρά, αυξήθηκε η απασχόληση στον τριτογενή τομέα: οι χρηματοπιστωτικές και επιχειρηματικές δραστηριότητες σχεδόν τετραπλασιάστηκαν ενώ οι «άλλες υπηρεσίες», δηλαδή, κατά κύριο λόγο, η δημόσια διοίκηση, η εκπαίδευση και η υγεία, σχεδόν διπλασιάστηκαν. Αξίζει να αναφερθεί ότι, ενώ το 1981 στον πρωτογενή και τον δευτερογενή τομέα απασχολούνταν περισσότεροι από τους μισούς εργαζομένους, το 2015 απασχολούνταν, περίπου, ένας στους τέσσερις (24%).
Εξίσου σημαντικές αλλαγές παρατηρούνται στην κατανομή της απασχόλησης κατά κατηγορίες επαγγελμάτων. Το κύριο χαρακτηριστικό είναι η μετατόπιση της απασχόλησης από τα χειρωνακτικά στα μη χειρωνακτικά επαγγέλματα. Ενώ το 1983 στα πρώτα αντιστοιχούσε περίπου το 62% των απασχολουμένων, το 2015 το αντίστοιχο ποσοστό πέφτει στο 34%. Είναι ξεκάθαρο ότι οι αλλαγές στον επαγγελματικό χάρτη σχετίζονται με τις αλλαγές στους τομείς της παραγωγής. Έτσι, η μείωση της απασχόλησης στα χειρωνακτικά επαγγέλματα αντανακλά τη μείωση της απασχόλησης στον πρωτογενή και τον δευτερογενή τομέα. Από την άλλη μεριά, αυξάνεται η απασχόληση σε μη χειρωνακτικά επαγγέλματα και, ιδιαιτέρως, στα χαμηλής εξειδίκευσης.
Η μερική απασχόληση είναι ένα φαινόμενο που εντείνεται τα τελευταία χρόνια. Ενώ το ποσοστό απασχολούμενων που εργάζονται με μερική απασχόληση κυμαινόταν γύρω στο 5% μέχρι το 2005, από το 2006 αυξάνεται σταθερά φτάνοντας τελικά στο 9,5% κατά το 2015. Επίσης, παρατηρούνται τα εξής:
Η μερική απασχόληση είναι πιο συχνή στις γυναίκες ενώ η διαφορά των ποσοστών τους με τους άνδρες κυμαίνεται, σε γενικές γραμμές, μεταξύ 5% και 7%.
-Οι απασχολούμενοι ηλικίας από 30 έως 64 ετών παρουσιάζουν τα χαμηλότερα ποσοστά μερικής απασχόλησης, ωστόσο, όχι πολύ διαφορετικά από το σύνολο καθώς αποτελούν και τον κύριο όγκο των απασχολούμενων. Αντίθετα, οι απασχολούμενοι ηλικίας 15-24 ετών έχουν πάντα υψηλότερα ποσοστά από το σύνολο.
Ωστόσο, από το 2004 και μετά η διαφορά με το σύνολο αυξάνεται συνεχώς και το 2015 το ποσοστό τους αγγίζει το 23% (έναντι 9,5% του συνόλου). Παρόμοια πορεία αλλά μικρότερης έντασης εμφανίζουν και οι απασχολούμενοι 25-29 ετών. Τέλος, οι απασχολούμενοι ηλικίας άνω των 65 ετών εμφανίζουν διαφορετική συμπεριφορά από τους υπόλοιπους με, κατά κανόνα, υψηλότερα ποσοστά, τα οποία χαρακτηρίζονται από έντονες διακυμάνσεις.
-Τέλος, ο κυριότερος λόγος εργασίας σε μερική απασχόληση είναι πλέον η αδυναμία εύρεσης πλήρους απασχόλησης. Οι «άλλοι λόγοι» περιλαμβάνουν οικογενειακούς ή προσωπικούς λόγους, εργασία παράλληλα με τη σύνταξη (για τους μεγαλύτερους).
Το προφίλ της ανεργίας
Ένα χαρακτηριστικό της ανεργίας, συγκεκριμένα η διάρκεια του χρόνου αναζήτησης εργασίας, μεταβάλλεται διαχρονικά. Οι μακροχρόνια άνεργοι, δηλαδή αυτοί των οποίων η διάρκεια ανεργίας ξεπερνάει τους 12 μήνες, αυξάνονται από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 και λίγο πριν το τέλος της δεκαετίας το ποσοστό τους αγγίζει το 50%, επίπεδο γύρω από το οποίο θα κυμαίνεται μέχρι το 2007. Ακολουθεί διετής πτωτική πορεία, η οποία αντιστρέφεται καταλήγοντας στη γιγάντωση του ποσοστού: δύο στους τρεις άνεργους είναι μακροχρόνια άνεργοι.
Αντίθετα, οι «νέοι» άνεργοι, δηλαδή αυτοί που δεν έχουν εργαστεί ποτέ στο παρελθόν, μειώνονται σταθερά από τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Από το 2009, παρατηρείται αντίστροφη σχέση μεταξύ του ποσοστού των μακροχρόνια ανέργων και του ποσοστού των «νέων» ανέργων. Αυτό οφείλεται στον μεγάλο αριθμό απολύσεων λόγω της οικονομικής κρίσης που είχε ως αποτέλεσμα να οδηγηθεί στην ανεργία ένα μεγάλο πλήθος ατόμων που προηγουμένως εργάζονταν και, κατά συνέπεια, να μειωθεί το ποσοστό των «νέων» ανέργων.