Ο Ειδικός Γραμματέας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους του υπ. Οικονομικών, Φώτης Κουρμούσης, ανέλυσε τους άξονες της κυβερνητικής πολιτικής που λειτουργούν με διττό τρόπο. Πρώτον, προωθείται το θεσμικό πλαίσιο για ταχύτερη και αποτελεσματικότερη ρύθμιση οφειλών, εξασφαλίζοντας διαφάνεια, στήριξη στους ευάλωτους και εξυπηρέτηση των συμφερόντων οφειλετών και πιστωτών. Σε αυτό το πλαίσιο κινήθηκε ο νέος πτωχευτικός νόμος, η νέα νομοθεσία σχετικά με τον κώδικα πολιτικής δικονομίας για τους πλειστηριασμούς, αλλά ο προωθούμενος Φορέας Απόκτησης και Επαναμίσθωσης πρώτης κατοικίας ευάλωτων νοικοκυριών. Δεύτερον, προωθούνται δράσεις, όπως η ψηφιοποίηση και η ενοποίηση βάσεων δεδομένων που ενισχύουν τη διαφάνεια και την αξιοπιστία της αγοράς, συμβάλλοντας στο βάθος της αγοράς, αλλά και στην αύξηση της ζήτησης και, επομένως, των τιμών. Όπως σημείωσε, τα επόμενα 2-3 έτη, η ψηφιοποίηση και η διαθεσιμότητα δεδομένων για την ελληνική αγορά ακινήτων θα κινείται στο μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στο θέμα της υπερπροσφοράς ακινήτων από τους πλειστηριασμούς, ο κ. Κουρμούσης αποκάλυψε ότι βάσει των διαθέσιμων στοιχείων, δεν αναμένονται περισσότεροι από 3.000-5.000 πλειστηριασμοί ακινήτων πρώτης κατοικίας το χρόνο, με ένα μεγάλο μέρος να απορροφάται από τον Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης. Μάλιστα, ανέφερε ότι πρόκειται να γίνουν περισσότερα από 40 έργα ψηφιοποίησης άνω των 2 δισ. ευρώ που θα αφορούν ευρύτερα την αγορά ακινήτων. Η κυρία Έλλη Κακούλλου, βοηθός γενικής διεύθυνσης του Real Estate Group της Εθνικής Τράπεζας σημείωσε ότι αυτή τη στιγμή δρομολογείται μία μεγάλη αλλαγή σε δύο επίπεδα. Κατ’ αρχήν, οι τράπεζες δεν διαχειρίζονται πλέον ακίνητα. Ύστερα από τις τεράστιες τιτλοποιήσεις κόκκινων δανείων, η διαχείριση και η αξιοποίηση πλέον περνά στους διαχειριστές δανείων και ακινήτων, οι οποίοι έχουν την τεχνογνωσία και τα εργαλεία να μεγιστοποιήσουν τις αποδόσεις. Επιπλέον, η ψηφιοποίηση, το σταθερό και σύγχρονο νομοθετικό περιβάλλον που απέκτησε πρόσφατα η Ελλάδα, σε συνδυασμό με την υψηλή ρευστότητα και τις μεγάλες επενδύσεις εν όψει Ταμείου Ανάκαμψης, αντισταθμίζουν τις πιέσεις από την προσφορά, καθώς ενισχύουν τη ζήτηση. Εξάλλου, όπως συμπλήρωσε η ίδια, η προσφορά ακόμα παραμένει μικρή και δεν ικανοποιεί τη ζήτηση, τονίζοντας παράλληλα και τον μεγάλο χρόνο ωρίμανσης για ένα ακίνητο μέχρι να πάρει το δρόμο του πλειστηριασμού. Για παράδειγμα, πριν από μερικά χρόνια, απαιτούνταν 2-3 έτη, ενώ σήμερα λιγότερο από 1 έτος. Στο θέμα της ωρίμανσης και της προσφοράς ακινήτων από πλειστηριασμούς αναφέρθηκε και ο κ. Ιωάννης Γκάνος, Γενικός Διευθυντής Alpha Real Estate Management & Investments. Εξήγησε ότι σήμερα η ζήτηση είναι μεγαλύτερη της προσφοράς, προσθέτοντας ότι από τους επαγγελματίες του χώρου δίνεται προσοχή σε ό,τι αφορά στη ροή ακινήτων προς διάθεση για να μην πιεστούν οι τιμές. Παράλληλα, αναφέρθηκε σε τομείς που επιδέχονται βελτιώσεις ώστε να αναπτυχθεί η ελληνική αγορά περαιτέρω, όπως η μεγαλύτερη διαφάνεια και διαθεσιμότητα στοιχείων ακόμα και στους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς ή την πληρωμή δημοτικών τελών που δεν γίνονται ψηφιακά. Είναι θέμα κουλτούρας, ανέφερε, αλλά το ενθαρρυντικό είναι ότι η κυβέρνηση προχωρά στον εκσυγχρονισμό και στη δημοσιοποίηση των δεδομένων. Σε ό,τι αφορά στις τάσεις της αγοράς, ο κ. Γκάνος είπε χαρακτηριστικά ότι βρισκόμαστε στη φάση της εκτίναξης και ότι δεν υπάρχει καμία φούσκα. Στα μεγάλα βήματα προς τις ώριμες αγορές που προσελκύει πλέον μακροπρόθεσμους θεσμικούς επενδυτές αναφέρθηκε ο κ. Γεώργιος Μαντζαβίνος, Managing Director της Q Real Estate Services. Όπως εξήγησε, έχουν αλλάξει τα δεδομένα και το οικονομικό μοντέλο. Η ελληνική αγορά και η ελληνική οικονομία αναβαθμίζονται και οι ξένοι πλέον βλέπουν την Ελλάδα ως έναν προορισμό για τα επόμενα 10-20 χρόνια. Επιπλέον, οι επαγγελματίες του χώρου θα ανακαινίζουν και θα αξιοποιούν ακίνητα προς ενοικίαση ή πώληση. Θα μπουν στην αγορά και επιπλωμένα ακίνητα, ενώ θα υπάρξουν ξένοι που θα προτιμήσουν να κατοικούν στην Ελλάδα, αλλά να εργάζονται με τηλεργασία για εταιρεία του εξωτερικού. Ο συνιδρυτής και γενικός διευθυντής της Hipoges, Hugo Velez, συνέκρινε την ελληνική αγορά ακινήτων με εκείνες της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, σημειώνοντας ότι θα πρέπει να γίνουν ακόμα πολλά ώστε να φτάσουμε στο επίπεδο διαφάνειας και δημόσιων στοιχείων, όπως στις ΗΠΑ και τη Βρετανία. Τόνισε το σημείο αυτό διότι θεωρεί ότι η διαφάνεια και τα δημοσίως προσβάσιμα δεδομένα είναι αυτά που αυξάνουν το βάθος μιας αγοράς και την προσέλκυση επενδυτών και, άρα, υψηλότερες τιμές. Για να γίνει αυτό, θα πρέπει να προχωρήσει η ψηφιοποίηση, αλλά θα πρέπει να συνεργαστούν όλοι οι εμπλεκόμενοι στην αγορά, αναφέροντας για παράδειγμα τους συμβολαιογράφους που επιμένουν ακόμα στο χαρτί. Συμπερασματικά, κοινή θέση των ομιλητών ήταν ότι οι μεταρρυθμίσεις και η ψηφιοποίηση του κράτους κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση, η σταθερότητα της νομοθεσίας αποτελεί κλειδί για την ανάπτυξη της αγοράς, οι μεγάλες επενδύσεις που έρχονται μέσα από το Ταμείο Ανάκαμψης, αλλά και αυτές που δρομολογούνται όπως το Ελληνικό, αποτελούν καταλύτες για την περαιτέρω άνοδο της αγοράς ακινήτων που θα απορροφήσει πιέσεις από την προσφορά των πλειστηριασμών. Τη συζήτηση συντόνισε ο Πάνος Χαραλαμπόπουλος, Managing Director SOLUM Property Solutions |