Ακολουθήστε το reporter.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr
Σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΟΒΕ, ο Νότιος Ενεργειακός Διάδρομος, αποτελώντας την τέταρτη «οδό» για τη μεταφορά φυσικού αερίου προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, στοχεύει στο να φέρει το άφθονο αέριο από την περιοχή της Κασπίας (σήμερα) και της Μέσης Ανατολής (στο μέλλον) στις ευρωπαϊκές αγορές. Αρχικά, το αέριο από την Κασπία θα τροφοδοτείται από την κοινοπραξία που αναπτύσσει το κοίτασμα Shah Deniz στο Αζερμπαϊτζάν. Το 2012 η κοινοπραξία θα επιλέξει εταίρο για τη μεταφορά του αερίου της μέσω αγωγών προς την Ευρώπη, ενώ αναμένεται να αρχίσει να προσφέρει 10 δισ. κυβικά μέτρα (bcm) ετησίως από το 2018. Υποψήφιοι για το άνοιγμα του Νοτίου Διαδρόμου είναι οι αγωγοί φυσικού αερίου Nabucco και SEEP, οι οποίοι παρακάμπτουν την Ελλάδα, καθώς και οι αγωγοί IGI και TAP, οι οποίοι τοποθετούν την Ελλάδα στον Ευρωπαϊκό ενεργειακό χάρτη.
Στο πλαίσιο αυτό, τα οικονομικά οφέλη για την Ελλάδα από την κατασκευή αγωγών φυσικού αερίου εντός της επικράτειάς της είναι σημαντικά. Η διάνοιξη του Νοτίου Διαδρόμου μέσω της Ελλάδας αναμένεται να δημιουργήσει €413 έως 445 εκατ. προστιθέμενης αξίας στην ελληνική οικονομία. Παράλληλα, εκτιμάται ότι θα δημιουργηθούν 10.600 έως 11.700 νέες θέσεις εργασίας σε κλάδους της ελληνικής βιομηχανίας και των υπηρεσιών κατά τη διάρκεια της κατασκευής των αγωγών, ενώ θα επιτευχθεί και ο στρατηγικός στόχος της χώρας να μετεξελιχθεί σε ενεργειακό δίαυλο για τη μεταφορά φυσικού αερίου προς την Ευρώπη.
Ωστόσο, όπως επισημαίνει η μελέτη του ΙΟΒΕ, η συγκεκριμένη εξέλιξη δεν είναι εγγυημένη, καθώς από τα τέσσερα έργα που ανταγωνίζονται για τη μεταφορά αερίου από την Κασπία προς την Ευρώπη, τα δύο, ο αγωγός Nabucco, ο οποίος χαίρει της ισχυρής στήριξης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, και ο SEEP, ο οποίος σχεδιάζεται από έναν από τους σημαντικότερους μετόχους του Shah Deniz (BP), παρακάμπτουν την Ελλάδα.
Εν τέλει, το ποιο έργο θα υλοποιηθεί δεν εξαρτάται από τις κυβερνήσεις των κρατών από όπου θα διέλθουν οι αγωγοί, αλλά από την επικείμενη απόφαση των μετόχων της κοινοπραξίας Shah Deniz. Αναφορικά με τα κριτήρια αξιολόγησης των έργων που έχουν ανακοινωθεί από την κοινοπραξία και σε σχέση με τα έργα που διέρχονται από την Ελλάδα, ο TAP φαίνεται να προηγείται έναντι του IGI στο οικονομικό και τεχνικό κομμάτι της αξιολόγησης (financial and project deliverability), λόγω της ισχυρής κεφαλαιακής επάρκειας των μετόχων του και της εκτεταμένης τεχνογνωσίας που έχουν αναπτύξει στην κατασκευή αγωγών. Από την άλλη πλευρά, ο IGI απολαμβάνει της ισχυρής στήριξης των κυβερνήσεων της Ελλάδας και της Ιταλίας και βρίσκεται σε πιο προχωρημένη φάση της αδειοδοτικής διαδικασίας.
Καθώς το μήκος του χερσαίου τμήματος του IGI είναι λίγο μεγαλύτερο συγκριτικά με εκείνο του TAP, εκτιμάται ότι ο IGI θα έχει ελαφρώς μεγαλύτερη επίδραση στην εγχώρια οικονομική δραστηριότητα. Ωστόσο, ενώ ο TAP, ως άμεση ξένη επένδυση, θα χρηματοδοτηθεί κυρίως από κεφάλαια των μετόχων του, η υφιστάμενη μετοχική σύνθεση της ΔΕΠΑ και των ΕΛΠΕ συνεπάγεται ότι η πραγματοποίηση των ωφελειών του IGI απαιτεί σημαντική δημόσια επένδυση (€ 170 – 210 εκατ. ετησίως κατά τη φάση κατασκευής) με περίοδο αποπληρωμής κοντά στα 20 χρόνια. Το όφελος από την εξοικονόμηση πόρων για την κατασκευή του αγωγού θα πρέπει να συνυπολογιστεί στην απόφαση ιδιωτικοποίησης των ΔΕΠΑ και ΔΕΣΦΑ, αλλά και της παραχώρησης του ποσοστού που κατέχει το Ελληνικό Δημόσιο στα ΕΛΠΕ. Αυτά τα ζητήματα έχουν ιδιαίτερη σημασία σήμερα, σε μια περίοδο που η ελληνική κυβέρνηση καταβάλει σημαντικές προσπάθειες για τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και του δημοσίου χρέους.
Την παραμονή της απόφασης της κοινοπραξίας Shah Deniz, οι συμμετέχοντες στη διαδικασία από την Ελληνική πλευρά, και ειδικά η Ελληνική Κυβέρνηση, πρέπει να αποφύγουν τη δημιουργία εμποδίων και να στηρίξουν έμπρακτα τη διέλευση οποιουδήποτε αγωγού φυσικού αερίου του Νοτίου διαδρόμου μέσα από την Ελληνική Επικράτεια. Προκειμένου να επιστρέψει σε τροχιά οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης, η ελληνική κοινωνία θα πρέπει να αντιπαρέλθει τη ραθυμία, τον προστατευτισμό και το σκεπτικισμό ως προς την ιδιωτική πρωτοβουλία και τις ξένες επενδύσεις, αιτίες που σε σημαντικό βαθμό ευθύνονται για την καθήλωση των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας, και να αγκαλιάσει τις ευκαιρίες που προσφέρει η ολοκλήρωση των διεθνών ενεργειακών αγορών.