Ο Σ.Φάμελλος τόνισε ότι το βασικό ζήτημα που αντιμετωπίζουμε είναι ότι η Ελληνική Πολιτεία, στην πλειοψηφία των κυβερνήσεων της μεταπολίτευσης, απέδειξε ότι δεν αντέχει το σχεδιασμό και τους κανόνες: «Αποδείχθηκε ότι δεν αντέχουμε τη διαφάνεια, την ισοτιμία και το κράτος δικαίου. Και αυτό ισχύει και για το περιβάλλον. Ενώ το Σύνταγμα του 1975, οι νόμοι 1650/1986 και 998/1979 και το ευρωπαϊκό περιβαλλοντικό κεκτημένο μας έδωσαν σοβαρές δυνατότητες για να λύσουμε θέματα ανάπτυξης, ποιότητας ζωής αλλά και δημοκρατίας, μέσα σε ένα πλαίσιο σχεδιασμού και κράτους δικαίου. Αυτό στον τομέα της νομοθεσίας περιβάλλοντος σημαίνει να έχουμε δασικούς χάρτες, κτηματολόγιο, προεδρικά διατάγματα για τις περιοχές του δικτύου Natura 2000, οριοθέτηση ρεμάτων και αιγιαλού και ιδίως χωροταξικό σχεδιασμό. Η πολιτική ηγεσία όμως έχει αποδειχθεί αδύναμη, μπροστά σε εκλογικές και ψηφοθηρικές πιέσεις, να κάνει τις μεταρρυθμίσεις που θα μας κάνουν πραγματικά Ευρώπη. Και αυτό φαίνεται πολύ πιο έντονα σήμερα», υπογράμμισε.
Αναφερόμενος ιδιαίτερα στο θέμα των Ειδικών Περιβαλλοντικών Μελετών και των Προεδρικών Διαταγμάτων για τις περιοχές Natura 2000, ο Σ.Φάμελλος τόνισε ότι ακόμη και σήμερα αυτές οι μελέτες δεν έχουν ολοκληρωθεί: «Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ εντός μνημονίου βρήκε τους πόρους για να χρηματοδοτήσει τις μελέτες και τις συμβασιοποίησε το 2019. Οι μελέτες έπρεπε να είχαν τελειώσει σε δυο χρόνια το πολύ και να γίνει ουσιαστική διαβούλευση. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας επέλεξε να τις καθυστερήσει, για να μην υπάρχουν όροι και κανόνες στις προστατευόμενες περιοχές, ενώ εντωμεταξύ η χώρα καταδικάστηκε από το Ευρ. Δικαστήριο το 2020! Προσπαθήσαμε να επιλύσουμε εκκρεμότητες δεκαετιών και αυτές παραμένουν εκκρεμότητες τέσσερα χρόνια μετά. Αξίζει να σημειώσουμε ότι οι θεσμοί στις μνημονιακές υποχρεώσεις της χώρας δεν επέβαλαν μόνο δημοσιονομικά μέτρα, αλλά και πολλά μέτρα ευρωπαϊκών μεταρρυθμίσεων γιατί η Ελλάδα δεν τα προχωρούσε, όπως οι δασικοί χάρτες και το κτηματολόγιο. Και αυτό εγείρει ένα ερώτημα: πόσο πράγματι εραστές της Ευρώπης ήταν όσοι δήλωναν το 2015 ότι θέλουμε να μείνουμε στην Ευρώπη; Γιατί δεν προχωρούσαν τόσα χρόνια οι μεταρρυθμίσεις που είχαμε υποχρέωση έναντι της Ευρώπης; Αυτά είναι τα προβλήματα της ελληνικής πολιτικής σκηνής: πολλά λόγια αλλά δεν υλοποιείται σχεδόν τίποτα», υπογράμμισε.
Ο Σ.Φάμελλος στάθηκε επίσης ιδιαίτερα στην κατάργηση των αποκεντρωμένων, τοπικών, Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών και στην αντικατάστασή τους από έναν αθηνοκεντρικό Φορέα με έδρα την Αθήνα: «Για πρώτη φορά, το 2018, ιδρύθηκαν τοπικοί Φορείς Διαχείρισης και το σύνολο των περιοχών Natura 2000 της χώρας μας τέθηκε υπό καθεστώς διαχείρισης. Θέλαμε να ενσωματώσουμε τη λογική της τοπικής Αgenda 21 του ΟΗΕ, ώστε να έχουμε τη συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας στη διοίκηση των προστατευόμενων περιοχών, με στόχους που ήταν και περιβαλλοντικοί και αναπτυξιακοί. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν επέτρεψε να εφαρμοστεί ο νόμος του 2018. Και αυτό, ενώ το 2019 για πρώτη φορά είχαν ενταχθεί στον προϋπολογισμό οι χρηματοδοτήσεις των φορέων ώστε να μην είναι εξαρτημένοι από προσωρινές/ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις, και υπήρχε νομοθετικό πλαίσιο ώστε να στελεχωθούν μόνιμα και οι εργαζόμενοι να μην είναι πλέον συμβασιούχοι. Δηλαδή υπήρξε όλο το πλαίσιο και οι προϋποθέσεις να έχουμε φορείς περιβάλλοντος αποκεντρωμένους, βιώσιμους, με πόρους και με προσωπικό, χωρίς επισφάλεια, με συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών, με διοικητική και με οικονομική αυτοτέλεια. Δεν είναι περιβαλλοντικά ορθό να υπάρχει ένας φορέας αθηνοκεντρικός, με διοίκηση που διορίζεται από την εκάστοτε πολιτική ηγεσία, και η οποία ασκεί τα καθήκοντά της κεντρικά και με αδιαφάνεια, ιδιαίτερα όσον αφορά στις γνωμοδοτήσεις για την αδειοδότηση έργων στην περιφέρεια της Ελλάδας», επεσήμανε.
Κατόπιν, ερωτώμενος για το θέμα των αυθαιρέτων, ο Σ.Φάμελλος τόνισε ότι υπάρχει ξεκάθαρο θέμα πολιτικής βούλησης στα θέματα περιβάλλοντος, με παραδείγματα τις κατεδαφίσεις των αυθαίρετων ταβερνών στο Σχινιά το 2018 και το πρόγραμμα κατεδαφίσεων αυθαιρέτων που ξεκίνησε μετά την πλημμύρα στη Μάνδρα και στην ανατολική Αττική το 2019 επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Σε αντιδιαστολή ανέφερε ότι από τις πρώτες μέρες διακυβέρνησης η Νέα Δημοκρατία νομοθέτησε με τροπολογία βουλευτή της την αναστολή κατεδαφίσεων για τελεσίδικα κριθέντα ως κατεδαφιστέα αυθαίρετα σε αιγιαλό, ρέματα, ποτάμια και θάλασσα.
Τόνισε επίσης ότι η χρήση εξωτερικών συνεργατών και η μείωση προσωπικού των περιβαλλοντικών υπηρεσιών και γενικά του κράτους δεν είναι λύση: «Αν θέλουμε να συζητάμε για την επάρκεια της πολιτείας σε δύσκολους καιρούς, και ιδιαίτερα μπροστά στις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης, στις φυσικές καταστροφές, δεν γίνεται να έχουμε μία αδύναμη Πολιτεία κάνοντας outsourcing τις βασικές της λειτουργίες. Αυτό αδυνατίζει την πολιτεία. Από το 2018, από τον ΣΥΡΙΖΑ υπήρχε νομοθεσία για παρατηρητήρια δόμησης και πρόβλεψη για προσλήψεις 250 μηχανικών για ελέγχους. Αυτές οι προσλήψεις δεν έγιναν ποτέ. Έγινε κατόπιν η επιλογή το Υπουργείο να αναθέσει στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος να κάνει πολλές από τις υποχρεώσεις του, όπως την τακτοποίηση αυθαιρέτων, τις ηλεκτρονικές άδειες, τον πολεοδομικό σχεδιασμό, τον ψηφιακό χάρτη με τα γεωχωρικά δεδομένα, κλπ. Αποτέλεσμα και επιλογή της κυβέρνησης είναι η πολιτεία να παραμείνει αδύναμη. Όμως χρειαζόμαστε μια σύγχρονη και ισχυρή Πολιτεία. Χωρίς ισχυρή πολιτεία και χωρίς σχεδιασμό, θα ισχύει το «μπάτε σκύλοι αλέστε», τόνισε.
Όσον αφορά στο θέμα της παράκτιας ζώνης και του αιγιαλού, με αναφορά στο Πρωτόκολλο για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση της Παράκτιας Ζώνης στη Σύμβαση της Βαρκελώνης, ο Σ.Φάμελλος επεσήμανε τα επιπλέον πρόσφατα λάθη: «Από τη μια πλευρά η κυβέρνηση δεν κυρώνει τη Σύμβαση, από την άλλη πλευρά, ο νόμος που ψηφίστηκε χθες από τη Βουλή αφαίρεσε τα 30 μέτρα προστασίας, που ίσχυαν. Επιπλέον, το 2020, η κυβέρνηση επέλεξε με νόμο να αφαιρέσει την παράκτια ζώνη από το θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό. Άρα δεν προχώρησε ένα μέτρο προστασίας και επιπλέον αφαιρέθηκε μία ρύθμιση προστασίας του παράκτιου χώρου, και αυτό δεν αφορά μόνο τη δόμηση, αλλά και την προστασία των οικοσυστημάτων. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι τα Τοπικά Πολεοδομικά Σχέδια παρότι είχαν δρομολογηθεί επί ΣΥΡΙΖΑ, επανεκκίνησαν με αλλαγή της νομοθεσίας το 2020 με ορίζοντα δύο ετών και σήμερα μαθαίνουμε ότι οι μελέτες θα ολοκληρωθούν το νωρίτερο το 2025, το οποίο είναι και ξεκάθαρα απίθανο εφόσον έχουν ανατεθεί λίγες», επεσήμανε.
Για τη διαχείριση των απορριμμάτων και την ανακύκλωση, όπου οι επιδόσεις της χώρας μας είναι διαχρονικά χαμηλές, και οι παραβάσεις του ενωσιακού δικαίου συνεχίζονται ο Σ.Φάμελλος πρόσθεσε ότι επιπλέον του ελλείμματος πολιτικής βούλησης υπάρχει και το πρόβλημα της διαπλοκής των οικονομικών συμφερόντων. Αναφερόμενος ιδιαίτερα στο θέμα του σχεδιασμού απορριμμάτων και της υλοποίησης έργων επεσήμανε ότι από το 2019 και μετά η χώρα απέκτησε δύο Εθνικούς Σχεδιασμούς διαχείρισης απορριμμάτων και κανένα (!) Περιφερειακό Σχεδιασμό: «Υπάρχει απόλυτη ασυνέχεια και ασυνέπεια. Επί ΣΥΡΙΖΑ, σε δύο χρόνια, 2015 και 2016, μέσα σε μία πρωτοφανή κρίση, ολοκληρώσαμε και τον Εθνικό και τους Περιφερειακούς Σχεδιασμούς απορριμμάτων, και ξεκίνησε η χρηματοδότηση και η υλοποίηση των έργων αλλά και η στρατηγική για την κυκλική οικονομία. Τώρα ο νέος εθνικός σχεδιασμός της Νέας Δημοκρατίας περιλαμβάνει, ενάντια στην ευρωπαϊκή πορεία, την πρόβλεψη της καύσης προς ενεργειακή αξιοποίηση όλων των απορριμμάτων, αναστέλλοντας τη βασική προτεραιότητα της ΕΕ για τη διαλογή στην πηγή», επεσήμανε.
Τόνισε επίσης ότι πέραν των προβλημάτων της ιδιωτικοποίησης της διαχείρισης απορριμμάτων και της καύσης, ακόμη και των σύμμεικτων απορριμμάτων που εισήγαγε η Νέα Δημοκρατία στο σχεδιασμό, σήμερα αποκαλύπτονται και οικονομικά σκάνδαλα με παράνομη προμήθεια εξοπλισμού ανακύκλωσης, ύψους τουλάχιστον 150 εκατ. ευρώ, τα οποία πλέον ελέγχει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή: «Το 2018 η Ελλάδα ήταν από τις πρώτες χώρες που κατέθεσαν στρατηγική για την κυκλική οικονομία στην Ευρώπη. Όμως η νέα κυβέρνηση και η χώρα για μια ακόμη φορά δεν ανταποκρίθηκαν στην ανάγκη μιας μεγάλης μεταρρύθμισης. Γιατί σήμερα 6 χρόνια μετά, έχουμε χάσει πάλι το δρόμο στη διαχείριση των απορριμμάτων και οι δείκτες έχουν μείνει πίσω γιατί οι προτεραιότητες της κυβέρνησης είναι τα ΣΔΙΤ, η καύση ακόμα και των σύμμεικτων απορριμμάτων και τα προβλήματα σκανδάλων στην ανακύκλωση που ελέγχει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Δυστυχώς η εμπλοκή των οικονομικών συμφερόντων στη διαχείριση απορριμμάτων και ειδικά στην ανακύκλωση σταμάτησε την πορεία προς την κυκλική οικονομία», σημείωσε.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr