Όσοι τα τελευταία χρόνια επισκέπτονταν την Ελλάδα στο γυρισμό είχαν ένα αναπόφευκτο ερώτημα, πως ήταν δυνατόν μια χώρα που φαινόταν να μην παράγει τίποτα να καταναλώνει τόσο πολλά. Ήταν μια πραγματικότητα που οι αντιφάσεις της ήταν σχεδόν άγνωστες στους δημιουργούς της. Η ελληνική πολιτική τάξη ακόμα και σήμερα δείχνει να μην έχει καταλάβει πως οδήγησε την χώρα στα σημερινά αδιέξοδα. Για την υπάρχουσα κυβέρνηση δείχνει ότι όταν τα πράγματα χειροτερεύουν επιστρατεύει την ρητορική της μεταρρύθμισης και των δύσκολων αλλά αναγκαίων τομών. Όταν τα πράγματα δείχνουν να καλυτερεύουν, αμέσως επιστρέφει στο παλιό κακό της ευατό, της αναδιανομής πλούτου και των παροχών.
Αυτή η ταλάντευση μεταξύ της ρητορικής της μεταρρύθμισης και του λαϊκισμού συναντάται στον πρωθυπουργό και σε ορισμένα άλλα στελέχη της κυβέρνησης. Για την μεγάλη πλειοψηφία των μελών της κυβέρνησης δεν υπάρχει θέμα ταλάντευσης. Για αυτούς τίποτα δεν έχει αλλάξει τον τελευταίο καιρό ή τουλάχιστον τίποτα που να τους αναγκάσει να επανεξετάσουν τα πιστεύω τους για την πραγματικότητα. Για αυτή την μεγάλη πλειοψηφία το κράτος πρέπει να συνεχίσει να έχει τον κυρίαρχο ρόλο στην οικονομία αναδιανέμοντας, διορίζοντας, αποφασίζοντας νικητές και ηττημένους της αγοράς, επεκτείνοντας και μεγιστοποιώντας το ρόλο του κράτους στην προσωπική ζωή των πολιτών.
Το στοίχημα εξ αρχής ήταν αν η συγκεκριμένη κρίση θα ήταν η ευκαιρία για να γίνουν μεγάλες και σημαντικές αλλαγές που θα επέτρεπαν στην Ελλάδα μετά από την κρίση να ανακτήσει τις δυνάμεις της σε ένα νέο και βιώσιμο οικονομικό περιβάλλον. Βασική προϋπόθεση αυτής της αλλαγής ήταν οι μεταρρυθμίσεις που θα έβρισκαν τις συντεχνίες, που τις τελευταίες δεκαετίες κυβερνούν την χώρα, σε πλήρη αντίθεση.
Μέχρι στιγμής η κυβέρνηση Παπανδρέου σέρνεται από τις περιστάσεις με βασικό αποτέλεσμα το μόνο που έχει πετύχει είναι να κάνει ένα οικονομικό σύστημα που καταστρέφει τον εθνικό πλούτο απλά φθηνότερο. Βάζοντας την ημισοσιαλιστική οικονομία της Ελλάδας στις εκπτώσεις το μόνο που επιτυγχάνει, στην καλύτερη περίπτωση, είναι να καθυστερήσει την ώρα της μεγάλης κοινωνικής κρίσης.
Αν θέλαμε να συγκρίνουμε την κατάσταση σήμερα με κάποια άλλη θα πρέπει να ανατρέξουμε στα χρόνια λίγο πριν από το πραξικόπημα του 67 όπου και εκεί συναντάμε μια πολιτική τάξη ανίκανη να αντιμετωπίσει τα μεγάλα ζητήματα των καιρών. Φαίνεται ότι υπάρχει μια συστημική και διαχρονική αδυναμία του ελληνικού πολιτικού περιβάλλοντος να παράγει πολιτικό προσωπικό με τα στοιχειώδη προσόντα για την αντιμετώπιση κρίσιμων καταστάσεων. Όποτε ισχύει κάτι το διαφορετικό αυτό οφείλετε στην ύπαρξη προσωπικοτήτων (βλ. Ελευθ. Βενιζέλος, Κωνσταντίνος Καραμανλής) που είναι δυστυχώς ένα τυχαίο φαινόμενο.
Αν θέλαμε να δούμε τους πολιτικούς που έχουν κάτι να πουν και κάτι να κάνουν για την υπάρχουσα κρίση θα τους βρούμε είτε στο περιθώριο της πολιτικής ζωής (Στ. Μανος, Μ. Ανδρουλάκης) ή εντελώς εκτός ( Αλέκος Παπαδόπουλος, Ανδ. Ανδριανόπουλος). Άλλο κλασσικό παράδειγμα τέτοιου πολιτικού ήταν ο σχετικά πρόσφατα εκλιπών Μιχάλης Παπακωσταντίνου. Είναι πολύ σπάνιο να βρει κάποιος όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη άτομα με το βάθος και πλάτος γνώσης όπως ο Μιχ. Παπακωσταντίνου, που ταυτόχρονα να έχουν μια πολυετή πρακτική εμπειρία στα θέματα πολιτικής που τους ενδιαφέρουν - στην συγκεκριμένη περίπτωση εξωτερική πολιτική. Όσο σπάνια ήταν η περίπτωση του Μιχ. Παπακωσταντίνου τόσο προβλέψιμη ήταν η κατάληξη του τα τελευταία χρόνια της πολιτικής του δράσης στο περιθώριο και τελικά σε ένα είδος πολιτικής αυτοεξορίας αργότερα.
Είναι αποκαλυπτικό το γεγονός ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα έχει μια σχέση μίσους με την κριτική σκέψη και την γνώση. Είναι αδύνατο για αυτό το σύστημα να διατηρήσει στις τάξεις του, επί μακρόν, άτομα που αρνούνται να παιχνιδίσουν με τα γνωστά μεταπολιτευτικά κλισέ. Υπάρχει μια υπερκομματική αντιπάθεια σε ότι υπερβαίνει τα υπάρχοντα και απίστευτα χαμηλά πολιτικά πρότυπα. Αποτέλεσμα αυτής της πνευματικής ανέχειας για το πολιτικό σύστημα είναι η αδυναμία του να συνειδητοποιήσει, να εκφράσει και να εκμεταλλευτεί τα μηνύματα των καιρών. Εξ ου και η συνεχής εξάρτηση του στην συνωμοσιολογία προκειμένου να κατανοήσει και να εξηγήσει γεγονότα και συνέπειες.
Δεν ξέρω πόσοι Έλληνες νομίζουν ότι ο τελευταίος ανασχηματισμός θα προσφέρει κάτι το ουσιαστικό στην παραγωγή πολιτικού έργου. Μοιάζει περισσότερο με ανακύκλωση (αρμοδιότητα Μπιρμπίλη;) μια παλιάς, ξεθωριασμένης και ιδεολογικά στεγνής πολιτικής τάξης. Πολύ πριν επέλθει η οικονομική μας χρεοκοπία βιώσαμε ως έθνος μια μακρά περίοδο έλλειψης λέξεων και ιδεών που δημιούργησαν ένα τεράστιο χρέος νόησης της πραγματικότητας. Τα χρηματικά χρέη που σήμερα αντιμετωπίζουμε με τόση δυσκολία δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια χονδροειδή ποσοτικοποίηση του χάσματος που υπάρχει μεταξύ της μεταπολιτευτικής θεώρησης των πραγμάτων και της πραγματικότητας καθ’ αυτό.
Όσο η κυβέρνηση Παπανδρέου και η ελληνική πολιτική τάξη γενικότερα αρνείται μια ουσιαστική αυτοκριτική, όσο το πολιτικό σύστημα αποφεύγει μια εκ βάθρων ανανέωση τόσο η πιθανότητες ενός ελληνικού χειμώνα της δυσαρέσκειας πολλαπλασιάζονται με δυστυχώς απρόβλεπτες συνέπειες
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr