«Από το 1994 ξεκίνησα να φτιάχνω κρασί. Από το 2000 και μετά ξεκίνησα να ψάχνω και να διαβάζω τρόπους με τους οποίους θα μπορούσα να παράγω ούισκι μόνος μου, ετοιμάζοντας μια ποσοσότητα σε ένα βαρέλι 50 κιλών το 2010.»
Μετά από δύο χρόνια ωρίμανσης, ο κ. Ταραμονλής εμφιάλωσε τα πρώτα μπουκάλια τα οποία έδωσε σε φίλους και γνωστούς για να δοκιμάσουν. «Δεν τους είπα τι προέλευσης είναι γιατί ήθελα να δω αν θα καταλάβουν ότι το έφτιαξα εγώ. Μάλιστα, πολλοί ήταν αυτοί που βρήκαν πολύ ωραία τη γεύση και προσπαθούσαν να μαντέψουν ποια γνωστή μάρκα ουίσκι είναι! Μόλις τους είπα ότι είναι δικής μου παραγωγής, ενθουσιάστηκαν και τα πρώτα μπουκάλια ''έφυγαν'' πολύ γρήγορα».
Το βαρέλι κάνει τη διαφορά στη γεύση
«Συνήθως, οι παραγωγοί ουίσκι παίρνουν το οινόπνευμα από τo κριθάρι που μουλιάζουν στο νερό, προχωρώντας μετά σε αποστάξεις. Εγώ χρησιμοποίησα αποστάξεις του κρασιού (3 αποστάξεις) από όπου και έβγαλα οινόπνευμα 70 vol. Το αποτέλεσμα ήταν να έχω καλύτερης ποιήτητας οινόπνευμα με γεύση από σταφύλι που είναι ανώτερο ποιοτικά του κριθαριού» σημειώνει ο κ. Ταραμονλής.
Τη διαφορά στη γεύση την κάνει και το βαρέλι μέσα στο οποίο ωρίμανε το ουίσκι του Λαρισαίου ποτοποιού με τον ίδιο να λέει πως «το βαρέλι είναι o πιο σημαντικός παράγοντας για τη γεύση του ουίσκι και εγώ μπορεσα να βρω ένα στη Βουλγαρία, από δρυινο γαλλικό ξύλο, που έδωσε στο ουίσκι ιδιαίτερα αρώματα.» Ο κ. Ταραμονλής είπε ακόμα ότι το προϊόν του έχει περίπου τους ίδιους βαθμούς αλκοόλ με τα περισσότερα ουίσκι (40% - 42%) και πως η γεύση του θυμίζει περισσότερο malt.
Διστακτικοί οι ενδιαφερόμενοι για επένδυση
Σε ερώτηση του “R”για το αν τον έχουν προσεγγισει εταιρίες που σκοπεύουν να επενδύσουν στο προϊόν του, ο κ. Ταραμονλής λέει ότι, «ενδιαφέρον έχει υπάρξει και από οινοποιούς και από αλυσίδες που εκπροσώπουν κάβες και ποτά σε διάφορα σούπερ μάρκετ. Έχουν πάρει κάποια δείγματα από το ουίσκι που παράγω, ωστόσο είναι ακόμα επιφυλακτικοί. Είναι διστακτικοί τόσο για το ότι είναι ένα νέο προϊόν αλλά και γιατί είναι δυσκολο να γίνει κάποια επένδυση στις δύσκολες οικονομικές συνθήκες που βρισκόμαστε». Πάντως, ο Λαρισαίος ποτοποιός δηλώνει αισιόδοξος μιας και όπως αναφέρει «είναι ένα καλό ελληνικό προϊόν και πιστεύω ότι θα υπάρξουν ενδιαφερόμενοι για αυτό».
Πρώτο το ουίσκι στις προτιμήσεις των Ελλήνων
Η αγάπη του κ. Ταραμονλή για το ουίσκι φανερώνει και την αγάπη των περισσοτέρων για το συγκεκριμένο ποτό. Σύμφωνα με έρευνα της ICAP, το ουίσκι έρχεται πρώτο στις προτιμήσεις των Ελλήνων, καθώς καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος της κατανάλωσης αλκοολούχων ποτών στην Ελλάδα. Το 2010 το ποσοστό αυτό ανερχόταν στο 42%.
Ωστόσο, η κρίση έχει επηρεάσει την κατανάλωση του ουίσκι στην Ελλάδα. Καθώς οι Έλληνες έχουν συνδέσει το αγαπημένο τους ποτό με την βραδυνή τους έξοδο, όσο αυτή περιορίζεται με την οικονομική κρίση, τόσο περιορίζεται και η κατανάλωση του ουίσκι. Σύμφωνα με στοιχεία της Ένωσης Επιχειρήσεων Αλκοολούχων Ποτών το 2010 το στάνταρ ουίσκι είχε μια πτώση της τάξης του 24% σε σχέση με το 2009, ενώ τα premium (τα 12χρονα κ.λπ.) παρουσίσαν πτώση γύρω στο 29%.
Μάλιστα, η συνολική κατανάλωση έχει επιστρέψει στα επίπεδα του 1995. Ενδεικτικά, το 1989 η ελληνική αγορά κατανάλωσε 1.400.000 κιβώτια, ενώ το 2003 έφτασε στο υψηλότερο σημείο με 2.600.000 κιβώτια. Στη συνέχεια ακολούθησε πτωτική πορεία, η οποία κορυφώθηκε μετά το 2009. Έτσι, το 2010 οι Έλληνες κατανάλωσαν 1.780.000 βαρέλια και το 2011 μόλις 1.640.000 βαρέλια.
Πρωταθλητές οι Έλληνες στην κατανάλωση ουίσκι
Παρά τα αρνητικά στοιχεία, οι Έλληνες παραμένουν πρωταθλητές στο ουίσκι. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Diageo, η Ελλάδα είναι η μεγαλύτερη αγορά του Johnnie Walker Red Label παγκοσμίως. Παράλληλα, η Ελλάδα βρίσκεται στην κορυφή της παγκόσμιας κατάταξης όχι μόνο στην κατα κεφαλήν κατανάλωση, αλλά και σε απόλυτους αριθμούς.
Νίκος Ιτσινές
Αλέξανδρος Βέλμαχος
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr