Ωστόσο, κατά το ΣτΕ, εξαιρούνται οι περιπτώσεις υφ΄ όρων απόλυσης με ηλεκτρονικό βραχιολάκι, της μετατροπή της ποινής σε κοινωφελή εργασία, κ.λπ.
Το 2002 συνταξιούχος του ΙΚΑ -ΕΤΑΜ καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη για ανθρωποκτονία από πρόθεση, η οποία τελέστηκε τον Μάρτιο του 2001.
Μετά την καταδικαστική απόφαση το ΙΚΑ, ανέστειλε την καταβολή της κύριας και επικουρικής σύνταξης του καταδικασθέντα και παράλληλα καταλογίστηκαν σε βάρος του, εντόκως, τα ποσά της σύνταξης που του είχαν ήδη καταβληθεί από 1.7.2002 έως 31.1.2003.
Ο συνταξιούχος προσέφυγε στα Διοικητικά Δικαστήρια, υποστηρίζοντας, ότι ο νόμος 1846/1951, αντιβαίνει στις συνταγματικές επιταγές (περί ισότητας, μεριμνάς του κράτους για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων, αρχή χρηστής διοίκησης, κ.λπ.). Το Διοικητικό Εφετείο τελικώς έκανε δεκτή την προσφυγή του , με αποτέλεσμα να προσφύγει στο ΣτΕ το ΙΚΑ.
Το Α΄ Τμήμα του ΣτΕ (πρόεδρος η αντιπρόεδρος Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου και εισηγητής ο σύμβουλος Επικρατείας Νικόλαος Σκαρβέλης) με την υπ΄ αριθμ. 1254/2021 απόφαση της 7μελούς σύνθεσης, κατά πλειοψηφία, έκανε δεκτή την αίτηση του ασφαλιστικού φορέα, αναίρεσε την εφετειακή απόφαση και ανέπεμψε την υπόθεση για νέα κρίση στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών.
Συγκεκριμένα, το ΣτΕ έκρινε κατά πλειοψηφία, ότι δεν παραβιάζουν τα άρθρα 2 παρ. 1, 4 παρ. 1, 22 παρ. 5 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος, ούτε αντίκεινται σε άλλη υπερνομοθετικής ισχύος διάταξη ή αρχή, οι διατάξεις του α.ν. 1846/1951, που ορίζουν ότι αναστέλλεται η καταβολή της σύνταξης εάν ο συνταξιούχος εκτίει ποινή στερητική της ελευθερίας μεγαλύτερη των 6 μηνών για όσο χρόνο την εκτίει και ότι, εφόσον υπάρχουν πρόσωπα που σε περίπτωση θανάτου του συνταξιούχου θα λάμβαναν σύνταξη, αυτά δικαιούνται σε απόληψη της σύνταξης που θα τους καταβαλλόταν σε περίπτωση θανάτου του συνταξιούχου.
Διευκρινίζουν δε, οι σύμβουλοι Επικρατείας, ότι η αναστολή της καταβολής της σύνταξης « στοχεύει πρωτίστως στην εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος σκοπού να μην υφίσταται το κοινωνικό σύνολο τη διπλή οικονομική επιβάρυνση της καταβολής στον εκτίοντα την ποινή των συγκεκριμένων ποσών συντάξεων που αναλογούν στον χρόνο που την εκτίει και της ανάληψης από το Δημόσιο των δαπανών διαβίωσής του κατά τον ίδιο χρόνο»
Σύμφωνα με την άποψη της μειοψηφίας , «το άρθρο 29 α.ν. 1846/1951 αντίκειται στα άρθρα 2 παρ. 1, 25 παρ. 1 και 22 παρ. 5 Συντ., διότι προβλέπεται με αυτήν η πλήρης αποστέρηση του εκτίοντος την στερητική της ελευθερίας ποινή, κατά το διάστημα εκτίσεως της εν λόγω ποινής, από το απορρέον από την κοινωνικοασφαλιστική σχέση δικαίωμά του προς λήψη συντάξεως για λόγους μη συνδεομένους προς την σχέση τούτου με τον οργανισμό κοινωνικής ασφαλίσεως, δηλαδή λόγους μη τελούντες σε συνάφεια με το σκοπό απονομής των κοινωνικοασφαλιστικών παροχών, ο οποίος συνίσταται στην, έναντι καταβολής εισφοράς, προστασία του άμεσα ή του έμμεσα ασφαλισμένου από την επέλευση κινδύνων (γήρατος, ασθενείας, αναπηρίας, θανάτου κ.λπ.), οι οποίοι αναιρούν την ικανότητά του να εργάζεται ή τείνουν να υποβαθμίσουν τις συνθήκες διαβίωσής του, τούτο δε ανεξαρτήτως του αν ο συνταξιούχος διαθέτει και άλλους πόρους ικανούς να καλύψουν τις βιοτικές ανάγκες του».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr