Παρ’ όλο που στην έκθεση αναγνωρίζεται ότι η κυβέρνηση έλαβε μέτρα «για την διερεύνηση, τη δίωξη και την επιβολή ποινών σε αξιωματούχους που διέπρατταν παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή εμπλέκονταν σε υποθέσεις διαφθοράς, είτε στις δυνάμεις ασφαλείας είτε αλλού στην κυβέρνηση», ταυτόχρονα υπογραμμίζεται και η «αποτυχία της κυβέρνησης να διερευνήσει αποτελεσματικά τις καταγγελίες για καταχρηστικές αστυνομικές πρακτικές και επαναπροωθήσεις μεταναστών, καθώς και να ζητήσει την απόδοση ευθυνών γι’ αυτούς που κρίθηκαν υπαίτιοι».
Στην έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ γίνεται λόγος και για αναφορές σχετικά με την κακομεταχείριση και κακοποίηση από την αστυνομία μελών φυλετικών και εθνοτικών μειονοτικών ομάδων, μεταναστών, αιτούντων άσυλο, διαδηλωτών και Ρομά. Για τον λόγο αυτό, επισημαίνεται ότι μέσω δημοσιευμάτων στα ΜΜΕ και μέσω των ΜΚΟ καταγγέλθηκαν περιστατικά βίαιης και επικίνδυνης συμπεριφοράς με την αστυνομία ή την συνοριοφυλακή να προσπαθεί να εμποδίσει μετανάστες και αιτούντες άσυλο να εισέλθουν στη χώρα.
Αστυνομική βία
Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ο Συνήγορος του Πολίτη, μέσω του Εθνικού Προληπτικού Μηχανισμού Διερεύνησης Αυθαίρετων Περιστατικών, έλαβε 288 καταγγελίες το 2021, οι περισσότερες από τις οποίες αφορούσαν την αστυνομία και σχετίζονταν με την προσβολή της ανθρώπινης ακεραιότητας, της υγείας ή της προσωπικής ελευθερίας. Περισσότερες από τις μισές καταγγελίες ανέφεραν καταχρηστική συμπεριφορά που έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια συλλήψεων, κρατήσεων και άλλων αστυνομικών επιχειρήσεων. Σε πολλές περιπτώσεις τα θύματα της αστυνομικής κακοποίησης ήταν ανήλικοι, νέοι, αλλοδαποί, μετανάστες ή αιτούντες άσυλο. Ορισμένες καταγγελίες ανέφεραν βίαιες απωθήσεις μεταναστών και αιτούντων άσυλο από την Ελληνική Αστυνομία ή το Λιμενικό Σώμα στα θαλάσσια και χερσαία σύνορα. Ο Συνήγορος του Πολίτη ανέφερε βελτιώσεις στην προθυμία των αρχών επιβολής του νόμου να συνεργαστούν, συμπεριλαμβανομένης της έναρξης πειθαρχικών ερευνών για τη συμπεριφορά της αστυνομίας και της ανταλλαγής ιατροδικαστικών εκθέσεων και βίντεο για την αξιολόγηση τους.
Υποκλοπές
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην περίπτωση των υποκλοπών, οι οποίες απαγορεύονται από το Σύνταγμα και τον νόμο. Η έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ στέκεται σε δύο περιπτώσεις υποκλοπών, αυτή του δημοσιογράφου Θ. Κουκάκη και του προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Ν. Ανδρουλάκη.
Χαρακτηριστικά περιγράφει: «Στις 11 Απριλίου, τα μέσα ενημέρωσης ισχυρίστηκαν ότι η κυβέρνηση χρησιμοποίησε κατασκοπευτικό λογισμικό Predator από τις 21 Ιουλίου έως τις 24 Σεπτεμβρίου 2021 για να παρακολουθεί τον ερευνητή δημοσιογράφο Θανάση Κουκάκη. Ο Κουκάκης υπέβαλε καταγγελία στην Ελληνική Αρχή για την Ασφάλεια των Επικοινωνιών και την Προστασία του Απορρήτου τον Αύγουστο του 2020, ισχυριζόμενος ότι το κινητό του τηλέφωνο παρακολουθούνταν- η αρχή διαπίστωσε ότι δεν υπήρχαν αποδείξεις παρακολούθησης. Στις 28 Μαρτίου, μια έκθεση από το Citizen Lab του Πανεπιστημίου του Τορόντο επιβεβαίωσε τις υποψίες του Κουκάκη. Ο Κουκάκης κατέθεσε καταγγελία στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στις 28 Ιουλίου. Ξεχωριστά, στις 26 Ιουλίου, ο Νίκος Ανδρουλάκης, αρχηγός του κεντροαριστερού κόμματος ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, υπέβαλε καταγγελία στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, ισχυριζόμενος ότι είχε βρει στο κινητό του τηλέφωνο κατασκοπευτικό λογισμικό Predator. Σύμφωνα με δημοσιεύματα των μέσων ενημέρωσης, η καταγγελία του προκάλεσε συζήτηση κεκλεισμένων των θυρών στη Βουλή, κατά την οποία ο επικεφαλής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών παραδέχθηκε ότι ο Κουκάκης και ο Ανδρουλάκης είχαν παρακολουθηθεί. Αρνήθηκε ότι είχε χρησιμοποιηθεί το λογισμικό Predator και υποστήριξε ότι η παρακολούθηση είχε διεξαχθεί νόμιμα με την κατάλληλη δικαστική άδεια. Η κυβέρνηση αρνήθηκε δημοσίως ότι αγόρασε ή χρησιμοποίησε το λογισμικό κατασκοπευτικής παρακολούθησης Predator. Στις 5 Αυγούστου, ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης έκανε δεκτές τις παραιτήσεις του προσωπάρχη του και του επικεφαλής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Στις 19 Σεπτεμβρίου, η κυβέρνηση ψήφισε νομοθεσία που απαιτεί κάθε κυβερνητική παραβίαση της ιδιωτικής ζωής των πολιτών να έχει προεγκριθεί τόσο από εισαγγελέα όσο και από εισαγγελέα εφετών. Στις 9 Δεκεμβρίου, η κυβέρνηση ψήφισε νομοθεσία που προβλέπει ελάχιστη ποινή φυλάκισης δύο ετών για τη χρήση, πώληση ή διανομή κατασκοπευτικού λογισμικού».
Αυτα είναι λίγα μόνο από τα στοιχεία της έκθεσης που αποτελεί καμπανάκι για τη χώρα μας.
Αναφορικά με την βία σε βάρος των γυναικών, η έκθεση αναφέρει ότι «Αν και οι αρχές γενικά εφάρμοζαν αποτελεσματικά το νόμο όταν αναφέρθηκαν τα εγκλήματα, ορισμένες ΜΚΟ δήλωσαν ότι οι αρχές επιβολής του νόμου δεν ανταποκρίθηκαν κατάλληλα σε επιζώντες που κατήγγειλαν ενδοοικογενειακή βία. Στις 31 Ιουλίου, μια γυναίκα στη Ζάκυνθο μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου από τον σύζυγό της μετά από μήνυση για ενδοοικογενειακή βία εναντίον του. Ο τοπικός Τύπος επέκρινε την αστυνομία επειδή άφησε τη γυναίκα απροστάτευτη. Τα μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι έως τις 30 Σεπτεμβρίου, 15 γυναίκες είχαν πεθάνει ως αποτέλεσμα ενδοοικογενειακής βίας κατά τη διάρκεια του έτους».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr