Η αρχή της «πτώσης των μεγάλων» έγινε με την ΑΕΚ, λίγο πριν από την κατάρρευση της Lehman Brothers, το καλοκαίρι του 2008. Τότε, οι μέτοχοι της προσφυγικής ομάδας της πρωτεύουσας παραδέχθηκαν εμμέσως ότι δεν μπορούν να παρακολουθήσουν τον Ολυμπιακό και τον Παναθηναϊκό στην ανελέητη κούρσα μεταγραφών που τους απομάκρυνε παρασάγγες από τους υπόλοιπους διαγωνιζόμενους στη Super League. Ακολούθησε ο Ολυμπιακός, η αγωνιστική πτώση του οποίου έφερε στην επιφάνεια τα οικονομικά συντρίμμια που άφησε πίσω του το χτίσιμο της πολυετούς αυτοκρατορίας του. Είχε προηγηθεί βέβαια η απεμπλοκή του προέδρου του, Σωκράτη Κόκκαλη, από το επίσης πολυέξοδο μπάσκετ. Ελάχιστοι όμως ανέμεναν ότι ένας από τους επιφανέστερους οικονομικά Έλληνες θα έφτανε τόσο ξαφνικά στο σημείο να πει ότι «κουράστηκε να πληρώνει» και για το «καμάρι του Πειραιά», όπως τουλάχιστον εμφανίζεται να δήλωσε στην τελευταία συνεδρίαση του Δ.Σ. του Συλλόγου.
Ήταν πλέον φανερό ότι προμηνυόταν θύελλα εξελίξεων και ο μόνος μεγάλος σύλλογος που φαινόταν αρκούντως προστατευμένος στο ασφαλές λιμάνι της πολυμετοχικότητας ήταν ο θριαμβευτής της φετινής χρονιάς Παναθηναϊκός. Ωστόσο, η έκθεση-καταπέλτης της εταιρείας Deloitte για την οικονομική κατάσταση της ΠΑΕ, διέλυσε τις όποιες ψευδαισθήσεις. Σύμφωνα με αυτήν, η μέση ζημιά της ΠΑΕ ανά έτος για την περίοδο 2010-2013 εκτιμάται ότι θα φτάσει τα 32,9 εκατ. Ευρώ (ίσως και περισσότερα αν επαληθευθεί το χειρότερο δυνατό σενάριο). Στο τέλος της ίδιας περιόδου, οι συσσωρευμένες ζημιές θα ανέλθουν στα 182,7 εκατ. ευρώ. Τα νούμερα φυσικά προκαλούν ίλιγγο, γεγονός που εξηγεί εν πολλοίς και τους ασυνήθιστα υψηλούς τόνους της δημόσιας σύγκρουσής μεταξύ των μετόχων του ΠΑΟ. Ανεξαρτήτως ποιος έχει δίκιο, αυτό που κατέστη σαφές είναι ότι το πολυμετοχικό εγχείρημα κινδυνεύει πλέον άμεσα με διάλυση.
Η φούσκα του ποδοσφαίρου
Όπως κάθε φούσκα, έτσι και αυτή που φαίνεται να σκάει στο ελληνικό ποδόσφαιρο, έχει τις ρίζες της στην παράλογη διόγκωση των τιμών των προϊόντων, μέσω της παροχής υπερβολικής ρευστότητας στο σύστημα. Το πρόβλημα με τις φούσκες είναι ότι τις περισσότερες φορές αντιλαμβανόμαστε την ύπαρξή τους όταν είναι πλέον αργά. Στην περίπτωση του ελληνικού ποδοσφαίρου (αλλά και του ελληνικού αθλητισμού γενικότερα) όμως, τα σημάδια ήταν εκεί για όποιον ήθελε να τα δει. Αλλεπάλληλα «κανόνια» από ΠΑΕ καλύφθηκαν από χαριστικές νομοθετικές ρυθμίσεις του κράτους και εντέλει από τα χρήματα των φορολογουμένων. Την ίδια στιγμή, ο ΟΠΑΠ και άλλες δημόσιες εταιρείες ανέλαβαν να στηρίξουν τα σαθρά θεμέλια του οικοδομήματος, χρησιμοποιώντας χρήματα που πιθανώς θα μπορούσαν να είχαν διατεθεί σε πιο ευγενείς σκοπούς. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, το ποδοσφαιρικό θέαμα δεν βελτιώθηκε, σε αντίθεση με το θλιβερό θέαμα της γηπεδικής βίας, που γνώρισε μεγάλες «δόξες». Με άλλα λόγια, η τεχνητή ρευστότητα στο σύστημα δεν χρησιμοποιήθηκε (μέχρι σήμερα τουλάχιστον) για την προώθηση των ριζικών αλλαγών που είχε ανάγκη ο χώρος. Υπό αυτήν την έννοια, το επαγγελματικό ποδόσφαιρο δεν είναι παρά ένας καθρέφτης όσων συνέβησαν στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια.
Το μεγάλο ερώτημα που ανακύπτει τώρα που οι κάνουλες του κράτους στερεύουν, είναι ποιος θα επιβιώσει και με τι όρους. Από την άλλη πλευρά, το θετικό είναι ότι τόσο για την Ελλάδα, όσο και για το ποδόσφαιρό της, ίσως η κρίση να είναι και μία ευκαιρία αυτοκάθαρσης.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr