Αναλυτικά η ομιλία του Νίκου Ανδρουλάκη
«Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και κύριοι βουλευτές,
Η έξοδος από τα μνημόνια τον Αύγουστο του 2018 επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και στη συνέχεια, η έξοδος από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας τον Αύγουστο του 2022, επί κυβέρνησης Νέας Δημοκρατίας, γέννησε ευλόγως στην ελληνική κοινωνία την ελπίδα ότι οι καταναγκασμοί της προηγούμενης περιόδου έλαβαν τέλος,
Όμως, αυτή η δύσκολη περιπέτεια της οικονομικής κρίσης δεν φέρνει τη χώρα και τον λαό της σε μια καλύτερη θέση γι’ αυτό υπάρχει πάρα πολύ μεγάλη απογοήτευση και απελπισία.
Σήμερα λοιπόν ας κάνουμε μία αποτίμηση. Είναι στα αλήθεια ισχυρή η ελληνική οικονομία; Το πιο ασφαλές κριτήριο είναι να δούμε την αγορά εργασίας, δηλαδή, τις θέσεις εργασίας που δημιουργούνται και τους μισθούς που προσφέρονται. Αναφορικά με το πρώτο, έχουμε τη δεύτερη υψηλότερη ανεργία μεταξύ των 27 της ΕΕ. Όσον αφορά τους μισθούς, τα στοιχεία από την ΕΡΓΑΝΗ είναι καταλυτικά: Πάνω από το 50% των μισθωτών στον ιδιωτικό τομέα αμείβονται έως 800 ευρώ τον μήνα καθαρά, το 70% των μισθωτών έως 950 ευρώ τον μήνα, ενώ μόνο ένας στους δέκα έχει μισθό πάνω από 1.450 ευρώ και μόλις το 3,63% των μισθωτών πάνω από 2.025 καθαρά. Με άλλα λόγια, η μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων δεν έχει καμία προοπτική ευημερίας στον τόπο.
Παράλληλα, οι δομικές αδυναμίες του αναπτυξιακού υποδείγματος παραμένουν μετά τα μνημόνια κολοσσιαίες. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στο πεντάμηνο του έτους αυξήθηκε κατά 1,7 δισ. ευρώ σε σχέση με πέρυσι και διαμορφώθηκε στα 9,1 δισ. ευρώ. Σε αυτό το πλαίσιο, συζητάμε σήμερα για το νομοσχέδιο του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, το γνωστό «Υπερταμείο», που συνιστά για τη νεότερη πολιτική ιστορία του τόπου ένα μνημείο υποτέλειας και παραχώρησης εξαιρετικά σημαντικών βαθμών κυριαρχίας στους πιστωτές. Ένα μνημείο υποκρισίας και ανευθυνότητας που οικοδόμησαν και υπηρετούν τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και η Νέα Δημοκρατία.
Είναι απορίας άξιο ότι δεν βλέπετε ότι αυτή η πολιτική καθηλώνει τη χώρα στη στασιμότητα μακροπρόθεσμα. Πρόκειται για το τέλος των αντιμνημονιακών ψευδαισθήσεων για τον ΣΥΡΙΖΑ και της αρχής των αναπτυξιακών ψευδαισθήσεων για τη Νέα Δημοκρατία, που προσπαθεί, σήμερα, να μας πείσει ότι η δημιουργία μιας ακόμα θυγατρικής ουσιαστικά -«Εθνικό Επενδυτικό Ταμείο» το βαφτίζει…- με 300 εκατομμύρια κεφάλαιο, θα συμβάλλει ραγδαία στην ανάπτυξη της χώρας. Αφού προηγουμένως, η κυβέρνηση σπατάλησε την ιστορική ευκαιρία για τη χώρα μας για αλλαγή του παραγωγικού προτύπου αποτυγχάνοντας παταγωδώς να αξιοποιήσει σωστά και στοχευμένα τα 36 δισεκατομμύρια από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Σήμερα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι χρήσιμο να ειπωθούν ορισμένες αλήθειες σαν ψηφίδες εθνικής αυτογνωσίας, με αφορμή και τη συμπλήρωση 50 ετών από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας.
Η υπαγωγή όλων των δημοσίων επιχειρήσεων στο λεγόμενο Υπερταμείο για μία περίοδο κηδεμονίας 99 ετών, προσέδωσε στην ελληνική οικονομία χαρακτηριστικά εξάρτησης που είναι ασύμβατα με την ελευθερία των επενδύσεων και το καθεστώς διαφάνειας που απαιτείται για να προσελκυστούν ξένα κεφάλαια. Η πολιτική αυτή φέρει φαρδιά πλατιά την υπογραφή της κυβέρνησης Τσίπρα – Καμμένου, έπειτα από το καταστροφικό πρώτο εξάμηνο του 2015. Πρόκειται για αίτημα που είχε επαναληφθεί από τους πιστωτές της χώρας -για να τα θυμόμαστε όλα- και τον Φεβρουάριο του 2011, όταν απορρίφθηκε δίχως σκέψη από την τότε Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ.
Προκειμένου, μάλιστα, να συντελεστεί στην κυριολεξία η υποθήκευση και ο έλεγχος της Δημόσιας Περιουσίας στους δανειστές η τότε κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου αποδέχτηκε και την απαίτησή τους να ελέγχουν τη διοίκηση του Ταμείου. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, το 2018 η τότε κυβέρνηση αποδέχτηκε το αίτημα της διοίκησης του Υπερταμείου που ζητούσε να μεταφερθούν στην «Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου Α.Ε.» -θυγατρική του εταιρεία-, άλλα 10.119 ακίνητα κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου. Η τότε Κυβέρνηση ενήργησε ερήμην των τοπικών κοινωνιών και προσπάθησε μάλιστα να αποκρύψει το γεγονός, καθώς η ιταμή αυτή ενέργεια όχι μόνο δεν τερμάτιζε τον κύκλο των μνημονίων, αλλά τον διαιώνιζε.
Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, όχι μόνο καταψήφισε και στηλίτευσε όλες τις ανωτέρω διατάξεις για την εκχώρηση της Δημόσιας Περιουσίας, αλλά με πρόταση νόμου που κατέθεσε στις 13/11/2018 πρότεινε, μεταξύ άλλων, την ανάκτηση από την Ελληνική Δημοκρατία του ελέγχου της Δημόσιας Περιουσίας, πάντα ως προϋπόθεση για την αξιοποίησή της, προς όφελος της ανάπτυξης, των επενδύσεων και της κοινωνικής συνοχής.
Προτείναμε, συγκεκριμένα, το Εποπτικό Συμβούλιο του Υπερταμείου να ορίζεται από τον Υπουργό Οικονομικών μετά από απόφαση της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής που εκδίδεται με πλειοψηφία των 3/4 των μελών της, στα πρότυπα της διαδικασίας επιλογής των προσώπων που στελεχώνουν τις ανεξάρτητες αρχές. Με αυτόν τον τρόπο θα εξασφαλίζεται η μέγιστη δυνατή δημοκρατική νομιμοποίηση των προσώπων που θα διαχειρίζονται τη Δημόσια Περιουσία. Γι’ αυτό τον λόγο, η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ καταθέτει επικαιροποιημένη τη σχετική τροπολογία. Ιδού η Ρόδος. Αν θέλετε να υπάρχει πραγματική ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας, ας ψηφίσετε την συγκεκριμένη τροπολογία.
Ο κ. Μητσοτάκης δήλωνε το 2016 πως το Υπερταμείο συνιστά μία άνευ προηγουμένου απώλεια εθνικής κυριαρχίας. (…) που δεν θα λογοδοτεί στο εθνικό Κοινοβούλιο, που θα ελέγχεται ουσιαστικά από ευρωπαϊκούς θεσμούς, (…) άρα, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να γίνει αποδεκτή…, όλες αυτές τις δηλώσεις τις έχει ξεχάσει ο κ. Μητσοτάκης όπως ξέχασε και πολλές από τις δεσμεύσεις που έδινε προεκλογικά. Όχι μόνο δεν κατάργησαν τους όρους υποτέλειας του Υπεραμείου, αλλά το μετέτρεψαν πλήρως σε Ταμείο Εκποίησης της Δημόσιας Περιουσίας και ενίσχυσαν την αδιαφάνεια στη λειτουργία του.
Έρχεται σήμερα η κυβέρνηση, με το υπό ψήφιση νομοσχέδιο, να «εκσυγχρονίσει» περαιτέρω τον ρόλο του Υπερταμείου. Με ποιον τρόπο; Βαφτίζοντας το κρέας ψάρι. Με το νομοσχέδιο, η κυβέρνηση δήθεν αλλάζει πολλά, για να τα αφήσει ακριβώς ίδια.
Μετονομάζει το πενταμελές Εποπτικό Συμβούλιο σε «Συμβούλιο Εταιρικής Διακυβέρνησης», με μικρότερο ρόλο στις πράξεις καθημερινής διοίκησης αλλά με διατήρηση του καθοριστικού ρόλου των πιστωτών. Οι αποφάσεις θα λαμβάνονται με πλειοψηφία τουλάχιστον τεσσάρων μελών από τα πέντε – δύο εκ των οποίων εκπροσωπούν τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Ότι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί μπορούν να μπλοκάρουν την οποιαδήποτε απόφαση.
Προωθεί επίσης την απορρόφηση του Τ.Χ.Σ. και του Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ. από το Υπερταμείο, αφού πρώτα ξεπούλησε άρον άρον τις περισσότερες συμμετοχές του Δημοσίου στις τράπεζες, με συνέπεια το ΤΧΣ να έχει σωρευμένες ζημιές 37 δισεκατομμυρίων ευρώ. Προωθεί τον εκσυγχρονισμό, σύμφωνα με το «μοντέλο ΔΕΗ», του πλαισίου λειτουργίας οχτώ θυγατρικών εταιρειών του, διευκολύνοντας τις προσλήψεις με τη μικρότερη δυνατή εμπλοκή του ΑΣΕΠ, απελευθερώνει τις αμοιβές για «ημετέρους» και Golden Boys και συγχρόνως καταπατώντας εργασιακά δικαιώματα εργαζομένων. Άρα ποιοι κερδίζουν; Τα Golden Boys, όπως και στη ΔΕΗ.
Οι ομιλητές μας ανέλυσαν διεξοδικά τα παραπάνω θέματα και δεν θα επεκταθώ άλλο.
Θα ήθελα να σταθώ στο Εθνικό Επενδυτικό Ταμείο, που θα λειτουργεί ως θυγατρική του Υπερταμείου. Το προικοδοτείτε μάλιστα με 300 εκατομμύρια ευρώ, που προέρχονται από την εισφορά του Δημοσίου στο Υπερταμείο, στο πλαίσιο της επιστροφής των συμμετοχών του τελευταίου στην ΕΥΔΑΠ και την ΕΥΑΘ στο Δημόσιο. Με άλλα λόγια, το Δημόσιο πληρώνει για την περιουσία που του επιστρέφεται. Τόσο έξυπνο.
Πώς είναι δυνατόν να υποστηρίζετε, κύριοι της κυβέρνησης, ότι με το παρόν νομοσχέδιο αυξάνεται ο βαθμός ευελιξίας και αυτονομίας του Υπερταμείου, όταν οι πιστωτές ζήτησαν αντίτιμο για τη μεταβίβαση της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ, ενώ οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν προέβλεπαν αντάλλαγμα;
Για να υλοποιηθεί αυτή η «αλχημεία», πραγματοποιήθηκε η αποτίμηση της αξίας των συμμετοχών στις εταιρείες ύδρευσης στο ποσό των 600 εκατομμυρίων. Αλλά αξιόπιστη αποτίμηση για τη συνολική αξία του χαρτοφυλακίου του Υπερταμείου, η οποία παραμένει οιονεί εγγύηση για τα δάνεια που έχει λάβει η χώρα, δεν υπάρχει.
Πέραν, όμως, από το ζήτημα του αρχικού κεφαλαίου του νέου Επενδυτικού Ταμείου, υπάρχει ένα ακόμα βασικό πολιτικό ερώτημα:
Το Υπερταμείο, έως σήμερα, δεν έχει επιδείξει κάτι σημαντικό, αναφορικά με την αναπτυξιακή δυναμική των δημόσιων οργανισμών και επιχειρήσεων που έχει στο χαρτοφυλάκιό του.
Εφόσον λοιπόν δεν το έχει πράξει έως τώρα, για ποιον λόγο να πιστέψουμε ότι θα το κάνει στο μέλλον;
Τι ακριβώς φτιάχνετε; Μια νέα γραφειοκρατία που θα αναθέτει εκατομμύρια για μελέτες σε ξένους επενδυτικούς οίκους και συμβούλους; Μόνο το 2023 δαπανήσατε 5 εκατομμύρια ευρώ σε συμβουλευτικές υπηρεσίες. Πόσο θα φτάσουν τα επόμενα χρόνια; Στα 20 εκατομμύρια;
Διαβάζουμε πως το Επενδυτικό Ταμείο θα επενδύει σε κλάδους αιχμής της ελληνικής οικονομίας. Εδώ προκύπτει αβίαστα το ερώτημα. Πέντε χρόνια, τώρα, τι κάνατε; Τι κάνατε για να έχουμε αναπτυξιακή πνοή; 36 δισεκατομμύρια από το Ταμείο Ανάκαμψης δεν σας αρκούσαν για να επενδύσετε σε υποδομές όπως τα δίκτυα ενέργειας, ο σιδηρόδρομος, η πράσινη μετάβαση και ο ψηφιακός μετασχηματισμός; Εφόσον, λοιπόν, σπαταλήσατε αυτή την ιστορική ευκαιρία για τον εκσυγχρονισμό της χώρας με 36 δισεκατομμύρια, τώρα ξαφνικά θα το υλοποιήσετε με 300 εκατομμύρια; Όλα αυτά νομίζω ότι δεν στέκουν.
Εδώ, οι ίδιοι οι διοικούντες του Υπερταμείου δεν έχουν γνώση ούτε πόσα ακίνητα έχει η Εταιρεία Ακινήτων του Δημοσίου στο χαρτοφυλάκιό της. Άλλα έλεγαν παλαιότερα και άλλα έπειτα από ερώτησή μας στη Βουλή.
Όλα εκ του προχείρου, δίχως μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχέδιο για τη βιώσιμη ανταγωνιστική ανάπτυξη της χώρας. Αυτό τελικά δεν είναι Growth-fund, αλλά Μαξίμου-Fund! Όπως με τα περισσότερα τα οποία σχεδιάζετε.
Για εμάς, σημασία θα είχε o πακτωλός των χρημάτων του Ταμείου Ανάκαμψης να περάσει μέσα από έναν ισχυρό δημόσιο πυλώνα, ο οποίος θα είχε ρόλο και λόγο στην αναπτυξιακή-επενδυτική πορεία της οικονομίας. Ήταν συνειδητή πολιτική σας επιλογή να διοχετεύσετε το δανειακό σκέλος του Ταμείου Ανάκαμψης αποκλειστικά για ιδιωτικές επενδύσεις και μάλιστα μέσω των τραπεζών. Αυτήν την επιλογή σας θα την πληρώσουμε ακριβά. Οι αποφάσεις για το ποιες επενδύσεις θα χρηματοδοτηθούν εναπόκεινται αποκλειστικά στα τραπεζικά ιδρύματα. Κανένας λόγος από το Δημόσιο.
Άλλες χώρες όμως, όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία, έδωσαν κάποια δάνεια στις τράπεζες αλλά διαχειρίστηκαν ένα μεγάλο μέρος των δανείων αποκλειστικά μέσω δημόσιων χρηματοπιστωτικών οργανισμών, με σκοπό την κατεύθυνση πόρων για ευρύτερους σκοπούς, όπως οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δεν μπορούν να δανειστούν από τις τράπεζες και η στεγαστική πολιτική, που έχω θέσει πολλές φορές.
Η δική μας θέση ήταν και είναι ξεκάθαρη.
Η ενδεδειγμένη λύση θα ήταν -σε συμφωνία με την ΕΕ- η μετεξέλιξη της Αναπτυξιακής Τράπεζας σε ένα Ταμείο Εθνικού Πλούτου, το οποίο θα λειτουργεί ως ενιαίος αναπτυξιακός φορέας για όλη την επικράτεια, χωρίς την γραφειοκρατική δομή του υφιστάμενου συστήματος. Σε αυτό το πλαίσιο θα μπορούσε να υπαχθεί και το Υπερταμείο, τερματίζοντας το καθεστώς μακροχρόνιας κηδεμονίας.
Μέσα από τον μετασχηματισμό του σε έναν ουσιαστικό φορέα για τη χρηματοδότηση μακροχρόνιων επενδύσεων για τη μελλοντική στήριξη της οικονομίας αλλά και τη στήριξη του ασφαλιστικού συστήματος για την νέα γενιά.
Και όχι να περιοριζόμαστε σε έναν φορέα που είναι απλός φορέας συστηματικής αποπληρωμής μέρους του δημόσιου χρέους.
Κάτι σχετικό γίνεται και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αυτά που λέμε, λοιπόν, δεν είναι μόνο προτάσεις δικές μας. Έχουν υλοποιηθεί σε άλλα κράτη με συγκεκριμένα αποτελέσματα. Η κυβέρνηση του Εργατικού Κόμματος στο Ηνωμένο Βασίλειο προωθεί τη δημιουργία Εθνικού Ταμείου Πλούτου, το οποίο θα υπάγεται στην κρατική Τράπεζα Υποδομών του Ηνωμένου Βασιλείου. Στα πρότυπα αντίστοιχων κρατικών Ταμείων, όπως αυτά της Γαλλίας, της Γερμανίας και του Καναδά.
Αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι Ευρωπαίοι σοσιαλιστές έχουμε θέσει προτάσεις και έχουμε ταχθεί υπέρ ενός Ταμείου Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κυριαρχίας που θα ενισχύσει τη στρατηγική αυτονομία της Ένωσης και κυρίως τις αδύναμες οικονομίες. Υπάρχουν, λοιπόν, πολλές προτάσεις που μπορούμε να αξιοποιήσουμε.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Για το ΠΑΣΟΚ, ο χαρακτήρας του Υπερταμείου και οι όροι λειτουργίας του ήταν και είναι πρωτοφανείς για μια ευρωπαϊκή οικονομία του 21ου αιώνα.
Εμείς μιλάμε γενικότερα για ένα ριζικά διαφορετικό υπόδειγμα οικονομικής πολιτικής, για έναν νέο ρόλο του Κράτους στο σύγχρονο περιβάλλον των παγκόσμιων ανακατατάξεων, των παγκόσμιων προκλήσεων και των πολυκρίσεων. Για αυτό, λοιπόν, πρέπει να πάρουμε γενναίες αποφάσεις.
Ο ρόλος και η σημασία του κράτους και των κανόνων που βάζει, είναι πολύ σημαντική και επανέρχεται στο προσκήνιο σε όλο τον δυτικό κόσμο για να διασώσει τις οικονομίες, να προσφέρει δημόσια αγαθά και υπηρεσίες στους πολίτες και να εγγυηθεί τη διαφάνεια, την αποτελεσματική μετάβαση στην πράσινη και ψηφιακή εποχή, για να υπάρχει δίκαιη και βιώσιμη ανάπτυξη.
Η αύξηση του αριθμού των κρατικών επενδυτικών ταμείων παγκοσμίως, τα επίπεδο ρεκόρ δημόσιου χρέους και οι υψηλές κρατικές δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ στις περισσότερες οικονομίες του δυτικού κόσμου πιστοποιούν αυτήν τη νέα πραγματικότητα.
Σήμερα, κεντρικό πολιτικό ζήτημα είναι το νέο στρατηγικό σχέδιο ανάπτυξης όλων των ευρωπαϊκών κρατών και κυρίως των πιο ευάλωτων οικονομιών.
Για αυτό εμείς στεκόμαστε απέναντι σε πολιτικές εκποίησης των δημόσιων περιουσιακών στοιχείων, που οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στη διαμόρφωση καρτέλ και ολιγοπωλίων ισχυρών οικονομικών παικτών στις ευρωπαϊκές οικονομίες που ελέγχουν κρίσιμους πόρους και τομείς της εθνικής οικονομίας.
Σε αυτό πλαίσιο, το νέο κοινωνικό συμβόλαιο της Μεταπολίτευσης θα πρέπει να έχει στον πυρήνα του την αναβάθμιση όλων των παραμέτρων της κρατικής ισχύος στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο.
Η αναβάθμιση αυτή δεν αφορά μόνο τον τομέα της άμυνας και των εξοπλισμών, αλλά κυρίως την αναδιάταξη και τον εκσυγχρονισμό της παραγωγικής βάσης της χώρας. Προς αυτή την κατεύθυνση, θα μπορούσε να συμβάλλει καθοριστικά ένα πραγματικό Εθνικό Ταμείο Πλούτου, όπως αυτό που σας περιέγραψα. Που θα αποτελεί βασικό μοχλό για τη χρηματοδότηση μακροχρόνιων επενδύσεων, που θα κάνουν ανθεκτική την οικονομία με κοινωνική συνοχή, προοπτική και ευημερία για όλες τις γενιές και ιδιαίτερα για τους νεότερους ανθρώπους.
Θέλω, κλείνοντας την τοποθέτησή μου για το Υπερταμείο, κ. Χατζηδάκη, να τοποθετηθώ και για το υπερθράσος του συνάδελφού σας κ. Άδωνι Γεωργιάδη.
Σας απευθύνομαι ως ομοιοπαθής. Εσείς θα ακολουθήσετε τη συμβουλή του συναδέλφου σας, κ. Γεωργιάδη, και θα ζητήσετε γονυπετής συγγνώμη από τον κ. Δημητριάδη;
Πραγματικά θα ήθελα μία απάντηση σε αυτό».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr