Ειδικότερα, όπως τόνισε ο ίδιος, «υπάρχουν διάφοροι δείκτες που είναι εύκολο να μετρήσουμε ποιο είναι το κατώφλι της φτώχειας. Εξακολουθούμε να είμαστε σχεδόν 6,5 ποσοστιαίες μονάδες κάτω από το κατώφλι αυτό».
«Πρέπει ο κατώτατος μισθός να πάει στα 826 ευρώ. Βέβαια μια τέτοια αύξηση δεν θα σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι θα έχουν υψηλό βιοτικό επίπεδο. Θα σημαίνει ότι θα έχουμε φτάσει το κατώφλι της φτώχειας και από εκεί και πάνω θα αρχίσουμε να μιλάμε για ουσιαστική βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζόμενων και των οικογενειών τους», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Για τον ιδιωτικό τομέα
Αναφερόμενος στον κατώτατο μισθό στον ιδιωτικό τομέα, ο διευθυντής του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ τόνισε ότι η αύξηση του δεν περνάει σε πολλές κατηγορίες εργαζομένων του τομέα αυτού.
«Σε μια παλιότερη δημοσκοπική έρευνα που κάναμε η απάντηση που έδωσε το 80% των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα ήταν ότι δεν είχε υπάρξει αύξηση στο μισθό τους εντός του 2022. Έχουμε φτάσει στο σημείο οι κλαδικές συμβάσεις εργασίας να μην περνάνε στην αύξηση του κατώτατου μισθού.
Εμείς προτείνουμε να αρθούν όλα τα εμπόδια στο ατομικό και στο συλλογικό δίκαιο, που περιορίζουν την διεύρυνση των συμβάσεων αυτών και όλων των όρων που εμπεριέχουν αυτοί», συμπλήρωσε.
«Την ίδια στιγμή η ακρίβεια δεν πλήττει μόνο τους εργαζόμενους που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό. Πλήττει οριζόντια όλα τα εισοδηματικά κλιμάκια και τους μισθούς δυσανάλογα και όσο πάμε προς τα κάτω στην κλίμακα της κατανομής των μισθών, τόσο μεγαλύτερη είναι η επιβάρυνση. Συνεπώς, αν θέλουμε να προστατεύσουμε τα ελληνικά νοικοκυριά από την ακρίβεια πρέπει να δούμε μια πιο οριζόντια αύξηση των μισθών, κάτι το οποίο θα μπορούσε να γίνει με θεσμικότατο τρόπο», υπογράμμισε ο κ. Αργείτης.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr