Κάνοντας χρήση των εν λόγω προϊόντων, τα οποία έχουν επιπλέον κόστος που μπορεί να κυμαίνεται από 0,20% ως 0,50% στο εκάστοτε επιτόκιο δανεισμού, οι δανειολήπτες διασφαλίζουν την άμεση αποπληρωμή του δανείου τους σε περίπτωση ενός τυχαίου και απρόβλεπτου γεγονότος, που θα μπορούσε να εμποδίσει την ομαλή αποπληρωμή των δόσεων που απομένουν ως την ολική εξόφλησή του.
Με αυτόν τον τρόπο, αν ο δανειοδοτούμενος δεν είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις δανειακές υποχρεώσεις τους, αυτές δεν μεταφέρονται στους κληρονόμους του ή στα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας και ταυτόχρονα αποκλείεται η κατάσχεση των περιουσιακών στοιχείων του από την τράπεζα.
Τα συγκεκριμένα ασφαλιστικά προγράμματα αφορούν κυρίως στεγαστικά και επισκευαστικά δάνεια, λόγω της μεγάλης διάρκειάς τους, που συνήθως ξεπερνά τα 10 έτη και των υψηλών ποσών χορήγησης, αλλά και επιχειρηματικά δάνεια ατομικών επιχειρήσεων ή ελευθέρων επαγγελματιών, όπου το φυσικό πρόσωπο-ιδιοκτήτης ταυτίζεται με την επιχείρηση.
Οι περισσότερες τράπεζες προσφέρουν σήμερα τη δυνατότητα στους δανειολήπτες τους, ομαδικά ή μεμονωμένα, να συμμετάσχουν σε προγράμματα ασφάλισης που διαθέτουν, είτε μέσω ασφαλιστικής εταιρείας του ομίλου στον οποίο ανήκουν είτε μέσω συνεργαζόμενων ασφαλιστικών εταιρειών.
Η μέριμνα
Μία σημαντική μέριμνα ενός σωστού δανειολήπτη είναι και η ασφάλιση του δανείου από απρόβλεπτα γεγονότα. Βασική αρχή που πρέπει να ακολουθείται είναι ότι όσο πιο μεγάλη είναι η δανειακή υποχρέωση (τόσο σε ποσό όσο και σε χρόνο), τόσο πιο επιτακτική είναι η ασφάλιση. Το κόστος της ασφάλισης δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να εκλαμβάνεται ως επιπλέον επιβάρυνση, αλλά ως ηθική υποχρέωση του δανειολήπτη έναντι των μελών με τα οποία συνδέεται.
Όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά τραπεζικός, «φανταστείτε ένα τυπικό ελληνικό νοικοκυριό με τέσσερα άτομα (πατέρας, μητέρα και δύο παιδιά), το οποίο αποφασίζει να πάρει στεγαστικό δάνειο. Αν συμβεί ένα απρόβλεπτο γεγονός, είναι φανερό ότι η εξυπηρέτηση του δανείου δεν θα είναι πλέον ομαλή, με αποτέλεσμα τα νεότερα μέλη του νοικοκυριού να βρεθούν αντιμέτωπα με ένα αξεπέραστο πρόβλημα. Αντιθέτως, αν υπήρχε η πρόνοια της ασφάλισης, το δάνειο θα αποπληρωνόταν κανονικά».
Τι καλύπτεται
H ασφαλιστική εταιρεία αναλαμβάνει την ολική αποπληρωμή του υπολοίπου του ανεξόφλητου δανείου στην τράπεζα σε περίπτωση μόνιμης ολικής ανικανότητας του ασφαλιζομένου για εργασία εξαιτίας ατυχήματος ή ασθενείας ή απώλειας της ζωής του.
Φυσικά ο πελάτης μπορεί να επιλέξει είτε μία από τις παραπάνω ασφαλιστικές καλύψεις είτε και τις δύο. Στην περίπτωση που επέλθει ο ασφαλισμένος κίνδυνος, δεν επιβαρύνονται τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας από το δανειακό χρέος και κατά συνέπεια εξαλείφεται ο κίνδυνος κατάσχεσης περιουσιακών στοιχείων, π.χ. ακινήτων της οικογένειας ή του πελάτη από την τράπεζα.
H συμμετοχή στο πρόγραμμα ασφάλισης του δανείου μπορεί να ξεκινήσει ταυτόχρονα με τη λήψη του δανείου ή μεταγενέστερα. H επιλογή της ασφαλιστικής εταιρείας γίνεται ελεύθερα από τον πελάτη, ωστόσο αξίζει να σημειωθεί ότι συνήθως οι τραπεζικοί όμιλοι που διαθέτουν και ασφαλιστική εταιρεία προσφέρουν ελκυστικότερα προγράμματα ασφάλισης και προσφορές στους πελάτες τους. Περιορισμός υπάρχει μόνο στην ηλικία του δανειολήπτη. Συγκεκριμένα, οι τράπεζες αποφεύγουν την ασφάλιση δανειοληπτών που η ηλικία τους ξεπερνά τα 60 έτη, ενώ επισημαίνεται ότι η περίοδος ασφαλίσεως μπορεί να είναι ίση με τη διάρκεια του δανείου.
Η επιπλέον επιβάρυνση
Το κόστος της ασφάλισης εξαρτάται από το ύψος του δανείου, τη διάρκειά του και την ηλικία του δανειολήπτη. Οσο μεγαλύτερα είναι τα παραπάνω τόσο περισσότερο αυξάνονται τα ετήσια ασφάλιστρα. Σε γενικές γραμμές τα ασφαλιστικά προγράμματα προσαρμόζονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα, συνήθως κάθε έτος, στο εκάστοτε υπόλοιπο του δανείου ώστε να εξασφαλίζεται όσο το δυνατόν χαμηλότερο κόστος. Για παράδειγμα, αν ο δανειολήπτης προχωρήσει σε πρόωρη μερική εξόφληση του δανείου, το ασφάλιστρο της επόμενης χρονιάς θα διαμορφωθεί σε χαμηλότερα επίπεδα
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr