Όπως αναφέρει η μελέτη, η παρούσα ζήτηση της αγοράς για εξειδικευμένα στελέχη είναι περίπου 8.000 με προοπτικές αύξησης στις 10.000 στο άμεσο μέλλον, λόγω των έργων Πληροφορικής από το Ταμείο Ανάκαμψης, της μεγάλης ζήτησης στον ιδιωτικό τομέα, της ανάπτυξης του τοπικού κλάδου ΤΠΕ και των εξειδικεύσεων startups, αλλά και της λειτουργίας τεχνολογικών κέντρων έρευνας και ανάπτυξης από μεγάλες διεθνείς εταιρείες.
Για να πραγματοποιηθεί, όμως, το αναπτυξιακό άλμα που χρειάζεται η Ελλάδα, να μειωθεί σημαντικά η ανεργία και να αναπληρωθεί το ένα εκατομμύριο θέσεων εργασίας που χάθηκαν λόγω της οικονομικής κρίσης και του brain drain, η Ελλάδα θα πρέπει να δημιουργήσει τα επόμενα χρόνια μερικές εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας υψηλής εξειδίκευσης. Οι νέες ποιοτικές θέσεις εργασίας αφορούν κλάδους όπου μπορούν να επιτευχθούν υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης, με την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας, όπως η πράσινη ενέργεια, οι ψηφιακές τεχνολογίες και το ηλεκτρονικό εμπόριο, η αγροδιατροφή και η εξειδικευμένη πρωτογενής παραγωγή, ο τουρισμός υψηλής προστιθέμενης αξίας, η εφοδιαστική αλυσίδα και οι μεταφορές – ιδιαίτερα η ναυτιλία – τα επώνυμα καινοτόμα καταναλωτικά προϊόντα, τα διεθνώς πιστοποιημένα βιομηχανικά προϊόντα υψηλής εξειδίκευσης, κ.ά.
Ωστόσο, ενώ η χώρα μας διαθέτει ένα καλά εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό και αξιόλογα πανεπιστημιακά ιδρύματα, υπάρχει ένα μεγάλο χάσμα μεταξύ των δεξιοτήτων που απαιτεί σήμερα η αγορά εργασίας και αυτών που παράγει το εκπαιδευτικό σύστημα. Ως αποτέλεσμα, ενώ τα επίπεδα ανεργίας μεταξύ των νέων πτυχιούχων παραμένουν υψηλά, οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα στην εύρεση κατάλληλα καταρτισμένου ανθρώπινου δυναμικού.
Αναντιστοιχία και κίνδυνοι
Η μελέτη διαπιστώνει ότι το ποσοστό του πληθυσμού με ανώτατη εκπαίδευση στην Ελλάδα, το 2020, στην ηλικιακή ομάδα 24-34, βρισκόταν κοντά στα μέσα ευρωπαϊκά επίπεδα, ενώ στις μεγαλύτερες ηλικίες το ποσοστό υπολειπόταν των αντίστοιχων επιδόσεων χωρών της ΕΕ και του ΟΟΣΑ. Αντίθετα, το ποσοστό του φοιτητικού πληθυσμού στον συνολικό πληθυσμό της χώρας (7,51%) είναι σχεδόν διπλάσιο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (4,03%), εξαιτίας κυρίως του ρυθμού αποφοίτησης που είναι ο χαμηλότερος στην ΕΕ.
Ανησυχητικό είναι, επίσης, ότι το ποσοστό απασχόλησης των αποφοίτων των ΑΕΙ στην Ελλάδα για την ηλικιακή ομάδα 25-64 (75,4%), είναι το χαμηλότερο μεταξύ των 27 χωρών της ΕΕ, ενώ στην ηλικιακή ομάδα 25-34, η εικόνα επιδεινώνεται περαιτέρω.
Να σημειωθεί, ότι με βάση την έρευνα, στα ΑΕΙ λειτουργούν 36 τμήματα στις Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) από όπου, συνήθως, προέρχονται οι επιστήμονες με προχωρημένες ψηφιακές δεξιότητες. Ο αριθμός των εισακτέων (με βάση σχετική ανάλυση της Εθνικής Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ) είναι περίπου 9.000 ετησίως, αλλά οι απόφοιτοι είναι μόλις 4.500 (δηλαδή το 50% των εισακτέων). Ιδιαίτερα χαμηλός ρυθμός αποφοίτησης υπάρχει στα σχετικά τμήματα των τέως ΤΕΙ, καθώς και στα πανεπιστήμια της περιφέρειας.
Πρόσφατες αναφορές καταγράφουν ότι αρκετοί από αυτούς τους απόφοιτους έχουν ποιοτικές ελλείψεις που αφορούν τις αναγκαίες τεχνολογικές γνώσεις σε γλώσσες προγραμματισμού, τεχνικές, εργαλεία και συστήματα που ζητούν οι εταιρείες, καθώς και τις απαραίτητες ποιοτικές δεξιότητες για να ανταπεξέλθουν με επιτυχία στο απαιτητικό εργασιακό περιβάλλον.
Το «σοκ»
Όπως αναφέρεται στη μελέτη, το αναπτυξιακό «σοκ» που χρειάζεται η χώρα μας, τα επόμενα χρόνια, για να επανέλθει σε μία κανονική οικονομική ισορροπία μετά την οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας, θα πρέπει να έχει ως βασικό στόχο τη δημιουργία μερικών εκατοντάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας υψηλής εξειδίκευσης. Έτσι, μπορεί να υλοποιηθεί και ο μεγάλος εθνικός στόχος της πάταξης της ανεργίας και της αντιστάθμισης των περίπου ενός εκατομμυρίου θέσεων εργασίας που χάθηκαν λόγω της οικονομικής κρίσης και του brain drain και αφορούν νέους ανθρώπους με υψηλά γνωσιακά προσόντα ή μακροχρόνια άνεργους με περιορισμένες δεξιότητες.
Τα κενά
Αξίζει να σημειωθεί, ότι με βάση τη μελέτη, στην Ευρώπη υπάρχουν τουλάχιστον ένα εκατομμύριο κενές θέσεις εργασίας ειδικών με προχωρημένες ψηφιακές δεξιότητες, ενώ μόνο το 2,4% των αποφοίτων ΑΕΙ ειδικεύονται στον ευρύτερο χώρο της πληροφορικής. Δεν είναι τυχαίο ότι ένας στους δύο Ευρωπαίους εργαζόμενους έχει έλλειψη ψηφιακών δεξιοτήτων, ένας στους τρεις εργοδότες δε βρίσκει προσωπικό με ψηφιακές δεξιότητες, ενώ οκτώ στους δέκα CEOs ανησυχούν ότι οι ανεπαρκείς ψηφιακές δεξιότητες του προσωπικού απειλούν τη μελλοντική ανάπτυξη της εταιρείας τους.
Στον τομέα αυτόν η Ελλάδα έχει μια αρνητική πανευρωπαϊκή «πρωτιά», καθώς έχουμε το μικρότερο ποσοστό απασχολούμενων στις Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ICT) στο σύνολο των εργαζόμενων, αφού αυτοί οι επιστήμονες στην Ελλάδα αντιπροσωπεύουν μόλις το 2,5% του συνολικού ανθρώπινου δυναμικού, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος βρίσκεται στο 4,6%27.
Οι ειδικοί αναφέρουν ότι οι τρέχουσες ετήσιες ανάγκες της ελληνικής αγοράς πληροφορικής, λαμβάνοντας υπόψη και τις σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης, δεν καλύπτονται από τους σχετικούς απόφοιτους των ελληνικών πανεπιστημίων.
Σύμφωνα, δε, με τη βάση δεδομένων της EY, EY European Investment Monitor (ΕΙΜ) 28, η οποία παρακολουθεί και καταγράφει κάθε χρόνο όλες τις άμεσες ξένες επενδύσεις που πραγματοποιούνται στην Ευρώπη, για το 2022, η πλειοψηφία των επενδύσεων στην Ελλάδα κατευθύνθηκε στον κλάδο του λογισμικού και των υπηρεσιών πληροφορικής, συγκεντρώνοντας το 40% του συνόλου. Αυτό είναι ένα αρκετά ενθαρρυντικό στοιχείο, καθώς ο συγκεκριμένος κλάδος φαίνεται να καταλαμβάνει όλο και μεγαλύτερο μέρος των επενδύσεων κάθε χρόνο (17% του συνόλου το 2021 και 10% το 2022).
Επιβεβαιώνεται, επομένως, το γεγονός πως η χώρα έχει τη δυνατότητα να εξελιχθεί σε hub καινοτομίας, καθώς και να επιταχύνει τον ψηφιακό μετασχηματισμό της. Ωστόσο, αυτό απαιτεί την ύπαρξη ανθρώπινου δυναμικού με την αντίστοιχη κατάρτιση.
Δράσεις
Για να εξασφαλίσει, λοιπόν, η χώρα μας το αναγκαίο εξειδικευμένο επιστημονικό ανθρώπινο δυναμικό, που θα ηγηθεί του αναπτυξιακού άλματος της Ελλάδας, οι συντάκτες της μελέτης κατέθεσαν τις ακόλουθες προτεινόμενες παρεμβάσεις:
- Μαζικό πρόγραμμα εξειδίκευσης και επανειδίκευσης ενός εκατομμυρίου ανέργων και εργαζόμενων
- Εκπαίδευση 15.000 νέων επιστημόνων ετησίως, με προχωρημένες ψηφιακές δεξιότητες, για να γίνει η χώρα ένα περιφερειακό κέντρο αριστείας στις ψηφιακές τεχνολογίες
- Επαγγελματική αξιοποίηση 20.000 αποφοίτων ετησίως, από γνωστικά αντικείμενα που δε σχετίζονται με το αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας
- Βελτίωση της αποτελεσματικότητας αποφοίτησης από την τριτοβάθμια εκπαίδευση
- Δράσεις για τη σύνδεση πανεπιστημίων και αγοράς εργασίας
- Πρωτοβουλίες των επιχειρήσεων για τη σωστή προετοιμασία και ανάπτυξη των εργαζομένων τους
- Ανάπτυξη εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού, για μία ανταγωνιστική βιομηχανία
- Δημιουργία επτά περιφερειακών κέντρων τεχνολογικής ανάπτυξης και καινοτομίας
- Αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος της χώρας μέσω της εκπαίδευσης
- Αξιοποίηση του αναπτυξιακού ρόλου των μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων
- Προσαρμογή στα νέα δεδομένα που δημιουργεί η τεχνητή νοημοσύνη, και ουσιαστική αξιοποίησή της
Όπως αναφέρεται, οι σχετικές μεταρρυθμίσεις των νόμων 4957/2022 και 5094/2024 του Υπουργείου Παιδείας, είναι προς τη σωστή κατεύθυνση και πρέπει να συνεχιστούν, λαμβάνοντας υπόψη τις παραπάνω παρεμβάσεις.
Στο φόντο αυτό, κατά την παρουσίαση της μελέτης, την Τετάρτη 29/5 ο κ. Γιώργος Παπαδημητρίου, Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΥ Ελλάδος, ανέφερε: «Από το 2017, με την πρώτη μας έρευνα είχαμε υπογραμμίσει ότι χωρίς ευθυγράμμιση μεταξύ του εκπαιδευτικού συστήματος και της αγοράς εργασίας, η Ελλάδα δε θα μπορέσει να δημιουργήσει το νέο παραγωγικό μοντέλο που απαιτείται για την επανεκκίνηση της οικονομίας της. Επτά χρόνια μετά, οι αλλαγές στην αγορά εργασίας που προκάλεσε η πανδημία – και οι πολύ μεγαλύτερες που θα επιφέρουν η επανάσταση στην τεχνολογία και η ραγδαία εξέλιξη της τεχνητής νοημοσύνης – καθιστούν την ανάγκη αντιμετώπισης του προβλήματος αυτού επιτακτικότερη από ποτέ. Πολιτεία, επιχειρηματική και πανεπιστημιακή κοινότητα, οφείλουν να καθίσουν γύρω από το ίδιο τραπέζι και να συμφωνήσουν σε παρεμβάσεις που θα απελευθερώσουν τις τεράστιες δυνατότητες του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας. Πιστεύω ότι οι προτάσεις που καταθέτουν με αυτή τη μελέτη οι τρεις οργανισμοί μας, μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για τον απαραίτητο αυτό διάλογο».
Παράλληλα ο καθηγητής Γεώργιος Δουκίδης, ιδρυτής του Εργαστηρίου Ηλεκτρονικού Επιχειρείν του ΟΠΑ δήλωσε σχετικά: «Η μελέτη προτείνει συγκεκριμένες δράσεις στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης όσον αφορά τη καλυτέρευση του ρυθμού αποφοίτησης, την επανειδίκευση αποφοίτων θεωρητικών κατευθύνσεων σε ειδικότητες μεγάλης ζήτησης και τη προετοιμασία αποφοίτων με τις απαραίτητες δεξιότητες για άμεση είσοδο στην αγορά εργασίας. Οι προτεινόμενες δράσεις μπορεί, επίσης, να δώσουν μερική λύση στο αναμενόμενο δημογραφικό πρόβλημα της χώρας όσον αφορά το αναγκαίο υψηλού επιπέδου εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό και να καταστήσουν τη χώρα ένα σύγχρονο αναπτυξιακό hub, μέσω της δημιουργίας περιφερειακών κέντρων τεχνολογικής ανάπτυξης και καινοτομίας».
Τέλος, ο κ. Παναγιώτης Καραμπίνης, Managing Director της Endeavor Greece, σημείωσε: «Η Endeavor, ως πυλώνας του οικοσυστήματος καινοτομίας, αναγνωρίζει την κρισιμότητα της ευθυγράμμισης του εκπαιδευτικού συστήματος με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Η καλλιέργεια κατάλληλων δεξιοτήτων στους νέους και η σύνδεσή τους με τις startups αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο για την ανάπτυξη ενός δυναμικού οικοσυστήματος. Αυτή η διασύνδεση ωφελεί τόσο τις εταιρείες, που λαμβάνουν το απαραίτητο ταλέντο για να ανθίσουν, όσο και τους απόφοιτους, οι οποίοι απολαμβάνουν αυξημένες ευκαιρίες απασχόλησης και ανταγωνιστικές αμοιβές σε ένα συνεχώς αναπτυσσόμενο επιχειρηματικό περιβάλλον».
Γιώργος Αλεξάκης
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr