Η υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής οικονομίας από τον οίκο Moody's κατά τρεις βαθμούς (από Ba1 σε Β1) αφορά άμεσα τα ελληνικά ομόλογα και εμμέσως επηρεάζει τις τράπεζες.
Με την υποβάθμιση αυτή, τα ελληνικά ομόλογα κατατάσσονται στα λεγόμενα («σκουπίδα»), δηλαδή στην κατηγορία ομολόγων που ενέχουν κίνδυνους. Με άλλα λόγια, ο οίκος Moody's πιστεύει ότι η Ελλάδα έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να χρεοκοπήσει με αποτέλεσμα να μην μπορεί να δώσει τα χρήματα πίσω σε αυτούς που έχουν αγοράσει ομόλογα και με τον τρόπο αυτό την έχουν δανείσει.
Ομως, αυτή η επίπτωση στην παρούσα τουλάχιστον φάση, κατά την οποία η Ελλάδα δεν δανείζεται από τις αγορές, καθώς δέχεται τη βοήθεια από ΔΝΤ- Ε.Ε. και Ε.Κ.Τ. δεν έχει μεγάλη σημασία. Θα είχε αν ζητούσαμε δανεικά από τις αγορές. Σε αυτή την περίπτωση, η χαμηλή βαθμολογία θα αποθάρρυνε τους δανειστές, δηλαδή δεν θα βρίσκαμε χρήματα ή αν βρίσκαμε θα ήταν πανάκριβα.
Επίσης, η υποβάθμιση αυτή δεν επηρεάζει άμεσα τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες δανείζονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, δίνοντας ως ενέχυρο ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου. Διότι η ΕΚΤ αποφάσισε πέρσι το Μάιο να δέχεται τα ελληνικά κρατικά ομόλογα ανεξάρτητα από την αξιολόγησή τους, καθώς η Ελλάδα έχει ενταχθεί στην «προστασία» του μηχανισμού στήριξης (Μνημόνιο, δάνειο 110 δισ. ευρώ από τρόικα κλπ).
Με λίγα λόγιαΗ υποβάθμιση μπορεί να επιφέρει:
Η υποβάθμιση δεν επηρεάζει:
Οσοι φοβούνταιΑνεξαρτήτως αν είναι δικαιολογημένος ο φόβος ή όχι
Διαβάστε επίσης |
Εξάλλου, ο οίκος Moody's αναφέρει για τις τράπεζες το εξής: «το ανώτατο όριο για της χώρας για τις τραπεζικές καταθέσεις και τα ομόλογα δεν επηρεάζεται από τη κίνηση του οίκου και παραμένει Aaa (όπως για όλη την Ευρωζώνη), όπως επίσης και η βραχυπρόθεσμη αξιολόγηση Non Prime (NP).
Τα προβλήματα
Μέχρι εδώ τα πράγματα ελέγχονται. Ωστόσο, η υποβάθμιση αυτή δημιουργεί μια σειρά από παρενέργειες, οι οποίες δυσκολεύουν κατ' αρχήν τις τράπεζες σε ό,τι αφορά τη ρευστότητά τους με τους εξής τρόπους:
Πρώτον, το κομμάτι του δανεισμού από τα κρατικά ομόλογα που δίνουν ως ενέχυρο στην ΕΚΤ δεν επηρεάζεται. Ομως, οι ελληνικές τράπεζες έχουν δικά τους ομόλογα (έχουν εκδώσει ομόλογα για να πάρουν χρήματα) και έχουν τιτλοποιήσει δάνεια («πούλησαν» τα δάνεια που είχαν χορηγήσει μαζί με τις δόσεις που θα έπαιρναν. Ετσι, πήραν χρήματα με την υποχρέωση να δίνουν σε αυτούς που αγόρασαν τα δάνεια έναν τόκο. Δηλαδή μετέτρεψαν τα δάνεια σε ομόλογα). Αν η υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής οικονομίας οδηγήσει σε αντίστοιχη υποβάθμιση την αξιολόγηση των ελληνικών τραπεζών, τότε υποβαθμίζονται αυτόματα και τα ομόλογα αυτά. Τι σημαίνει αυτό; Οτι δεν θα μπορούν να χρησιμοποιούν τα δικά τους ομόλογα ως ενέχυρο για να δανείζονται. Αυτό, εκτιμάται, θα τους στερήσει δυνατότητα δανεισμού ρευστότητας περίπου 15 δισ. ευρώ, εφόσον οι ελληνικές τράπεζες υποβαθμιστούν από όλους τους οίκους αξιολόγησης στη βαθμίδα του ελληνικού Δημοσίου. Για το λόγο αυτό είχε προγραμματισθεί και εγκριθεί η παροχή επιπλέον εγγυήσεων στις ελληνικές τράπεζες 30 δισ. ευρώ. Συνολικά, από το 2009 μέχρι σήμερα, οι ελληνικές τράπεζες έχουν δεχθεί πακέτα στήριξης ύψους 82 δισ. ευρώ, ενώ από την ΕΚΤ έχουν δανεισθεί περίπου 95 δισ. ευρώ. Επίσης, έχουν γίνει κι άλλες προληπτικές κινήσεις, όπως διασφάλιση γραμμών πιστώσεων στη διατραπεζική, «ανταλλαγές» ιδιωτικών ομολογιών με κρατικά ομόλογα κλπ.
Δεύτερον, η υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής οικονομίας «μειώνει» αναλογικά την αξιοπιστία των ελληνικών τραπεζών. Αυτό αυξάνει το κόστος με το οποίο μπορούν να βρίσκουν χρήματα. Δηλαδή γίνεται πιο ακριβό το κόστος χρήματος. Ετσι θα αναγκάζονται να δίνουν υψηλότερο επιτόκιο σε όποιους τις δανείζει, είτε είναι άλλη τράπεζα είτε είναι καταθέτης.
Τρίτον, όσο μειώνεται η ρευστότητα ή γίνεται πιο ακριβή, τόσο κλείνουν οι στρόφιγγες του δανεισμού. Με άλλα λόγια, η υποβάθμιση σημαίνει λιγότερα και ακριβότερα δάνεια.
Οι επιτώσεις
Επομένως, η υποβάθμιση αυτή σημαίνει:
α) Αύξηση επιτοκίων για τους καταθέτες, αλλά και για τους δανειολήπτες. H αύξηση αυτή μπορεί να είναι κατά το επόμενο διάστημα, ίσως, της τάξης της 1 ποσοστιαίες μονάδας.
β) Χορήγηση λιγότερων δανείων (στεγαστικά, καταναλωτικά, επιχειρηματικά).
γ) Περαιτέρω περικοπές λειτουργικού κόστους από τις τράπεζες (απολύσεις, αναδιάρθρωση δικτύου κλπ).
Σε συνεργασία με το site eranistis.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr