«Αυτό είναι πλέον αναγκαιότητα και θέλω να πιστεύω ότι έχουν ωριμάσει οι συνθήκες στην Ευρώπη, ώστε να βρεθεί και να υλοποιηθεί αυτή η λύση. Πέρα και πάνω από αυτό, όμως, εμείς – σε εθνικό επίπεδο- έχουμε χτίσει εκείνους τους μηχανισμούς έτσι ώστε η κυβέρνηση να είναι σταθερά δίπλα στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις που έχουν ανάγκη προκειμένου να καλύψουμε σημαντικό μέρος των πολύ μεγάλων αυξήσεων που παρατηρούνται στο ενεργειακό πεδίο. Και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε για όσο είναι αναγκαίο» αναφέρει ο κ. Σταϊκούρας και προσθέτει:
«Για να είμαστε συγκεκριμένοι πρέπει να ξέρουμε πώς θα εξελιχθούν οι τιμές. Με βάση τα σημερινά δεδομένα, τα οποία όμως αλλάζουν κάθε δύο εβδομάδες, θα πρέπει να δούμε ποια θα είναι η τιμή που θα οριστεί από τους παρόχους, ποια θα είναι η συμμετοχή στην επιδότηση των παρόχων και το υπόλοιπο κομμάτι το βάζει ο κρατικός προϋπολογισμός. Αυτό πράξαμε τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο, γιατί πάντα υπάρχει μία χρονική απόσταση. Τον πρώτο μήνα η συνολική επιδότηση ήταν ύψους 1,1 δις ευρώ, από αυτά ο κρατικός προϋπολογισμός συνέβαλε με 250 εκ. Ευρώ. Τον επόμενο μήνα είχαμε όξυνση της κατάστασης, η επιδότηση έπρεπε να είναι 1,9 δις ευρώ και από αυτά ο κρατικός προϋπολογισμός έβαλε 700-800 εκ. ευρώ. Το υπόλοιπο κομμάτι το βάζουν οι ίδιοι οι πάροχοι, μέσω του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης από τα υπερκέρδη εξαιτίας της διόγκωσης της τιμής».
«Με αυτό το μηχανισμό καλύπτουμε και θα καλύπτουμε ένα σημαντικό κομμάτι, που για τα νοικοκυριά είναι της τάξεως του 94%, για τα κοινωνικά τιμολόγια είναι το σύνολο της επιβάρυνσης και για τις ΜμΕ φτάνει στο 90%. Το ποσοστό κάλυψης είναι μικρότερο για τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις» συμπληρώνει ο υπουργός Οικονομικών.
Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη του κ. Σταϊκούρα:
Θα υπάρξουν παρεμβάσεις και στους λογαριασμούς του φυσικού αερίου;
«Υπάρχει υψηλή αβεβαιότητα. Στην κυβέρνηση, συλλογικά και συνεκτικά, προσπαθούμε να βρούμε τις βέλτιστες εφικτές λύσεις ώστε να περιορίσουμε το πρόβλημα που προκύπτει για νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Δεν μπορώ να κάνω κανένα άλλο σχολιασμό αν δεν έχουμε εικόνα των συνολικών πρωτοβουλιών που θα αναλάβει η κυβέρνηση το επόμενο χρονικό διάστημα και ενόψει της ΔΕΘ.»
Αυτό το κλίμα διεθνούς αβεβαιότητας θα επηρεάσει τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ;
«Πέρα και πάνω από τον τουρισμό η Ελλάδα είχε ισχυρότατη ανάκαμψη το 2021 από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη. Φαίνεται ότι και φέτος, σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία, θα έχουμε μία πολύ ισχυρή ανάπτυξη. Άρα πολύ ισχυρή ανάκαμψη και βιώσιμη ανάπτυξη. Ανάπτυξη που οφείλεται όχι μόνο στην αύξηση της κατανάλωσης (εξαιτίας και του τουρισμού), αλλά κυρίως- και αυτό είναι το σημαντικό- στη διόγκωση των εξαγωγών και στην προσέλκυση πολλών, ιδιαίτερα ξένων, επενδύσεων. Στο πρώτο εξάμηνο του 2022, ήδη έχουμε φτάσει στο 86% των συνολικών ξένων επενδύσεων του 2021. Αυτό σημαίνει ότι χτίζουμε ισχυρά θεμέλια στην ελληνική οικονομία για να αντέξει όσο είναι εφικτό σε εξωγενείς προκλήσεις και κινδύνους. Προφανώς θα επηρεαστούμε από μία εξωγενή κρίση, προφανώς αυτό θα έχει δυσμενείς συνέπειες και στη δημοσιονομική και στη νομισματική πολιτική, το βλέπουμε πανευρωπαϊκά αυτό, και έχει αντίκτυπο και στην ελληνική οικονομία. Φαίνεται, όμως, ότι έχουμε ισχυρές αντοχές, ισχυρότερες από πολλές άλλες χώρες.
Φαίνεται ότι η ανάπτυξη θα είναι υψηλότερη από τις εκτιμήσεις, αλλά ταυτόχρονα και ο πληθωρισμός θα είναι υψηλότερος. Οι δημοσιονομικοί στόχοι παραμένουν οι ίδιοι που είχαμε θέσει. Βεβαίως, εξαρτάται και από τη δυναμική που θα έχει η οικονομία, ως αποτέλεσμα της ενεργειακής κρίσης. Σε κάθε περίπτωση, όμως, τους βασικούς στόχους δεν τους απεμπολούμε. Παραμένουμε σταθερά προσηλωμένοι σε μία συνετή, δημοσιονομική πολιτική, αξιοποιώντας δημοσιονομικό χώρο επ’ωφελεία της κοινωνίας».
Στις εξαγγελίες στη ΔΕΘ, πού θα δοθεί περισσότερο βάρος; Στη μείωση της φορολογίας ή στην αύξηση επιδομάτων, μισθών δημοσίου και συντάξεων;
«Έχουμε πολλούς δείκτες που θα πρέπει να συνεκτιμηθούν προκειμένου ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση να προχωρήσουν σε εξαγγελίες για το επόμενο χρονικό διάστημα. Για παράδειγμα, αναδεικνύετε -και σωστά- τις εξελίξεις στο ενεργειακό πεδίο. Ταυτόχρονα, όμως, έχουμε πολύ ισχυρή αύξηση των ξένων επενδύσεων, έχουμε διόγκωση των εξαγωγών, συρρίκνωση της ανεργίας, ένα εξαιρετικό τουριστικό κλίμα (στο πρώτο εξάμηνο έχουμε καλύψει το 96% των εσόδων του 2019) και έχουμε ισχυρή ανάπτυξη. Άρα, έχουμε πολλούς θετικούς, σημαντικούς δείκτες για την οικονομία, οι οποίοι «θολώνουν» από μία δύσκολη πραγματικότητα, που επηρεάζει το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών και τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς. Όλα αυτά συνεκτιμώνται, έτσι ώστε να βρεθεί- και θα υπάρξει- ο επιπλέον δημοσιονομικός χώρος για να καλυφθούν κάποιες από τις ανάγκες των πολιτών το τελευταίο τρίμηνο του ’22 και σημαντικές πρωτοβουλίες της ελληνικής κυβέρνησης για το 2023, ενόψει και της κατάθεσης του προσχεδίου του προϋπολογισμού την πρώτη εβδομάδα του Οκτωβρίου.
Η δημοσιονομική πολιτική της κυβέρνησης είναι συνδυασμός αυτών των παραγόντων. Την τελευταία τριετία έχουμε μειώσει και συνεχίζουμε να μειώνουμε – κατά μόνιμο τρόπο- φόρους και ασφαλιστικές εισφορές σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, με ιδιαίτερη έμφαση στη μεσαία τάξη. Ταυτόχρονα, όμως, εξαιτίας αυτών των μεγάλων εξωγενών κρίσεων που είχαμε και έχουμε να αντιμετωπίσουμε, οφείλαμε να χτίσουμε ένα δίχτυ ασφαλείας πάνω από νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Αυτό το συνδυασμό θα συνεχίσουμε να πράττουμε και στο μέλλον. Θα εξαρτηθεί, την πρώτη εβδομάδα του Σεπτεμβρίου, από το δημοσιονομικό χώρο που θα έχει δημιουργηθεί και τις προτεραιότητες που θα ανακύψουν από την κυβέρνηση με την καθοδήγηση του πρωθυπουργού. Ο δημοσιονομικός χώρος θα εξαρτηθεί από το ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας, που θα ανακοινώσει η ΕΛΣΤΑΤ την πρώτη εβδομάδα του Σεπτεμβρίου για το β τρίμηνο του 2022, από την πορεία του τουρισμού και από την εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού. Αυτός ο δημοσιονομικός χώρος στη συνέχεια θα επιστρέψει στην ελληνική κοινωνία, ανάλογα και με το ποιες θα είναι οι τιμές στο πεδίο της ενέργειας -κυρίως του φυσικού αερίου- το επόμενο διάστημα. Όσο χρειάζεται να δώσουμε μεγαλύτερες επιδοτήσεις για να «πιάσουμε» τα ποσοστά κάλυψης που σας ανέφερα προηγουμένως, τόσο περιορίζονται οι δυνατότητες για άλλες επιλογές άσκησης δημοσιονομικής πολιτικής».
Έχετε δεχθεί κριτική ότι προκρίνετε την στήριξη των χαμηλότερων εισοδηματικά κλιμακίων και έχετε «παραμελήσει» τη μεσαία τάξη.
«Η μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 1 δις ευρώ από το 2018- περίπου 37% μεσοσταθμικά- καλύπτει κατά κύριο λόγο τη μεσαία τάξη. Η μείωση της φορολόγησης σε όλες τις επιχειρήσεις από το 29% στο 22% καλύπτει και όλες τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα. Η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για τα εισοδήματα από τον ιδιωτικό τομέα καλύπτει όλη τη μεσαία τάξη, όλους τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα. Η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 4,5% αναφέρεται και στη μεσαία τάξη. Θα μπορούσα να αναφέρω παραδείγματα και από άλλους δείκτες της οικονομίας και μόνιμες μειώσεις φόρων που είχαν ως προτεραιότητα τη μεσαία τάξη. Ταυτόχρονα, στα μέτρα στήριξης της κοινωνίας, η επιδότηση δεν έχει εισοδηματικά κριτήρια. Είναι για το σύνολο της κοινωνίας, άρα περιλαμβάνεται η μεσαία τάξη. Προφανώς, όμως, υπάρχουν και κάποια μέτρα πολιτικής, που κατευθύνονται σε αυτούς που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη. Και αυτό το πράξαμε με πλήρη συναίσθηση του κοινωνικού προσήμου που πρέπει να έχει η οικονομική πολιτική, δύο φορές, και το Δεκέμβριο του 2021 και τον Απρίλιο του 2022.»
Πρόσφατα η χώρα «γιόρτασε» την έξοδο από την ενισχυμένη εποπτεία. Εφόσον όμως βγήκαμε από την εποπτεία δεν πρέπει να απαλειφθούν και τα βάρη στους Έλληνες πολίτες, πχ ΕΝΦΙΑ, ΦΠΑ στο 24%, φόροι στα καύσιμα, εισφορά αλληλεγγύης στους δημοσίους υπαλλήλους;
«Θα πρέπει ο δημοσιονομικός χώρος να επιστραφεί. Να είμαστε όμως λίγο πιο σαφείς. Τα έτη 2020, 2021 και 2022, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας, η Ελλάδα, όπως και σχεδόν το σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών, θα έχει πρωτογενή ελλείμματα. Τι σημαίνει πρωτογενές έλλειμμα; Οι δαπάνες είναι μεγαλύτερες από τα έσοδα. Άρα αξιοποιούμε το ταμείο της χώρας και τις εξόδους στις αγορές που κάναμε και κάνουμε με διορατικότητα και χαμηλό κόστος δανεισμού, για να χρηματοδοτήσουμε την ελληνική οικονομία, την πραγματική οικονομία, να χτίσουμε δίχτυ ασφαλείας πάνω από νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Όταν, συνεπώς, χρησιμοποιώ τον όρο «δημοσιονομικός χώρος», αυτός πρέπει να αξιοποιείται με φειδώ, γιατί προέρχεται από έλλειμμα, όχι από πλεόνασμα. Σε αυτή τη συγκυρία αξιοποιούμε αυτό το δημοσιονομικό χώρο, που βεβαίως είναι έλλειμμα, με τέτοιο τρόπο που να βοηθήσουμε τη μεσαία τάξη με μόνιμες μειώσεις φόρων. Αυτή τη στιγμή το ύψος του ΕΝΦΙΑ είναι χαμηλότερο από το μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ. Όλες οι χώρες παγκοσμίως έχουν φόρο ακίνητης περιουσίας. Δεν υπάρχει χώρα στην Ευρώπη που να μην έχει φόρο ακίνητης περιουσίας. Είναι ένα στοιχείο της αξιολόγησης του πλούτου που έχει ένας πολίτης, του διαθέσιμου εισοδήματός του. Δεν υπάρχει χώρα στην Ευρώπη που να μην έχει φόρο ακίνητης περιουσίας. Δεν έχει πει κανείς ότι θα καταργήσει τον ΕΝΦΙΑ. Πείτε μου μία δήλωση της κυβέρνησης που αναφέρει κατάργηση του ΕΝΦΙΑ. Τι λέγαμε και υλοποιήσαμε; Λέγαμε ότι θα μειώσουμε μεσοσταθμικά τον ΕΝΦΙΑ κατά 30%, φτάνοντας τον μέσο ευρωπαϊκό όρο. Και τελικά το 30% το κάναμε 35%. Αποτέλεσμα αυτού είναι ότι σήμερα που μιλάμε το 60% του συνολικού ΕΝΦΙΑ έχει πληρωθεί ήδη από την ελληνική κοινωνία. Γιατί έχει μειωθεί πολύ σημαντικά (το ύψος του ΕΝΦΙΑ). Η εισφορά αλληλεγγύης έχει καταργηθεί εδώ και δύο χρόνια για τα εισοδήματα από τον ιδιωτικό τομέα. Αυτό περιλαμβάνει και δημοσίους υπαλλήλους ή συνταξιούχους που έχουν εισοδήματα από τον ιδιωτικό τομέα. Δέσμευσή μας είναι να αξιοποιήσουμε, μελλοντικά, δημοσιονομικό χώρο, πιθανότητα το 2023, για να καταργήσουμε την εισφορά αλληλεγγύης και στους δημοσίους υπαλλήλους και στους συνταξιούχους. Ήδη, έχουμε επιστρέψει ένα μεγάλο κομμάτι αυτών που ήταν οι τεράστιες θυσίες της κοινωνίας, πίσω στην κοινωνία. Θεωρώ ότι στο πεδίο της φορολογικής πολιτικής έχουμε απόλυτη συνέπεια προεκλογικών λόγων και μετεκλογικών πράξεων. Βεβαίως, οι δύο κρίσεις (υγειονομική και ενεργειακή) ανάγκασαν και εμάς, όπως και όλα τα κράτη μέλη της Ευρωζώνης, «να μετακινήσουμε λίγο τα goal post». Τι σημαίνει αυτό; Από εκεί που δίναμε έμφαση στις μειώσεις φόρων, να πρέπει να χτίσουμε και δίχτυ ασφαλείας αυξάνοντας δαπάνες για να στηρίξουμε τα πιο ευάλωτα νοικοκυριά. Άρα, ασκούμε ένα μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής που περιλαμβάνει και τους δύο πυλώνες, απευθύνεται στο σύνολο της κοινωνίας, αλλά είναι με όρους οικονομικής αποτελεσματικότητας και κοινωνικής δικαιοσύνη.»
Το γεγονός ότι έχει προεξοφληθεί μεγάλο μέρος των φορολογικών υποχρεώσεων σας προβληματίζει σε ότι αφορά στην πιθανότητα να λείψουν πόροι από τα ταμεία αργότερα, σε συνδυασμό με την πιθανότητα το κλίμα στις διεθνείς αγορές να μην είναι θετικό και ότι η Ελλάδα δεν έχει επανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα;
«Σας είπα προηγουμένως για διορατική, εκδοτική στρατηγική. Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα έχει ταμειακά διαθέσιμα περίπου 39 δις ευρώ. Ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη. Και έχουμε καλύψει ένα μεγάλο κομμάτι των μελλοντικών αναγκών μας στις αγορές. Αυτό σημαίνει ότι είμαστε σε θέση να καλύψουμε και δυσμενέστερες συνθήκες στις διεθνείς αγορές. Όχι ότι δεν πρέπει να επικοινωνούμε σε τακτά χρονικά διαστήματα με τις αγορές ως μία κανονική χώρα.
Δεύτερον, το γεγονός ότι ένα σημαντικό μέρος της κοινωνίας τους μήνες Ιούνιο και Ιούλιο πλήρωσε εμπροσθοβαρώς ένα μεγάλο κομμάτι των φορολογικών υποχρεώσεων σημαίνει ότι πράγματι ένα κομμάτι αυτών που εκτιμούσαμε για το μέλλον ήρθε μπροστά. Δημοσιονομικά το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Ταμειακά, το ταμείο της χώρας έχει περισσότερα φέτος, θα έχει λιγότερα αργότερα. Άρα, αυτό το δημοσιονομικό χώρο, που δημιουργείται εξαιτίας της μεγαλύτερης είσπραξης εσόδων, δεν μπορούμε να τον αξιοποιήσουμε για να δώσουμε παροχές. Για αυτό θέλει πολλή μεγάλη προσοχή και όχι υπερενθουσιασμό στον τρόπο με τον οποίο κάποιος αποτυπώνει την υπέρβαση των φορολογικών εσόδων σε σχέση με τον προϋπολογισμό. Έχουμε μία υπέρβαση 5 δις ευρώ στα έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού σε σχέση με τους στόχους. Όμως αυτό προέρχεται από το γεγονός ότι ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας πλήρωσε τον ΕΝΦΙΑ πολύ νωρίτερα, ενώ εμείς προγραμματίζαμε από το Σεπτέμβριο και μετά. Και ένα σημαντικό κομμάτι επιχειρήσεων αξιοποίησε το κίνητρο της έκπτωσης του 15% και πλήρωσε επιστρεπτέες προκαταβολές εμπροσθοβαρώς. Μία στις δύο επιχειρήσεις πλήρωσε το σύνολο των επιστρεπτέων προκαταβολών ύψους περίπου 1 δις ευρώ μέσα στον Ιούλιο, χωρίς να μειωθούν οι καταθέσεις στο τραπεζικό σύστημα των φυσικών προσώπων.»
Βρίσκεστε στη θέση του υπουργού Οικονομικών εδώ και τρία χρόνια. Ποια ήταν η πιο δύσκολη κατάσταση που αντιμετωπίσατε;
«Υπάρχουν πολλές δύσκολες καταστάσεις. Προφανώς όταν έχεις εξωγενείς κρίσεις που δεν μπορείς να ελέγξεις την ένταση και την έκτασή τους αυτές είναι δύσκολες στιγμές στις οποίες θα πρέπει να λειτουργείς με ψυχραιμία και με διορατικότητα ώστε και έγκαιρα να βοηθήσεις την κοινωνία αλλά να κρατήσεις και πολεμοφόδια ώστε να υπάρχει το άγνωστο στο μέλλον. Σήμερα είναι μία τέτοια συγκυρία.»
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr