Πριν από έξι μήνες, διαβλέποντας την ισχυρή πιθανότητα ο π. Πούτιν να μετατρέψει σε όπλο το φυσικό αέριο και να κλείσει την στρόφιγγα προς την εξαρτημένη από το ρωσικό αέριο Ευρώπη, υπέβαλλα σχετική γραπτή ερώτηση προς την Κομισιόν μαζί με άλλους 8 συναδέλφους ευρωβουλευτές από σχεδόν όλες τις παρατάξεις του Κοινοβουλίου, συμπεριλαμβανομένων του Guy Verhofstad, του Andrius Kubilius και του Pierre Larrouturou.
Στην ερώτησή μας, υπενθυμίσαμε πως η Κομισιόν είχε την υποχρέωση εκτίμησης επικινδυνότητας βάσει των προβλέψεων του Κανονισμού για το ενδεχόμενο αναταραχής στην παροχή φυσικού αερίου στην ΕΕ και αν θα έμπαινε η Ένωση σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, όπως έγινε τελικά, μόλις την περασμένη Τετάρτη, με την ενεργοποίηση του άρθρου 122.
Πολύ φοβάμαι πως αυτή η πολύμηνη καθυστέρηση δεν θα είναι η μόνη. Οι χθεσινές εξαγγελίες μπορεί να είναι πλέον στη σωστή κατεύθυνση σε ό,τι αφορά την συνειδητοποίηση της κατάστασης και την ρεαλιστική ανάλυση για τις προθέσεις του π. Πούτιν, αλλά παραμένουν ημιτελείς, με ορίζοντα εφαρμογής τον Μάρτιο του 2023. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως οι πολίτες θα μείνουν εκτεθειμένοι σε έναν πολύ δύσκολο χειμώνα, με την ΕΕ να προσφέρει παυσίπονα αντί για πραγματικές λύσεις, παρότι επιτέλους παραδέχθηκε ότι η αγορά ενέργειας δεν λειτουργεί ορθά και υποσχέθηκε την εκ βάθρων μεταρρύθμισή της.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα και τη δημοσιονομική μας πραγματικότητα, θα έπρεπε να είχαμε ήδη λάβει τα μέτρα μας διαβλέποντας με τη σειρά μας τις καθυστερήσεις σε επίπεδο Κομισιόν. Το επιτελικό κράτος του 2019, μετά και την αποκάλυψη των υποκλοπών, απεδείχθη το απόλυτο πρωθυπουργοκεντρικό κράτος. Μετά τις τελευταίες εκλογές, επιβλήθηκε ένα μοντέλο διακυβέρνησης που στέρησε από την Ελλάδα το διάλογο, δηλαδή το σημαντικότερο εργαλείο για μία ικανή και αποτελεσματική αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, της πανδημίας, της ενεργειακής κρίσης, της ενεργειακής και μη φτώχειας με την οποία βρίσκεται αντιμέτωπη σχεδόν το σύνολο της χώρας.
Η υπερσυγκέντρωση εξουσιών στο Μαξίμου κάτω από ψευδείς δηλώσεις περί δήθεν αποκέντρωσης τους, ακύρωσε κάθε ευκαιρία συνεννόησης και διαλόγου των πολιτικών δυνάμεων μεταξύ τους, με την κοινωνία των πολιτών, με τις τοπικές κοινωνίες, τους πολίτες, αλλά ακόμα και μέσα στην κυβέρνηση και το κόμμα της ΝΔ, αφού το υπουργικό συμβούλιο κατέστη διακοσμητικό, ένα σκηνικό όπου ο Μωυσής παρέδιδε τις εντολές που παραλάμβανε από το όρος Χάρβαρντ.
Το μοντέλο διακυβέρνησης Μητσοτάκη ακύρωσε το συλλογικό νου και εν πολλοίς προσπάθησε να ακυρώσει το συλλογικό υποκείμενο, επικεντρώνοντας σε “αρίστους” από τη μία (τους κυβερνητικούς δηλαδή) και τους έχοντες την ατομική ευθύνη για κάθε δεινό που ξημέρωνε στη χώρα (όλους τους άλλους).
Αν αντί για αυτό το κομματικό παιχνίδι πόλωσης η κυβέρνηση είχε δείξει υπευθυνότητα, η χώρα σήμερα θα είχε εργαστεί συντεταγμένα για μία συγκροτημένη ενεργειακή πολιτική που θα είχε συμφωνηθεί με το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας και θα ήταν κατανοητή σε όλους. Χωρίς αυτό, το συνεκτικό σχέδιο, δίχως μία εθνική συμφωνία στα μεγάλα ζητήματα, αλλά με τεχνηέντως παραπληροφόρηση ούτως ώστε να μην υπάρξει καμία συζήτηση, φτάσαμε να συζητάμε όχι μόνο πως θα επιδοτηθεί το πετρέλαιο, αλλά πως θα είναι άξιος φυσικής εξόντωσης όποιος δεν καταφέρει να βάλει δεξαμενή πετρελαίου στο μπαλκόνι του.
Η Δημοκρατία, η θεσμική λειτουργία, ο διάλογος και η λαϊκή συμμετοχή στις αποφάσεις δεν είναι ούτε εκλογικό κόλπο, ούτε μαρκετινίστικο σύνθημα, αλλά ουσιαστικά εργαλεία για να λειτουργήσουν αποτελεσματικά οι πολύπλοκες κοινωνίες μας στην εθνική, ευρωπαϊκή και διεθνή συγκυρία. Είναι μία πραγματικότητα που οι συντηρητικοί αντιστρατεύονται ακόμα, ευτυχώς σε λίγα κράτη-μέλη, αλλά με καταστροφικά αποτελέσματα και κατά παράβαση του ευρωπαϊκού δικαίου.
Στην ΕΕ και ειδικά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποτελεί πια κεκτημένο πως όσο μεγαλύτερη η κρίση, τόσο μεγαλύτερη η ανάγκη για διάλογο (κάτι που συχνά οι συντηρητικοί συγχέουν με το αντίθετο του, δηλαδή την επιβολή).
Χρειαζόμαστε γενναίες αποφάσεις σε όλα τα επίπεδα, με διαφάνεια και συμμετοχικό σχεδιασμό, που θα αντέχουν στο φως της ημέρας και τη λογοδοσία, αντί της 108ης παγκόσμιας θέσης και της τελευταίας στην Ευρώπη, στην ελευθερία του Τύπου, άπλετο φως και όχι απόρρητο αλα καρτ.
Χρειαζόμασταν υπουργό Υγείας κοινής αποδοχής στην πανδημία, όπως είχε προτείνει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, ο Αλέξης Τσίπρας, αντί των δογματισμών που κατέληξαν στα συμπεράσματα της Έκθεσης Τσιόδρα-Λύτρα.
Χρειαζόμαστε εθνική συνεννόηση για τη μεγάλη ευκαιρία, ίσως την τελευταία ευκαιρία του Ταμείου ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑΣ και Ανάκαμψης. Πάνε 18 μήνες, από τότε που εντοπίσαμε τον κ. Μητσοτάκη να ανταλλάσσει στα κρυφά σχετικά σημειώματα χιλιάδων σελίδων με think tanks του εξωτερικού και τον κ. Φέρμπερ, την ίδια ώρα που κράταγε το κόμμα του, τη βουλή, τους ευρωβουλευτές και τελικά τους πολίτες στο σκοτάδι.
Χρειαζόμαστε ευρείες συναινέσεις αντί για τεχνητό αλληλοσπαραγμό, για τη συγκρότηση ενός εθνικού σχεδίου που θα περιγράφει τι σημαίνει βιώσιμη ανάπτυξη για την Ελλάδα και τους Έλληνες, τι σημαίνει για τις πόλεις, για τις θάλασσες και το περιβάλλον.
Δεν χρειαζόμαστε άλλο πετρέλαιο και ορυκτά καύσιμα.
Δεν χρειαζόμαστε κανένα αόρατο χέρι καμίας αγοράς, που τελικά το μόνο που εξασφάλισε διαχρονικά ήταν μία στα χαρτιά “ανάπτυξη”, των δασικών εμπρησμών και των “στρατηγικών επενδύσεων” δηλαδή των επενδύσεων κατά παράβαση κάθε κανόνα - ευρωπαϊκού και ελληνικού.
Κι αν δεν μπορούμε να τα κάνουμε όλα αυτά από μόνοι μας, ας αναγκαστούμε να τα κάνουμε, από την κοινωνική πίεση για όσα προηγήθηκαν και όσα έρχονται. Ας μας αναγκάσει ο εκλογικός νόμος της απλής αναλογικής να δουλέψουμε μαζί, μακρυά από κενά προσχήματα, κομματικές μικρότητες και επικοινωνιακά τεχνάσματα στη βάση μίας πραγματικά δημοκρατικής εκπροσώπησης - αυτής που κάποιοι αντιμετωπίζουν με φόβο, ως τέρας.
Το άρθρο πρωτοδημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Η ΑΥΓΗ”
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr